«Η Ελλάδα για πρώτη φορά έχει σχέδιο ανάπτυξης»

Ομιλία στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση Βουλή για την οικονομία.

Πρωτολογία

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχοντας ακούσει τους εκπροσώπους όλων των κομμάτων, θα ήθελα να προσπαθήσω σε σύντομο χρόνο να απαντήσω σε ορισμένα από τα ερωτήματα που αναδείχθηκαν.

Το πρώτο ερώτημα είναι πώς προέκυψε αυτό το σχέδιο και με ποιες διαδικασίες.

Το δεύτερο είναι ποιοι είναι οι στόχοι του, τι επιδιώκουμε και ποιοι είναι οι βασικοί πυλώνες αυτού του σχεδίου.

 Το τρίτο είναι με ποιον τρόπο θα τους υλοποιήσουμε, με ποιες διαδικασίες, με ποιες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις, με ποιες συμμαχίες.

Βεβαίως υπάρχουν και άλλα ερωτήματα, αλλά νομίζω ότι αυτά είναι τα πιο κεντρικά, τα οποία, άλλωστε, είναι και γόνιμο να τα συζητεί κανείς, ακόμα κι αν έχει διαφορετικές απόψεις.

Αφετηρία σχεδιασμού για την Ελλάδα του 2030

Σε ό,τι αφορά το πρώτο ερώτημα, πρέπει να θυμίσω ότι το έλλειμμα σχεδιασμού στη χώρα μας είναι διαχρονικό. Σχέδιο ανάπτυξης δηλαδή χρειαζόμασταν και πριν από τα μνημόνια και πριν από την κρίση και ένας από τους λόγους που χρεοκοπήσαμε, εκτός των άλλων, ήταν και ακριβώς αυτό, το ότι είχαμε ένα άναρχο, αποσπασματικό και άνισο τρόπο ανάπτυξης, παρά την «αφθονία» των πόρων που είχαμε, ιδίως τα τελευταία χρόνια πριν από την κρίση.

Μια πρώτη, λοιπόν, απόπειρα διαμόρφωσης ενός αναπτυξιακού σχεδίου επιχειρήθηκε πριν από τη δική μας Κυβέρνηση, στη θητεία της προηγούμενης κυβέρνησης, η οποία στηριζόμενη στις προηγούμενες μελέτες McKinsey, ΙΟΒΕ, ΚΕΠΕ, παρουσίασε στο Eurogroup της 5ης Μαΐου 2014 μία ολιγοσέλιδη περίληψη κειμένου με τίτλο «Ελλάδα 2021». Δεν το βρήκαμε στο Υπουργείο. Βρήκα, όμως, δημοσιευμένο το κείμενο αυτό στην «Καθημερινή» της αντίστοιχης περιόδου. Αυτό ήταν το σχέδιο ανάπτυξης της προηγούμενης κυβέρνησης. Θα περίμενα από τον κ. Μητσοτάκη και από την κυρία Γεννηματά κάποια αυτοσυγκράτηση στον τόνο και στον τρόπο με τον οποίον μίλησαν.

Αυτό είναι το σχέδιο, το οποίο η παρούσα Κυβέρνηση κατέθεσε. Δεν είναι θέμα διαφοράς όγκου ή ποσότητας. Είναι ποιοτική η διαφορά. Το κείμενο, λοιπόν, αυτό, το οποίο σας μοιράστηκε χθες, έχει λάβει υπόψη του όλες τις προηγούμενες προσπάθειες, βασίστηκε όμως κυρίως στην προεργασία που προηγήθηκε τα τρία τελευταία χρόνια. Βασίστηκε στην προεργασία του ΚΕΠΕ με Υπουργό τον κ. Σταθάκη και του Αναπτυξιακού Συμβουλίου, το οποίο είχε στο μεταξύ δημιουργηθεί από τον κ. Σταθάκη και στη συνέχεια από τον κ. Παπαδημητρίου. Στη συνέχεια καταλήξουμε σε μια τελική προσπάθεια, αφού συνυπολογίσαμε όλα τα δεδομένα, με μια Επιτροπή υπό τον κ. Χαρίτση, η οποία συνέταξε το τελικό κείμενο, λαμβάνοντας υπόψη τις πολλές διαβουλεύσεις που έγιναν με κοινωνικούς και παραγωγικούς φορείς, τη συσσώρευση πολύτιμης εμπειρίας από τον ανοικτό διάλογο που πραγματοποιήθηκε στα Περιφερειακά Αναπτυξιακά Συνέδρια, καθώς και τη διαβούλευση, τις παρατηρήσεις που δεχτήκαμε και τις προτάσεις από τους ευρωπαϊκούς Θεσμούς.

