Ομιλία στην ετήσια Γενική Συνέλευση των μελών του ΣΕΒ.
Όντως βρισκόμαστε σε μια νέα συγκυρία. Κοιτώντας κάποιος τα πρακτικά της περσινής συνέλευσης θα διαπιστώσει ότι υπήρχε ακόμη μεγάλη αβεβαιότητα αν θα έκλεινε η τέταρτη αξιολόγηση, αν και πώς θα βγαίναμε από τα μνημόνια, αν θα αποφεύγαμε ένα τέταρτο μνημόνιο, αν θα μπορούσαμε να βγούμε στις αγορές. Υπήρχε μια δημόσια αντιπαράθεση τότε. Κάποιοι αμφέβαλλαν και κάποιοι επένδυαν στην αποτυχία. Ευτυχώς διαψεύστηκαν. Κι έτσι όντως αυτή η ετήσια συνέλευση του ΣΕΒ είναι η πρώτη που γίνεται μετά την έξοδο από τα μνημόνια και την επιτροπεία.
Από που ξεκινήσαμε λοιπόν, τι πετύχαμε και πως θα προχωρήσουμε;
Δεν θα κάνω αναλυτικό απολογισμό. Επισημαίνω απλώς ότι βγαίνοντας η Ελλάδα από τα μνημόνια και το ειδικό καθεστώς επιτροπείας δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις του μέλλοντος. Η χώρα ανέκτησε τη στοιχειώδη προϋπόθεση να σχεδιάζει το μέλλον της αυτόνομα και με δική της ευθύνη. Διότι αποφύγαμε τέταρτο μνημόνιο και προληπτικές πιστοληπτικές γραμμές. Η οικονομία εισήλθε σε αναπτυξιακή τροχιά. Πετύχαμε δημοσιονομική ασφάλεια. Δημιουργήσαμε ισχυρά αποθέματα ρευστότητας ύψους 23 δισ. ως Κεντρική και 33 δισ. ως Γενική Κυβέρνηση. Καταστήσαμε το χρέος βιώσιμο και ελαχιστοποιήσαμε τη δαπάνη εξυπηρέτησης του για αρκετά χρόνια. Βελτιώσαμε την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας και τους όρους δανεισμού της χώρας, γεγονός που θα έχει την αντανάκλαση του και στο κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων.
Όμως η εποχή μας δεν είναι ανέφελη. Οι παγκόσμιοι ανταγωνισμοί παίρνουν νέες μορφές που περικλείουν μεγαλύτερους κινδύνους. Τα διδάγματα από τη προηγούμενη παγκόσμια κρίση δεν έχουν αξιοποιηθεί. Πολλοί μιλούν και πάλι για μια κρίση σε αναμονή.
Στις συνθήκες αυτές βασική προϋπόθεση του μέλλοντος είναι η ανθεκτικότητα. Ανθεκτικότητα της χώρας, της οικονομίας, της κοινωνίας, της δημοκρατίας. Γι’ αυτό το λόγο, η δημοσιονομική ασφάλεια, οι άμυνες έναντι εξωγενών αναταράξεων αποτέλεσαν μέριμνα και αποτελούν μια από τις βασικές παραμέτρους της πολιτικής μας.
Εκκινώντας από την ίδια στρατηγική επιλογή, η Ελλάδα έκλεισε μέτωπα που έμεναν ανοιχτά για δεκαετίες και βελτίωσε τις σχέσεις της με τους βόρειους γείτονές της. Κυρώσαμε τη Συμφωνία των Πρεσπών. Έτσι η Ελλάδα κέρδισε τη διεθνή αναγνώριση ως παράγοντας ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή. Δημιουργήσαμε τις προϋποθέσεις για να αντιμετωπίσουμε από καλύτερες θέσεις προκλήσεις και απειλές, σαν αυτές που ζούμε αυτή τη περίοδο στη περιοχή μας. Πάνω σε αυτή την εγγύηση ασφαλείας θα εδραιωθεί η επιχειρηματικότητα, η ανάπτυξη, η εμπιστοσύνη για νέες παραγωγικές επενδύσεις.
