Άρθρο στο Περιοδικό στο περιοδικό «Πράσινη Πόλη» του Περιβαλλοντικού Συλλόγου Περιστερίου_Για την “Πράσινη Οικονομία”:Ποιος αποφασίζει;

 

         ΓΙΑ ΤΗΝ «ΠΡΑΣΙΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ»: ΠΟΙΟΣ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ;

 

 

Οι όροι πράσινη οικονομία, πράσινη πολιτική, πράσινη ανάπτυξη κλπ, αναφέρονται ολοένα και πιο συχνά στις σελίδες του τύπου, στα προγράμματα πολιτικών κομμάτων, στις δημόσιες συζητήσεις.

 

 

Ανεξάρτητα από τα όποια ιδιαίτερα κίνητρα ή επιδιώξεις  το ενδιαφέρον αυτό αναπτύσσεται στη βάση ενός αντικειμενικού γεγονότος το οποίο συνίσταται στο οξύ οικολογικό πρόβλημα, το οποίο αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα στη σημερινή ιστορική φάση της εξέλιξής της,  

 

 

Στην πραγματικότητα, η «οικολογική στροφή» είναι αναγκαστική, καθώς  η παγκόσμια κλιματική αλλαγή, η υπερθέρμανση του πλανήτη, το φαινόμενο του θερμοκηπίου αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες απειλές για το σύνολο της ανθρωπότητας – και αν δεν αντιμετωπισθούν, οι συνέπειές τους θα είναι μη αναστρέψιμες.

 

 

Πέρα, όμως, από την ύπαρξη των περιβαλλοντικών προβλημάτων αυτών καθαυτών, ένας δεύτερος παράγοντας, που εξηγεί το αυξανόμενο ενδιαφέρον για το οποίο μιλήσαμε στην αρχή, είναι και η συνειδητοποίηση των προβλημάτων αυτών από έναν αυξανόμενο αριθμό πολιτών. Η ανάγκη για πράσινες προτεραιότητες στη χάραξη της πολιτικής συνειδητοποιείται ολοένα και περισσότερο σήμερα.

 

 

Το γεγονός αυτό πιστοποιείται από δημοσκοπήσεις και έρευνες κοινής γνώμης, αλλά και από την εμφάνιση πλήθους περιβαλλοντικών ομάδων, κινήσεων πολιτών και ποικίλων περιβαλλοντικών οργανώσεων, ιδιαίτερα κατά τα τελευταία  10-20 χρόνια.

 

 

Μπορούμε, λοιπόν, να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι το αυξανόμενο και διευρυνόμενο ενδιαφέρον γύρω από τα οικολογικά προβλήματα αντανακλά τόσο την όξυνση των προβλημάτων αυτών όσο και την αυξανόμενη συνειδητοποίηση τους από μέρους των πολιτών και των κοινωνιών και την αυξανόμενη πίεση από μέρους οικολογικών οργανώσεων, κινήσεων και κινημάτων. Και αυτό συνιστά μια πρώτη επιτυχία και μια δικαίωση για όσους και όσες πρωτοστατούν στη συνειδητοποίηση των προβλημάτων και αγωνίζονται για την αντιμετώπισή τους τόσο σε γενικό επίπεδο όσο και στην τοπική μικροκλίμακα.

 

 

Οικονομική κρίση και «πράσινη οικονομία»

 

 

Όμως τα τελευταία χρόνια διαπιστώνουμε ότι η «οικολογική στροφή» δεν αφορά μόνο τους πολίτες, τα μέσα ενημέρωσης, τα πολιτικά κόμματα, αλλά και μεγάλα καπιταλιστικά συμφέροντα και θεσμούς που τα εκπροσωπούν.  Πού οφείλεται το ενδιαφέρον τους;

 

 

Για να απαντήσουμε, θα πρέπει να εισάγουμε έναν ακόμη παράγοντα, τρίτο στη σειρά, στη συζήτησή μας. Θα πρέπει να σκεφτούμε, δηλαδή, ότι η παρούσα, παγκόσμια οικονομική κρίση, που ξεκίνησε από το χρηματοπιστωτικό σύστημα και έχει επεκταθεί σε όλους τους τομείς της οικονομίας, έχει οδηγήσει σε αδιέξοδο ολόκληρο το μέχρι πρότινος κυρίαρχο μοντέλο καπιταλιστικής ανάπτυξης, που είχε βασιστεί εξίσου στην εκμετάλλευση των ανθρώπων, του περιβάλλοντος και της φύσης.