Επομένως, μιλάμε για μια διαδικασία διαφανή, ανοικτή της οποίας το αποτέλεσμα αποτελεί μια φάση, ένα πρώτο βήμα στην προσπάθεια σχεδιασμού του μέλλοντος. Δεν είναι το τελικό. Είναι, όμως, μια γέφυρα από τη μνημονιακή διαχείριση της κρίσης στο νέο ορίζοντα που θέλουμε να δημιουργήσουμε, σε ένα σχέδιο για την Ελλάδα του 2030 μέσω του οποίου θα αντιμετωπίσουμε όχι μόνο πληγές του παρελθόντος, αλλά θα προσεγγίσουμε και τις νέες προκλήσεις του μέλλοντος είτε αυτές λέγονται τέταρτη βιομηχανική επανάσταση είτε λέγονται νέος ρόλος της χώρας μας στον ευρύτερο χώρο, ρόλος που πρέπει να πω ότι και οι γειτονικές χώρες προσδοκούν να είναι πιο ενεργητικός και πιο ισχυρός στο μέλλον.

Ανακτούμε την κυριαρχία στη διαμόρφωση πολιτικής

Σε ό,τι αφορά το δεύτερο ερώτημα, αναφέρθηκαν αρκετά από τον Πρωθυπουργό, από τον Υπουργό Οικονομικών, τον κ. Τσακαλώτο. Θα ήθελα, λοιπόν, να επαναλάβω ότι στη φάση που μπαίνουμε με το τέλος του μνημονίου, ανακτούμε την κυριαρχία σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση της πολιτικής. Όποιες επισκέψεις και επιτηρήσεις θα γίνονται, θα έχουν το χαρακτήρα που έχουν και σε άλλες χώρες. Δεν θα υπάρχει εξάρτηση από τις δόσεις, ούτως ώστε να επιβάλλονται πολιτικές με τις οποίες δεν θα συμφωνούμε. Έχουμε, λοιπόν, μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας, αλλά για αυτό και μεγαλύτερες ευθύνες σε ό,τι αφορά το σχεδιασμό του μέλλοντος μας.

Το κρίσιμο νομίζω δεν είναι η ανάπτυξη γενικώς. Ανάπτυξη είχαμε και στο παρελθόν. Το κρίσιμο είναι πώς θα διασφαλίσουμε ότι η ανάπτυξη θα είναι οικονομικά σταθερή και διατηρήσιμη, πώς θα είναι οικολογικά βιώσιμη και πώς θα είναι κοινωνικά δίκαιη. Και αυτό τον φιλόδοξο στόχο θέτει το σχέδιο, η στρατηγική για την ανάπτυξη που σας έχουμε μοιράσει.

Θα μπορούσα να ξεχωρίσω δύο πυλώνες που συμπυκνώνουν το σχέδιο αυτό. Ο πρώτος πυλώνας είναι να δημιουργήσουμε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, ανθεκτικό στις κρίσεις, βιώσιμο οικολογικά, δίκαιο κοινωνικά, όπως είπα, και για να το πετύχουμε αυτό πρέπει να κάνουμε επιλογές.