Προϋπόθεση του μέλλοντος είναι κοινωνική συνοχή και η αλληλεγγύη. Η κοινωνία μας έφτασε στα όρια των αντοχών της. Αυτό καθόρισε τις προτεραιότητές μας. Στηρίξαμε τα πιο ευάλωτα τμήματα της κοινωνίας. Μειώσαμε την ανεργία. Ανοίξαμε το σύστημα υγείας στους ανασφάλιστους. Μειώσαμε τους δείκτες της φτώχειας και των ανισοτήτων. Διαχειριστήκαμε μια προσφυγική πλημμυρίδα πρωτοφανή, με όρους ανθρωπισμού και αλληλεγγύης.
Αποτρέψαμε το κοινωνικό αποκλεισμό. Αντιπαλέψαμε το φασισμό, το ρατσισμό και τη ξενοφοβία. Προωθήσαμε προοδευτικές νομοθεσίες που κατοχυρώνουν τα δικαιώματα και το σεβασμό στη διαφορετικότητα.
Κρατήσαμε, με δυο λόγια, την κοινωνία όρθια. Θέσαμε τις βάσεις για να αλλάξουμε το υπόδειγμα ανάπτυξης και για να αντιμετωπίσουμε τη βαριά, ακόμη, κληρονομιά της κρίσης, υπό σαφώς καλύτερες προϋποθέσεις.
Φέραμε το μέλλον ξανά στη ατζέντα των δημοσίων συζητήσεων. Και είναι μύθος ότι η Ελλάδα έβγαινε από τα μνημόνια το 2014. Η Ελλάδα ήταν μια χώρα μετέωρη, στο κενό, με μνημόνιο αλλά χωρίς χρηματοδότηση μετά τον Αύγουστο του 2014. Χωρίς βιώσιμο χρέος, χωρίς πρόσβαση στις αγορές, χωρίς συμφωνία χρηματοδότησης, με γενικευμένη κρίση εμπιστοσύνης στο εσωτερικό και με συσσωρευμένη κρίση αξιοπιστίας στο εξωτερικό, ήταν μια χώρα σε αδιέξοδο.
Τώρα, ναι, μπορούμε όντως να μιλούμε για το αύριο. Έχει νόημα να μιλούμε για φοροελαφρύνσεις, επενδύσεις, ανάπτυξη, αν και θα πω στη συνέχεια ότι υπάρχουν ακόμη εμπόδια και περιορισμοί που πρέπει να αντιμετωπίσουμε με υπευθυνότητα. Μπορούμε, λοιπόν, να συζητούμε για το μέλλον διότι δημιουργήσαμε τις αναγκαίες προϋποθέσεις γι’ αυτό.
Χαίρομαι που άκουσα το μεσημέρι τον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας από αυτό εδώ το βήμα, να παραδέχεται ότι τα ταμεία του κράτους δεν είναι άδεια και ότι η ελληνική οικονομία έχει διαφύγει τον συστημικό κίνδυνο. Δε θα μπω στο πειρασμό να θυμίσω ποια ήταν η κατάσταση των δημοσίων ταμείων όταν αναλάβαμε ούτε να σχολιάσω τις διαρκώς επαναλαμβανόμενες δηλώσεις του, όλα τα προηγούμενα χρόνια, περί κατάρρευσης της οικονομίας. Κρατώ το θετικό. Ότι δηλαδή μπορούμε να προχωρήσουμε συμφωνώντας στα βασικά, χωρίς να κινδυνολογούμε, προκαλώντας αμφιβολίες σε όσους μας παρακολουθούν, για ό,τι καταφέραμε, ως χώρα και ως κοινωνία, όλα αυτά τα δυσκολα χρόνια.
***
Τώρα ορισμένοι κηρύσσουν μια στρατηγική λήθης. Η ιστορία γι’ αυτούς αρχίζει το 2015. Θέλουν, ο κόσμος να ξεχάσει και την κρίση και τη χρεοκοπία και όσους ευθύνονται γι’ αυτήν.
Όμως και να θέλαμε να ξεχάσουμε την κληρονομιά του παρελθόντος δεν μπορούμε. Διότι είναι εδώ, αιχμαλωτίζει το παρόν και αποτελεί ανάχωμα για το μέλλον.
Αναφέρομαι σε προβλήματα διαχρονικά διαρθρωτικά που τα μνημόνια δεν τα ακούμπησαν αλλά τα επιδείνωσαν κιόλας. Είναι τα προβλήματα, που μαζί με την κλιματική αλλαγή και την 4η Βιομηχανική Επανάσταση ορίζουν τη μετά τα μνημόνια ατζέντα.