 

 

Έτσι, μέσα στις αβεβαιότητες που δημιουργεί η παγκόσμια κρίση, οι κυρίαρχες δυνάμεις αναζητούν δρόμους διεξόδου από αυτήν. Μία από τις προτάσεις που διατυπώνονται είναι και η στροφή στην «πράσινη οικονομία». Αξίζει να σημειωθεί ότι ένας από τους πρώτους που διατύπωσαν τη σχετική πρόταση ήταν και ο γνωστός επενδυτής – κερδοσκόπος Τζόρτζ Σόρος. Συναφές κεφάλαιο περιλαμβάνεται και στο πρόγραμμα του νέου προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα. Τέλος, κατά την πρόσφατη σύνοδο των ευρωπαίων ηγετών, τον Δεκέμβρη του 2008, προβλήθηκε η στρατηγική της «πράσινης ανάπτυξης» ως μέσο διεξόδου από την οικονομική κρίση – στρατηγική που έσπευσαν να υιοθετήσουν τα περισσότερα κόμματα εξουσίας στην ΕΕ.

 

 

Ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις και ανταγωνισμοί

 

 

Υπό ποια έννοια, όμως, η «πράσινη οικονομία» μπορεί να συμβάλλει στην έξοδο από την κρίση;

 

 

Η κρίση που ζούμε σήμερα δεν είναι στενά οικονομική. Είναι μια σύνθετη κρίση οικονομική και οικολογική, ενεργειακή και διατροφική.

 

 

Η «πράσινη οικονομία», λοιπόν,  ως οργανικό συστατικό ενός σχεδίου που να οδηγεί σε ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης με όρους αειφορίας, δημοκρατικού σχεδιασμού και κοινωνικού ελέγχου, κοινωνικής δικαιοσύνης και πλήρους απασχόλησης, θα μπορούσε πράγματι να λειτουργήσει ως παράγοντας εξόδου από την κρίση.

 

 

Όμως, όπως θα δούμε στη συνέχεια, η «πράσινη οικονομία» δεν προτείνεται από τις κυρίαρχες δυνάμεις με αυτό το περιεχόμενο. Έμφαση δεν είναι στο «πράσινη» αλλά στο «οικονομία» και το κέρδος.

 

 

Υπό μία εκδοχή η «πράσινη οικονομία» προβάλλεται υπό τη μορφή ενός «πράσινου κεϋνσιανισμού», ως μια πηγή δηλαδή ενεργούς ζήτησης. Υπό άλλες εκδοχές το περιβάλλον αξιοποιείται εντελώς προσχηματικά, ως  μέσο για τη διεκδίκηση δημόσιων πόρων, στο πλαίσιο των διάφορων δημοσιονομικών πακέτων που διατίθενται για την αναχαίτιση της οικονομικής κρίσης. Ο πραγματικός σκοπός δεν είναι το περιβάλλον αλλά το κέρδος και μάλιστα το επιδοτούμενο κέρδος.

 

 

Τέλος, η «πράσινη» διάσταση χρησιμοποιείται ορισμένες φορές και ως πρόσχημα για να δικαιολογηθούν επιδοτήσεις και άλλες προστατευτικές πολιτικές, στο πλαίσιο του παγκόσμιου εμπορικού ανταγωνισμού. Έτσι, οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας, της Γερμανίας, της Γαλλίας κ.α., με πρόσχημα την προστασία του περιβάλλοντος, στην πραγματικότητα ενισχύουν τις αυτοκινητοβιομηχανίες τους ή άλλους βιομηχανικούς κλάδους.