Πρέπει να αποφασίσουμε ότι ήταν λάθος που αφήσαμε να παρακμάσει ο πρωτογενής τομέας, ήταν τραγικό λάθος που αποδεχθήκαμε την αποβιομηχάνιση της χώρας ως μία «νομοτέλεια». Πρέπει να αποφασίσουμε ρητά ότι η βιωσιμότητα της χώρας εξαρτάται από τη διεύρυνση και την ποιοτική αναβάθμιση της παραγωγικής βάσης, ότι η βιομηχανία σε παραδοσιακούς αλλά και σε σύγχρονους τομείς, μαζί με την πρωτογενή παραγωγή και τον τουρισμό, την έρευνα, θα γίνουν ο βασικός πυλώνας του νέου παραγωγικού υποδείγματος.

Στην κατεύθυνση αυτή, όταν θα διαβάσετε το κείμενο, πιστεύω θα δείτε ένα νέο θεσμικό οπλοστάσιο της ανάπτυξης. Μην μείνετε μόνο στα μέτρα της συγκυρίας. Αλλάζουμε τον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται η ανάπτυξη της χώρας.

Πρώτον, συγκροτούμε τομεακές και κλαδικές πολιτικές, οι οποίες δεν υπάρχουν στους περισσότερους τομείς.

Δεύτερον, θεσπίζουμε πολιτικές και διαδικασίες για τη δημιουργία και την ενίσχυση διακλαδικών σχέσεων. Δεν αρκεί να αναπτύσσεται ο τουρισμός όταν οι τουρίστες καταναλώνουν εισαγόμενα προϊόντα, διότι τότε ο τουρισμός συντελεί στην ανάπτυξη των εισαγωγών. Δεν συνιστά ανάπτυξη της εγχώριας οικονομίας. Γι’ αυτό επενδύουμε μεγάλη προσπάθεια, κι έχουμε και ανταπόκριση, να συνδέσουμε τον τουρισμό με την εγχώρια παραγωγή, να συνδέσουμε την αγροτική παραγωγή με τη μεταποίηση, να συνδέσουμε την ενέργεια με την εγχώρια προστιθέμενη αξία κι ούτω καθ’ εξής.

Τρίτον, δημιουργούμε νέα εργαλεία χρηματοδότησης μαζί και μια Αναπτυξιακή Τράπεζα και δεν είναι σωστό ότι δεν έχουμε πόρους γενικώς. Μόνο οι δημόσιοι πόροι που διατίθενται, όπως λέει το Πρόγραμμα, την επόμενη πενταετία υπερβαίνουν τα 45 δισεκατομμύρια ευρώ με 50 δισεκατομμύρια ευρώ, χωρίς να έχουμε βάλει τους πόρους από το τραπεζικό σύστημα ή από άλλους ιδιωτικούς φορείς.

Τέταρτον, δημιουργούμε νέου τύπου σχέσεις ανάμεσα στο κράτος και τις επιχειρήσεις που βασίζονται στη διαφάνεια, στους κοινούς κανόνες και όχι στις πελατειακές σχέσεις και ό,τι απέρρεε απ’ αυτές. Και στο Υπουργείο Ανάπτυξης βρήκαμε αρκετούς σκελετούς, περισσότερους απ’ όσους θα περίμενε κανείς, από αυτήν την άποψη.

Πέμπτο σημείο. Ενθαρρύνουμε τη δημιουργία νέων θεσμών συμμετοχής της κοινωνίας στην αναπτυξιακή διαδικασία. Δημιουργούμε ένα οικοσύστημα νέων συλλογικών υποκειμένων της ανάπτυξης, διότι η ανάπτυξη δεν γίνεται μόνο από το κράτος και την ιδιωτική επιχείρηση.

Ενεργειακές κοινότητες, κοινωνική οικονομία, μικροπιστώσεις αποτελούν ένα πλέγμα θεσμών που θα επιτρέψουν στους κατοίκους, στους πολίτες των πόλεων, των νησιών, των αγροτικών περιοχών να έχουν οι ίδιοι έναν ενεργητικό ρόλο στην ανάπτυξη.