Δεν μπορούμε, λοιπόν, να πάμε πουθενά με τη λήθη και τον εφησυχασμό. Δεν θα κάνουμε την Ελλάδα καλύτερη αν επαναλάβουμε λογικές του παρελθόντος. Θα κάνουμε την Ελλάδα καλύτερη δηλαδή, χώρα ανθεκτική, με οικονομία βιώσιμη, με κοινωνία αλληλέγγυα και δίκαιη, αν στηριχτούμε σε μια νέα αυτογνωσία που ενσωματώνει μαθήματα του παρελθόντος και σε μια νέα συλλογική αυτοπεποίθηση που χτίζεται βήμα-βήμα κλείνοντας πληγές του χθες, πετυχαίνοντας στόχους του αύριο.
Η νέα ατζέντα και οι δύο επιλογές
Κατά τη δεκαετία πριν από την κρίση εισέρευσαν στη χώρα, με διάφορες μορφές 400 και κατ’ άλλους 700 δισ. ευρώ. Όμως αυτοί οι τεράστιοι πόροιαντί να στηρίξουν ένα σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, κατευθύνθηκαν σε τομείς εύκολου και γρήγορού κέρδους. Αναπτύχθηκαν, έτσι, τομείς παραγωγής μη εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, χαμηλής προστιθέμενης αξίας και δραστηριότητες προσοδοθηρικές.
Το αποτέλεσμα ήταν η αποβιομηχάνιση να ενταθεί, η αγροτική οικονομία να περιθωριοποιηθεί, η παραγωγική υποβάθμιση να μεγαλώσει.
Αυτό που ονομάστηκε, λοιπόν, πριν από την κρίση «ανάπτυξη» και μάλιστα ισχυρή, δεν ήταν παρά η παραγωγική υποβάθμιση, η δημογραφική επιδείνωση, οι επίμονες ανισότητες, η στροφή της οικονομίας σε τομείς χαμηλής προστιθέμενης αξίας και δραστηριότητες προσοδοθηρικές, η εξάπλωση της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής. Αυτή ήταν η βαθύτερη αιτία της χρεοκοπίας.
Για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις που έρχονται πρέπει ταυτόχρονα να αναμετρηθούμε με αυτήν τη βαριά κληρονομία του παρελθόντος. Και εδώ αναδύονται διλήμματα και αντιπαρατίθενται επιλογές.
Ο ένας δρόμος είναι αυτός που αναζητά τις δήθεν εύκολες λύσεις και το άμεσο και μέγιστο όφελος, αδιαφορώντας για τις κοινωνικές και οικολογικές συνέπειες, και για τις προοπτικές. Διότι παρουσιάζουν ως μέλλον, το παρελθόν, το μοντέλο της επίπλαστης ευμάρειας με δανεικά, του εύκολου κέρδους και των δήθεν εύκολων λύσεων.
Στην παρούσα συγκυρία ο εύκολος δρόμος συμπυκνώνεται στην υπόσχεση για ανάπτυξη 4%, με «όπλο» τις φορολογικές ελαφρύνσεις και τη μείωση της γραφειοκρατίας.
Όμως σε μια εποχή που τόσο η κλιματική αλλαγή όσο και η 4η Βιομηχανική Επανάσταση δημιουργούν νέες απαιτήσεις, δε μπορούμε να επιστρέψουμε στον αναχρονισμό που ταύτιζε την ανάπτυξη με την οικονομική μεγέθυνση, ονόμαζε «πρόοδο» την καταστροφή του περιβάλλοντος και επεδίωκε την ανταγωνιστικότητα με συμπίεση των μισθών και των εργασιακών δικαιωμάτων. Διότι ανάπτυξη στην εποχή μας, σημαίνει ποιοτικούς μετασχηματισμούς που καθιστούν την οικονομία και την κοινωνία ανθεκτική και καινοτόμα ικανή να προσαρμοστεί, να αμυνθεί, να αξιοποιήσει ευκαιρίες και δυνατότητες. Από αυτό εξαρτώνται και οι ρυθμοί μεγέθυνσης.
Επιζητά, δηλαδή, ο δρόμος αυτός τη μεγέθυνση της υπάρχουσας δομής, του τρόπου ανάπτυξης που έχει χρεοκοπήσει.