 

 

Πολιτική πρόταση ή πεδίο αντιπαράθεσης διαφορετικών προτάσεων;

 

 

Οι παραπάνω αντιθέσεις και ανταγωνισμοί δε μας αφήνουν αδιάφορους. Για παράδειγμα δε μας αφήνει αδιάφορους αν η τόνωση της ζήτησης θα επιδιωχθεί μέσω των εξοπλισμών ή της πράσινης οικονομίας, αν οι δημόσιοι πόροι θα διοχετευθούν υπέρ της πρώτης ή της δεύτερης επιλογής.  Όμως είναι προφανές ότι η πρόταση για «πράσινη οικονομία» ή για «πράσινη ανάπτυξη» δε συνιστά από μόνη της μια πολιτική πρόταση με σαφές και διαφανές περιεχόμενο, συνυφασμένο με το στόχο μιας αειφόρου ανάπτυξης.

 

 

Αντιθέτως, οι όροι αυτοί ορίζουν ένα πεδίο αντιπαράθεσης προτάσεων και πολιτικών με εντελώς διαφορετικά και αντιτιθέμενα περιεχόμενα.

 

 

Για τη νεοφιλελεύθερη πρόταση η «πράσινη οικονομία» αποτελεί απλά ακόμη μια αγορά, έναν ακόμη τομέα κερδοσκοπικής αξιοποίησης του κεφαλαίου. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το κράτος δεν πρέπει να παρέμβει στον τρόπο με τον οποίο αυτή η αγορά θα λειτουργεί. Τα πράσινα προϊόντα θα πρέπει να παραχθούν με αποκλειστικό κριτήριο τη μεγιστοποίηση του κέρδους του επενδυτή. Οι εργασιακές σχέσεις πρέπει προφανώς να είναι ευέλικτες και οι μισθοί χαμηλοί. Το κράτος το μόνο που έχει να κάνει είναι να επιδοτεί το κεφάλαιο και το κέρδος ή να ανεβάζει διοικητικά τις τιμές (π.χ. του ηλεκτρικού ρεύματος) ώστε να καθίστανται κερδοφόρες οι επενδύσεις.

 

 

Είναι προφανές ότι, υπ’ αυτούς τους όρους, η «πράσινη οικονομία» εκφυλίζεται σε κάποιους νέους κλάδους καπιταλιστικής παραγωγής και δεν αποκλείεται καθόλου οι κλάδοι αυτοί, αν αποδειχθούν ιδιαίτερα επικερδείς, να γίνουν η εστία μελλοντικών κρίσεων όπως είναι σήμερα οι τράπεζες και η οικοδομή.

 

 

Για τη σοσιαλδημοκρατική πρόταση, ιδίως υπό την εγχώρια πασοκική εκδοχή, η «πράσινη οικονομία» υιοθετείται ως μια ελκτική επικοινωνιακή πρόταση, αρκούντως ασαφής, ώστε να ικανοποιεί τους πάντες, ως ένα σύνολο υποσχέσεων θεσμικών ρυθμίσεων και δημοσιονομικών ενισχύσεων, ικανών να δημιουργούν προσδοκίες αλλά καθόλου δεσμευτικών ως προς την υλοποίησή τους ή ως προς το «αειφόρο» αποτέλεσμά τους.

 

 

Για την Αριστερά, η πράσινη πολιτική, η πράσινη ανάπτυξη, η πράσινη οικονομία και κάθε άλλος συναφής όρος, παραπέμπουν στο κορυφαίο στην εποχή μας ζήτημα, που έχει να κάνει με το νόημα και το περιεχόμενο της προόδου, τους σκοπούς, τα κίνητρα και τα κριτήρια της ανάπτυξης, τις συγκρούσεις δηλαδή με συμφέροντα και νοοτροπίες που αντιστέκονται στον αναγκαίο οικολογικό και κοινωνικό μετασχηματισμό της οικονομίας και της κοινωνίας.

 

 

Η Αριστερά έχει χρέος, αναγνωρίζοντας πλήρως την πανανθρώπινη και ιστορική διάσταση των οικολογικών προβλημάτων, να πρωτοστατήσει στον αγώνα για την αντιμετώπισή τους. Στην κατεύθυνση αυτή, η Αριστερά καλείται να καταστήσει εντελώς συγκεκριμένα και σαφή τα σκοπίμως ασαφή και συγκεχυμένα, να ορίσει  τις γραμμές αντιπαράθεσης και τις περιοχές συνάφειας ή και συμπαράταξης με ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, στη βάση ενός προγράμματος αειφόρου ανάπτυξης μέσα από μια αλληλεπίδραση οικολογικών, κοινωνικών και δημοκρατικών μετασχηματισμών.