Επιλύουμε προβλήματα δεκαετιών, διότι η ανάπτυξη και μάλιστα με βιωσιμότητα δεν γίνεται χωρίς να επιλύουμε προβλήματα δασικών χαρτών, κτηματολογίου και άλλων προϋποθέσεων σχεδιασμού των χρήσεων γης και της ανάπτυξης.

Σε ό,τι αφορά το δεύτερο πυλώνα, περιορίζομαι να πω, λόγω χρόνου, ότι για εμάς το κοινωνικό κράτος δεν αποτελεί τροχοπέδη, αλλά πολλαπλασιαστή της ανάπτυξης. Ακριβώς γι’ αυτό, ακολουθώντας και τους Στόχους της Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ που ενσωματώνονται σε αυτό το σχέδιο, δίνουμε μεγάλο βάρος ακριβώς στην ταυτόχρονη συνδυασμένη επιδίωξη τόσο της οικονομικής μεγέθυνσης όσο και της οικολογικής προστασίας, καθώς και της κοινωνικής προστασίας και ανάπτυξης.

Σχέδιο ρήξης με το παρελθόν – Σχέδιο ευρείας προοδευτικής συμμαχίας

Το τρίτο ερώτημα είναι με ποιες δυνάμεις. Πολλά από τα προαναφερόμενα μέτρα και άλλα που υπάρχουν στο κείμενο, μπορεί να τα βρει κανείς σε προγράμματα και άλλων κομμάτων. Πολλά αποτελούν διεθνείς καλές πρακτικές και εμπειρίες. Συνολικά, όμως, το σχέδιο ειδικά για τα μέτρα τα δικά μας τα ελληνικά αποτελεί μία σαφή ρήξη με το παρελθόν, έχει σαφές ιδεολογικό και πολιτικό πρόσημο, βρίσκεται στην αντιπαράθεση με κάθε σχέδιο το οποίο απορρέει από τη νεοφιλελεύθερη λογική ότι δήθεν οι αγορές έχουν ενδογενή αποτελεσματικότητα ή μέσω αυτοματισμού των αγορών μπορούμε να επιτύχουμε τους οικονομικούς και τους κοινωνικούς στόχους.

Είναι, δηλαδή, το σχέδιο αυτό η βάση για μία ευρεία, προοδευτική πολιτική και κοινωνική συμμαχία, η οποία ακριβώς και μπορεί να το φέρει σε πέρας.

Θα ήθελα στο σημείο αυτό, τελειώνοντας, να κάνω δύο σύντομα σχόλια.

Σε ό,τι αφορά τη Νέα Δημοκρατία, νομίζω ότι το πρόβλημα, κύριε Πρόεδρε, είναι μεθοδολογικό. Μένετε σε παραδοχές οι οποίες έχουν διαψευσθεί. Προσπαθήσατε να απαντήσετε σε προβλήματα κοινωνικά με εργαλεία τα οποία έχουν τα αντίθετα αποτελέσματα. Δεν έχετε ακόμα αποδεχθεί ότι οι ανισότητες δεν αποτελούν μία φυσική τάξη πραγμάτων, αλλά αποτελούν και κοινωνικό πρόβλημα, αλλά και εμπόδιο της ανάπτυξης.

Αδυνατείτε να κατανοήσετε ότι ορισμένα από τα προβλήματα που συζητούμε, όπως η φοροδιαφυγή, η παραοικονομία, η στρεβλή επιχειρηματικότητα, δεν αποτελούν συγκυριακά συμπτώματα, αλλά αποτελούν ταυτοτικά χαρακτηριστικά του ιδιόμορφου, κρατικοδίαιτου, ελληνικού καπιταλισμού.

Άρα, χρειάζονται βαθιές αλλαγές, ρήξεις σε προοδευτική κατεύθυνση, για να μπορέσουμε ακριβώς να δημιουργήσουμε αυτό που ονομάζουμε το νέο υπόδειγμα ανάπτυξης.