Γι’ αυτό οι υποστηρικτές αυτής της άποψης, όπως ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, άλλοτε ανοίγει και άλλοτε κλείνει το μάτι στη φοροδιαφυγή, άλλοτε καταγγέλει και άλλοτε υπόσχεται προστασία στην επιχειρηματική παραβατικότητα, άλλοτε θεωρεί πρόβλημα και άλλοτε χαϊδεύει τα αυτιά της παραοικονομίας έτσι ώστε να είναι ικανοποιημένοι όλοι όπως ακριβώς συνέβαινε και στο παρελθόν.
Για τον ίδιο λόγο -οι οπαδοί του εύκολου δρόμου- αναζητούν το μέλλον στην 7ημερη εργασία των εργαζομένων και στα 12ωρα, όταν είμαστε η χώρα του ΟΟΣΑ με το μεγαλύτερο χρόνο εργασίας και όταν στο φόντο της 4ης Bιομηχανικής Επανάστασης και των δραματικών ανατροπών που αυτή προοιωνίζεται, η προοδευτική ανθρωπότητα συζητά τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη βελτίωση της παραγωγικότητας, όχι με την αύξηση, αλλά με τη μείωση του χρόνου εργασίας, επανασχεδιασμό του εργάσιμου βίου και της εργάσιμης βδομάδας και ριζική αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων στο μέλλον.
Όμως αν η επιστροφή στο παρελθόν είναι ανέφικτη, η επιστροφή στις λογικές του παρελθόντος είναι επικίνδυνη. Διότι εγκυμονεί το κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού και κοινωνικής αποσύνθεσης.
Παράδειγμα η φορολογία. Βεβαίως υπάρχει θέμα υπερφορολόγησης για όσους πράγματι πληρώνουν φόρους. Και βεβαίως πρέπει να γίνουν φοροελαφρύνσεις στοχευμένες, που να ενισχύουν τη δικαιοσύνη και τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Αλλά είναι γνωστό πότε και γιατί δημιουργήθηκε το πρόβλημα αυτό. Όπως δείχνουν τα στοιχεία της Eurostat, την περίοδο 2009-2014 το φορολογικό βάρος αυξήθηκε κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες. Στη συνέχεια, την περίοδο 2015-2018, το φορολογικό βάρος αυξήθηκε περαιτέρω κατά 1,6 μονάδες. Το να ανάγεται, λοιπόν, το πρόβλημα σε κάποια ιδεοληψία της παρούσας κυβέρνησης και όχι στη χρεοκοπία, τα μνημόνια και την πολιτική που επέβαλαν οι δανειστές ενέχει τον κίνδυνο να επαναληφθεί το γνωστό ιστορικό μοτίβο: Πρώτα έρχεται η χρεοκοπία. Μετά έρχεται η υπερφορολόγηση. Μετά κάποιοι φωνάζουν «κάτω οι φόροι». Μετά, έρχεται η καταστροφή, η κρίση επιστρέφει. Συνέβη στο παρελθόν, ας μην επιστρέψουμε να επαναληφθεί.
Ο δικός μας δρόμος δεν αναζητά τις δήθεν εύκολες λύσεις, που όμως συσσωρεύουν βάρη στο μέλλον, αλλά τις βιώσιμες λύσεις, τα διατηρήσιμα αποτελέσματα. Γι’ αυτό και είναι ανηφορικός.
Όμως αν θέλουμε μια ανάπτυξη διατηρήσιμη και βιώσιμη όπως απαιτούν και οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ πρέπει να επενδύσουμε σε ανθεκτικά «ακριβά» υλικά: Στη γνώση, την έρευνα, την καινοτομία, το καθαρό περιβάλλον, την οργανωμένη δόμηση, τη σχεδιασμένη ανάπτυξη. Όλα αυτά απαιτούν το ριζικό μετασχηματισμό του κράτους. Διότι όλα αυτά απαιτούν ένα κράτος που να στηρίζει τη χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, που θα οργανώνει τη συνεργασία δημοσίου, ιδιωτικού και κοινωνικού τομέα, ένα κράτος που θα εμπιστεύεται τους πολίτες και θα κερδίζει την εμπιστοσύνη τους. Και χαίρομαι που αυτή η κυβέρνηση έδωσε τέτοια προτεραιότητα στην έρευνα και μπόρεσε σε συνθήκες κρίσης να αυξήσει τη δαπάνη γι’ αυτήν και να δημιουργήσει απτές δυνατότητες σε νέους ερευνητές και νεοφυείς επιχειρήσεις κερδίζοντας την ευρωπαϊκή αναγνώριση γι’ αυτό. Και χαίρομαι επίσης που ήταν αυτή η κυβέρνηση που εξόπλισε τη χώρα με μια Ολιστική Αναπτυξιακή Στρατηγική για το μέλλον σε αντιστοιχία με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ.