 

 

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ

 

                 

Τα παραπάνω απετέλεσαν κατευθυντήριους άξονες κατά τη διατύπωση της προγραμματικής συμβολής του Συνασπισμού στις προγραμματικές επεξεργασίες του ΣΥΡΙΖΑ .

 

 

Όπως είδαμε ο όρος «πράσινη οικονομία» είναι μια «έννοια-κέλυφος» που μπορεί να «χωρέσει» από σωστές προτάσεις με σαφές οικολογικό περιεχόμενο, μέχρι εντελώς προσχηματικές αναφορές στο περιβάλλον με σκοπό τη διαμόρφωση μιας νέας περιοχής κερδοσκοπίας και επιδοτούμενου καπιταλισμού.

 

 

Για τους λόγους αυτούς, εμείς δεν υιοθετούμε τον όρο «πράσινη οικονομία» ως ένα σύνθημα, αλλά τον χρησιμοποιούμε, σε ένα εντελώς διαφορετικό πλαίσιο. Στη δική μας οπτική, η «πράσινη οικονομία» δε μπορεί να είναι απλώς μια σειρά μεμονωμένων κλάδων παραγωγής οικολογικών προϊόντων, ούτε κάποιες σποραδικές δραστηριότητες «φιλικές» προς το περιβάλλον, ούτε καν μια αόριστη «αειοφόρος» εκμετάλλευση των φυσικών πόρων. Εμείς προτείνουμε και διεκδικούμε ένα συνολικά διαφορετικό πρότυπο παραγωγής και κατανάλωσης, όπου η «πράσινη» διάσταση υπάρχει και διαχέεται σε κάθε τομέα της παραγωγικής διαδικασίας: ένα πλέγμα αλληλένδετων δραστηριοτήτων που αποσκοπούν στην έρευνα και στην παραγωγική εξειδίκευση σε πράσινα αγαθά και υπηρεσίες, στην ανάπτυξη νέων παραγωγικών δραστηριοτήτων με αντικείμενο την προστασία και την αποκατάσταση του περιβάλλοντος και στην υιοθέτηση από κάθε παραγωγική δραστηριότητα τεχνικών παραγωγής και καταναλωτικών πρακτικών που θα βρίσκονται σε σταθερή αρμονία με τη φύση και το περιβάλλον.

 

 

Ένας τέτοιος οικολογικός μετασχηματισμός απαιτεί τη λειτουργική ανακατανομή των πόρων της κοινωνίας και τη διάθεση σημαντικών δημόσιων πόρων με τη μορφή φορολογικών κινήτρων, επιδοτήσεων και επιχορηγήσεων. Με δεδομένο ότι οι πόροι αυτοί προέρχονται από τη φορολογία κυρίως των μισθωτών και άλλων κοινωνικών στρωμάτων με μεσαία ή χαμηλά εισοδήματα, η πράσινη οικονομία και η οικολογική στροφή γενικότερα δεν πρέπει να γίνουν πρόσχημα για αναδιανομή από τους μη έχοντες στους έχοντες. Για το λόγο αυτό οι δημόσιοι πόροι κατά προτεραιότητα πρέπει να διατίθενται υπέρ δημόσιων φορέων, συνεταιριστικών μορφών οργάνωσης, οικονομικών μονάδων ειδικού κοινωνικού σκοπού και άλλων φορέων δημόσιου συμφέροντος.

 

 

Ο οικολογικός μετασχηματισμός συνδέεται, δηλαδή, με πολλά νήματα με τον τρόπο παραγωγής και διανομής και με τους αναγκαίους κοινωνικούς μετασχηματισμούς.  Υπό αυτή την έννοια, δε μας αρκεί να παράγονται πράσινα προϊόντα, υπηρεσίες και τεχνολογίες, αλλά επειδή αυτά παράγονται από ανθρώπους με ανάγκες και δικαιώματα, μας αφορούν εξίσου οι κοινωνικοί όροι που στηρίζουν την πράσινη ανάπτυξη, δηλαδή οι εργασιακές σχέσεις, τα δικαιώματα, οι μισθοί, η δίκαιη κατανομή του κοινωνικού πλεονάσματος.