Σε ό,τι αφορά την κυρία Γεννηματά και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, η μόνη παρατήρηση που θέλω να κάνω είναι ότι ο ισοπεδωτισμός δεν αποτελεί ορθή μέθοδο πολιτικού διαλόγου και πολιτικής ανάλυσης. Μπορεί να θεωρεί κάποιος υποτιμητικό ότι επανέρχονται οι συλλογικές διαπραγματεύσεις. Μπορεί κάποιος να θεωρεί δευτερεύον το θέμα του αν θα έχουμε ανάπτυξη μέσω υπηρεσιών ή αν θα έχουμε ανάπτυξη μέσω παραγωγικής βάσης, μέσω νέων τεχνολογιών, μέσω καινοτόμων δραστηριοτήτων κλπ. Αυτά, όμως, τα δευτερεύοντα θέματα καθορίζουν τη ζωή των ανθρώπων, καθορίζουν τη βιωσιμότητα της κοινωνίας και άλλους πολλούς παράγοντες.

Επομένως, στην παρούσα φάση, ακριβώς είναι τα κριτήρια για να επιλέξει κανείς την κατεύθυνση στην οποία θα κινηθεί∙ αν θέλει κοινωνικό κράτος ή αν θέλει outsourcing, αν θέλει κοινωνική δικαιοσύνη ή αν θεωρεί ότι οι ανισότητες είναι αποδεκτές ή και επιταχύνουν την ανάπτυξη.

Με αυτές τις σκέψεις, λοιπόν, θα ήθελα να προτείνω το κείμενο αυτό να αντιμετωπιστεί όπως είναι, δηλαδή ως μία σημαντική προσπάθεια. Για πρώτη φορά η χώρα μας έχει ένα σχέδιο ανάπτυξης, ένα σχέδιο το οποίο είναι προϊόν διαλόγου κι έχει και την ανοχή, θα πω εγώ, και των ευρωπαϊκών θεσμών.

Δεν είναι το τέλος της προσπάθειας. Πάρα πολλά από αυτά που άκουσα, παραδείγματος χάρη από τον κ. Θεοδωράκη, είναι σκέψεις και παρατηρήσεις που θα μπορούσαν να συζητηθούν σ’ ένα διάλογο οργανωμένο. Είναι ακριβώς ένα πλαίσιο για εξειδίκευση και εμπλουτισμό, για διάλογο και επιδίωξη αναζήτησης ευρύτερων συναινέσεων.

Δείτε το, λοιπόν, ως τέτοιο και είμαι βέβαιος πως για όσους το κάνετε, κάποιο όφελος θα υπάρξει από την κατανόηση και την αξιοποίηση του. Σας ευχαριστώ.

Δευτερολογία

Η σημερινή συζήτηση έγινε στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου κατά κάποιο τρόπο, με αφορμή την επιστολή της κυρίας Γεννηματά. Ως συζήτηση στο πλαίσιο λοιπόν του ελέγχου της Κυβέρνησης, νομίζω ότι είχε ένα ικανοποιητικό περιεχόμενο. Διαφάνηκαν οι διαχωριστικές γραμμές, ακούστηκαν πάρα πολλά θέματα και τέθηκαν ερωτήματα.

Εάν, όμως, το δούμε ως μία συζήτηση για το αναπτυξιακό μέλλον της χώρας, μιας χώρας που βίωσε μία καταστροφική κρίση και μία κρατική χρεοκοπία, νομίζω ότι τη συζήτηση αυτή πρέπει να τη θεωρήσουμε απλώς ένα προεισαγωγικό στάδιο. Θέλω να πω, δηλαδή, ότι χρειάζονται κι άλλες συζητήσεις, πιο ουσιαστικές.

Επίσης, φάνηκε, νομίζω, ότι η συζήτηση γι’ αυτά τα θέματα απαιτεί κι ένα άλλο κλίμα. Βεβαίως, υπάρχουν αντιπαραθέσεις, αλλά χρειάζεται να έχουμε και κοινά δεδομένα, κοινούς αριθμούς, ούτως ώστε η αντιπαράθεση να είναι επί της πολιτικής κι όχι επί των εντυπώσεων.