Η μετάβαση στο νέο υπόδειγμα ανάπτυξης απαιτεί σχέδιο και συγκεκριμένη στρατηγική, στόχους, και πολιτικές που να τους υπηρετούν, ειδικά χρηματοδοτικά εργαλεία, κοινωνικές συμμαχίες, και θεσμούς κοινωνικού διαλόγου.
Η Ολιστική Αναπτυξιακή Στρατηγική για το μέλλον που υλοποιούμε ως Υπουργείο Οικονομίας & Ανάπτυξης και ως κυβέρνηση συνολικά αποτελεί μια ισχυρή αφετηρία και μια βάση συνεννόησης και συνεργασίας τόσο με την ελληνική κοινωνία και τους φορείς της όσο και με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Η Στρατηγική διαμορφώθηκε σε αντιστοιχία προς τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ. Εξειδικεύεται σε 100 περίπου διαρθρωτικές αλλαγές και 40 ποσοτικούς στόχους και δείκτες ελέγχου.
Η δική μας απάντηση στο πρόβλημα της φορολογίας είναι «ναι» σε στοχευμένες αναπτυξιακές και δίκαιες φοροελαφρύνσεις με βάση το δημοσιονομικό χώρο που δημιουργούμε. Λέμε όμως ένα ισχυρό «όχι» σε κάθε προσπάθεια επιστροφής ή διολίσθησης στο πριν από την κρίση καθεστώς υποφορολόγησης και ασυδοσίας. Η αύξηση του συντελεστή απόσβεσης στο 150%, η μείωση του συντελεστή φορολογίας νομικών προσώπων, η υπερέκπτωση σε δαπάνες έρευνας, τα κίνητρα για ευρεσιτεχνίες κ.α. είναι μέτρα προς αυτήν την κατεύθυνση.
Η δική μας απάντηση στο πρόβλημα της γραφειοκρατίας και των επενδύσεων είναι η προώθηση των μεταρρυθμίσεων και η χρήση των ψηφιακών δυνατοτήτων, που βελτιώνουν το επιχειρηματικό και το επενδυτικό περιβάλλον, μειώνουν το διοικητικό κόστος, ιδιαίτερα των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, και δημιουργούν σχέσεις διαφάνειας και εμπιστοσύνης ανάμεσα στις επιχειρήσεις και τη διοίκηση. Γνωρίζετε ότι στις κατευθύνσεις αυτές στο Υπουργείο Οικονομίας & Ανάπτυξης υλοποιούμε ένα εκτεταμένο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και νομοθετικών παρεμβάσεων προς αυτήν την κατεύθυνση. Και χαίρομαι που κι εσείς αναγνωρίζετε ότι το φαύλο καθεστώς που παραλάβαμε, ειδικά στη λειτουργία του Αναπτυξιακού Νόμου, ανήκει στο παρελθόν.
Η φετινή γενική συνέλευση του ΣΕΒ συμπίπτει με την προεκλογική περίοδο. Παρόλα αυτά επέλεξα να σας παρουσιάσω όχι τον δήθεν εύκολο δρόμο, αλλά τον ανηφορικό, διότι κατά τη γνώμη μου μόνο έτσι θα κατακτήσουμε τη βιωσιμότητα, την ανθεκτικότητα, τη δικαιοσύνη. Γι’ αυτό προχωράμε με σιγουριά και αυτοπεποίθηση, ότι οι επιλογές μας εκφράζουν βαθύτερες ανάγκες της χώρας και της κοινωνίας και γι’ αυτό θα βρουν και αυτή τη φορά τη στήριξη του ελληνικού λαού.
Σας ευχαριστώ.
Γιάννης Δραγασάκης - Yannis Dragasakis
12 ώρες πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
6 ημέρες πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 εβδομάδα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
4 εβδομάδες πριν
«Το καθήκον των αριστερών & προοδευτικών δυνάμεων σε ένα περιβάλλον προκλήσεων & απειλών»
dragasakis.gr
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
4 εβδομάδες πριν
Main - Alexis Tsipras Institute Events
rb.gy
Clifford Chance, Δικηγόρος – εξειδίκευση δίκαιο της ενέργειας & ανταγωνισμόςShare on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
Latest Twetter Feeds
Could not authenticate you.
Newsletter