 

 

Τέλος, η συζήτηση για την «πράσινη οικονομία» και γενικά για τις επιλογές της ανάπτυξης αναδεικνύει ένα κορυφαίο όσο και θεμελιώδες ερώτημα: ποιος αποφασίζει; Ποιος και πώς ιεραρχεί τις ανάγκες; Ποιος και πώς κάνει τις αναγκαίες επιλογές; Οι «αγορές», δηλαδή το κεφάλαιο, με κριτήριο το κέρδος ή η κοινωνία με κριτήριο τις ανάγκες της στο πλαίσιο ενός δημοκρατικού σχεδιασμού;

 

 

Γι αυτό, τόσο ο οικολογικός όσο και ο κοινωνικός μετασχηματισμός προϋποθέτουν το δημοκρατικό μετασχηματισμό του τρόπου λήψης των αναπτυξιακών και των οικονομικών γενικότερα αποφάσεων, το δημοκρατικό κοινωνικό έλεγχο της ροής του χρήματος, της κατανομής των πόρων και του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

 

 

Οι πράσινες προτεραιότητες και επιλογές στην πολιτική για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη, απαιτούν ένα ευρύτερο πλαίσιο που να στηρίζεται στο δημοκρατικό σχεδιασμό και τον κοινωνικό έλεγχο των αναπτυξιακών επιλογών και όχι την επιβολή τους από τις αγορές.

 

 

Μια «οικονομία των αναγκών» σε μια κοινωνία των συλλογικών αγαθών σημαίνει ακριβώς ότι οι προτεραιότητες καθορίζονται δημοκρατικά από την κοινωνία με βάση τις ανάγκες της και όχι από τις αγορές με κριτήριο τη μεγιστοποίηση του κέρδους και του ιδιοτελούς συμφέροντος. 

 

 

Οι προτάσεις αυτές και ο αγώνας για την πραγμάτωσή τους έχουν ταυτόχρονα τοπική, εθνική, ευρωπαϊκή και παγκόσμια εμβέλεια. Ο κάθε αγώνας ακόμη και ο πιο μικρός ή αποσπασματικός, εξ αντικειμένου είναι μέρος μιας παγκόσμιας προσπάθειας και ενός παγκόσμιου κινήματος στο πλαίσιο του οποίου κοινωνικά, δημοκρατικά και οικολογικά αιτήματα και οι συναφείς αγώνες αλληλοεπηρεάζονται και αλληλοτροφοδοτούνται ολοένα και περισσότερο.

 

 

**(Για περισσότερα και για πιο εξειδικευμένες προτάσεις βλ. http://www.syn.gr/programma/programma.htm στα συναφή κεφάλαια).

Για την ανασύνθεση της Αριστεράς | Άρθρο στις «Παρεμβάσεις» της εφημερίδας «Η εποχή» ... ΠερισσότεραΛιγότερα
Προβολή στο Facebook
Με μεγάλη θλίψη αποχαιρετούμε την Φανή Πετραλιά. Η Φανή προσωποποίησε με έναν σπάνιο τρόπο τη σύζευξη της χειραφετημένης γυναίκας, της ενεργής διαννοούμενης, της μαχητικής δημοσιογράφου & της ακάματης συνδικαλίστριας. Παιδί μιας εποχής που παρά τις δυσκολίες της ευνοούσε το ταίριασμα του λογισμού με τ' όνειρο για έναν καλύτερο κόσμο, η Φανή Πετραλιά ήταν πρότυπο & σημείο αναφοράς. Θα τη θυμόμαστε ως μια ξεχωριστή προσωπικότητα. Η σκέψη μας στους αγαπημένους της ανθρώπους. ... ΠερισσότεραΛιγότερα
Προβολή στο Facebook

Latest Twetter Feeds

YDragasakis @YDragasakis

Could not authenticate you.

Επικοινωνία

Μητροπόλεως 1
10557, Αθήνα

e-mail
ydragasakis@parliament.gr