Η ισχυρή ανάπτυξη δεν θα προκύψει «αυτόματα»

Με αυτή λοιπόν, τη διαπίστωση θα ήθελα να σχολιάσω ορισμένα επιχειρήματα που ακούστηκαν στην τελευταία φάση της συζήτησης. Και το πιο ενδιαφέρον επιχείρημα είναι αυτό που διατύπωσε ο κ. Μητσοτάκης, ότι όταν μια οικονομία είναι σε ύφεση, όσο πιο μεγάλη είναι η ύφεση τόσο πιο απότομη μετά είναι η ανάκαμψη. Η θεωρία του ελατηρίου. Είναι όντως μια γνωστή άποψη που διατυπώνεται από οικονομολόγους.

Όμως, εδώ πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι όταν μια οικονομία έχει μεγάλο ιδιωτικό χρέος, όταν δηλαδή η οικονομική κρίση συνοδεύεται με τραπεζική κρίση, όπως συνέβη σε εμάς, τότε το μεγάλο ιδιωτικό χρέος λειτουργεί ως βαρίδι στην ανάκαμψη. Και ακριβώς υπήρξαν μεγάλες ευθύνες που για αρκετά χρόνια τα «κόκκινα» δάνεια αυξάνονταν χωρίς να υπάρχει ένα σύστημα μέτρων και ένας σχεδιασμός για τη μείωσή τους, κάτι το οποίο συμβαίνει σήμερα. Άρα, τα πολλά «κόκκινα» δάνεια αχρηστεύουν το τραπεζικό σύστημα και στην πραγματικότητα έχουμε μια ανάκαμψη χωρίς πιστώσεις ή τουλάχιστον είχαμε. Τώρα περνάμε ακριβώς στο στάδιο που, ακριβώς επειδή μειώνονται τα «κόκκινα» δάνεια, επειδή αρχίζει η ανάκαμψη της οικονομίας, επειδή βγαίνουμε από τα μνημόνια, αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί.

Το δεύτερο πρόβλημα που πρέπει κανείς να λάβει υπόψη, αν θέλει να χρησιμοποιήσει αυτή τη θεωρία του ελατηρίου, είναι ότι αν η ύφεση είναι τόσο βαθιά αλλά και παρατεταμένη, τότε επέρχεται απαξίωση μεγάλου μέρους του παραγωγικού δυναμικού. Ένα εργοστάσιο λ.χ. μπορεί να είναι στη θέση του και σήμερα, τα μηχανήματα μπορεί να είναι εκεί, αλλά η τεχνολογική αλλαγή που έχει επέλθει δεν σημαίνει ότι αυτό το εργοστάσιο σήμερα είναι σε θέση απλώς να τα βάλει μπροστά και να παραγάγει προϊόντα. Άρα, έχουμε καταστροφή και απαξίωση ενός μέρους του παραγωγικού δυναμικού, γι’ αυτό η ανάκαμψη θα δυναμώνει στο βαθμό που δυναμώνουν οι επενδύσεις. Κι αν υπάρχει κάτι ελπιδοφόρο σε αυτόν τον πρώτο χρόνο της ανάκαμψης που άρχισε το 2017, αυτό νομίζω είναι ότι έχουμε μία τάση προς ανάκαμψη των επενδύσεων.

Αν κάποιος θέλει να εντρυφήσει περισσότερο σε αυτά, τον παραπέμπω και σε ένα άρθρο που δημοσίευσε ένας γνωστός Έλληνας οικονομέτρης, ο κ. Ζόνζηλος, στην «Καθημερινή της Κυριακής» ο οποίος επικαλούμενος και διεθνείς μελέτες λέει ότι όταν μια χώρα έχει παρατεταμένη κρίση -και στην περίπτωσή μας η κρίση ήταν δεκαετής, ύφεση, τραπεζική κρίση συν πολλά άλλα παράλληλα, που είχαμε κι εμείς, τότε η ανάκαμψη έχει δυσκολίες και αυτό ακριβώς πρέπει να το λάβουμε υπ’ όψιν μας. Διότι εύκολα λέει κανείς η ανάκαμψη να γίνει 4% ή 5%, αλλά αυτό μένει ως λόγια του αέρα, αν δεν συνοδεύεται από συγκεκριμένες πολιτικές σαν αυτές που περιέχει το σχέδιο Αναπτυξιακής Στρατηγικής το οποίο σας έχουμε μοιράσει.

Ό,τι προβλέπεται και για τις υπόλοιπες χώρες, θα ισχύσει και για την Ελλάδα

Το δεύτερο που ακούστηκε είναι μία αντιπολιτευτική, θα έλεγα, παρερμηνεία γνωστών δεδομένων, όπως είναι η διευρυμένη εποπτεία, που είπαν η κυρία Γεννηματά και ο κ. Μητσοτάκης.

Όλα αυτά, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, διέπονται από τον Κανονισμό 472, ο οποίος υπάρχει από το 2013 και προβλέπει τι συμβαίνει σε μία χώρα όταν μπει σε Πρόγραμμα και τι συμβαίνει αφού βγει από το Πρόγραμμα.

Ό,τι, λοιπόν, έγινε στην Πορτογαλία, το ίδιο γίνεται και σε εμάς. Βεβαίως, η Πορτογαλία δεν ζήτησε αναδιάρθρωση του χρέους της. Εμείς ζητούμε αναδιάρθρωση του χρέους. Οπωσδήποτε, λοιπόν, εκεί θα υπάρχει κάποια διαφορά, αλλά όχι ποιοτική. Μπορεί αντί να είναι δύο οι εκθέσεις οι οποίες θα γίνονται για τη χώρα κάθε χρόνο, να είναι τρεις. Έχει, όμως, φύγει από τη μέση ο μηχανισμός πίεσης, που πολλές φορές λειτούργησε και ως μηχανισμός εκβιασμού. Μέχρι τώρα σου έλεγαν: «Κάνε αυτά, διαφορετικά δεν έχει δόση». Από εδώ και πέρα θα σου λένε: «Νομίζουμε ότι πρέπει να κάνεις αυτά». Και εμείς, όπως και άλλες κυβερνήσεις, θα έχουμε την ευχέρεια να πούμε: «Ωραία, ακούσαμε την πρότασή σας, αλλά εμείς, γι’ αυτούς και για εκείνους τους λόγους, ακολουθούμε αυτή την πολιτική που θεωρούμε σωστή για τη χώρα μας».

Άρα, εδώ χρειάζεται μία συνεννόηση, απ’ όσους θέλουν να συνεννοηθούν. Όσοι θέλουν να κάνουν αντιπολίτευση σε αυτό το έδαφος, δεν θα είναι πειστικοί, διότι η πραγματικότητα είναι αυτή που περιγράφουμε.

Σε καλύτερη θέση η Ελλάδα από αντίστοιχες στη φάση εξόδου από τα μνημόνια

Το τρίτο ερώτημα είναι γιατί έχουμε εμείς υψηλότερο επιτόκιο από την Πορτογαλία. Μα, είναι σοβαρό αυτό το ερώτημα για να το θέτουμε; Εμείς έχουμε χρέος 178%, μη βιώσιμο, η Πορτογαλία έχει χαμηλότερο χρέος, είναι εκτός μνημονίων και επομένως έχει χαμηλότερο ρίσκο χώρας.

Από εκεί και πέρα, οι διαφορές υπάρχουν όχι μόνο μεταξύ Πορτογαλίας και Ελλάδας. Αν δείτε τα επιτόκια στην Ιταλία σήμερα είναι υψηλότερα απ’ ό,τι είναι τα επιτόκια και στην Πορτογαλία και στην Ισπανία. Γιατί; Διότι και η Ιταλία έχει υψηλό χρέος σε σχέση με τις άλλες χώρες και διότι αυτή τη στιγμή έχει μια πολιτική αβεβαιότητα ως προς το μέλλον της.

Άρα, εμείς βγαίνοντας από τα μνημόνια, -εάν θέλει κανείς να το μελετήσει- είμαστε σε καλύτερη θέση απ’ ό,τι ήταν άλλες χώρες όταν έβγαιναν από τα μνημόνια.

Θωρακίζουμε τη χώρα από μελλοντικούς κινδύνους, χωρίς μνημόνια, χωρίς προληπτικές γραμμές

Από εκεί πέρα, βεβαίως, υπάρχει το θέμα των διεθνών αναταράξεων και το ενδεχόμενο νέων κρίσεων, που δεν μπούμε να το αποκλείσουμε. Υπάρχουν, λοιπόν, οι κίνδυνοι που υπάρχουν κάθε φορά που μία χώρα, έπειτα από έναν μακρύ αποκλεισμό από τις αγορές, επιχειρεί για πρώτη φορά να βγει στις αγορές.

Αυτούς τους κινδύνους συζητούμε εδώ κι έναν χρόνο στην Κυβέρνηση και μεταξύ μας, αλλά και με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Οι λύσεις είναι συγκεκριμένες, όπως είπε ο Πρωθυπουργός πριν. Δηλαδή είτε ζητείς νέο μνημόνιο είτε ζητείς προληπτική γραμμή ή δημιουργείς το δικό σου εθνικό ταμείο ως λύση δανεισμού ύστατης ανάγκης, οπότε εάν δεν μπορείς να δανειστείς από τις αγορές, να έχεις το δικό σου ταμείο. Τρεις είναι οι δυνατότητες. Καλό είναι και η Νέα Δημοκρατία, αλλά και οι άλλες πολιτικές δυνάμεις να αποσαφηνίσουν τη θέση τους.

Εμείς λέμε ότι η καλύτερη άμυνα έναντι αυτών των ενδεχόμενων κινδύνων είναι:

Πρώτον, να έχουμε δικό μας ταμείο, όσο γίνεται πιο ισχυρό.

Δεύτερον, να διασφαλίσουμε μία μείωση του χρέους, μία διευκόλυνση του χρέους, με σκοπό το χρέος να καταστεί βιώσιμο και ει δυνατόν, να έχει κι αυτόν τον μηχανισμό που συζητείται, ούτως ώστε ακόμα κι αν στο μέλλον έχουμε μία καθίζηση ή έναν κλονισμό βραχύβιο, να μπορούμε να μειώνουμε τις δόσεις και να εξυπηρετούμε κανονικά το χρέος.

Και ο τρίτος και πιο ισχυρός μηχανισμός άμυνας είναι να έχουμε μία ισχυρή δημοσιονομική θέση ως χώρα κι ένα νέο υπόδειγμα ανάπτυξης, που δομικά πια θα είναι ανθεκτικό απέναντι στις κρίσεις. Κι αυτό ακριβώς προσπαθούμε να κάνουμε.

Επομένως, νομίζω ότι τα επιχειρήματα της Αντιπολίτευσης -αυτά τουλάχιστον- είναι ισχνά. Θεωρώ ότι απηχούν την ακόμα μη σοβαρή αντιμετώπιση του κειμένου, το οποίο, όντως με καθυστέρηση, πήρατε στα χέρια σας. Ευελπιστώ ότι σε μία επόμενη φάση, μπορεί να μη μειωθούν οι αντιπαραθέσεις -μπορεί και να ενταθούν οι αντιπαραθέσεις- αλλά τουλάχιστον θα έχουν φύγει από τη μέση αυτά τα οποία, κατά την άποψή μου, αποτελούν δεδομένα μιας συζήτησης κι όχι η ίδια η συζήτηση.

«Οδικός χάρτης» υλοποίησης της Αναπτυξιακής Στρατηγικής

Τελειώνοντας, το σχέδιο αυτό έχει κι έναν μηχανισμό υλοποίησης, τον οποίο θα ήθελα να θέσω υπόψη σας. Δεν θα είναι, δηλαδή, ένα κείμενο για να μπει στο συρτάρι.

Πρώτα-πρώτα, αν το δείτε, βεβαίως έχει γενικούς στόχους, οι οποίοι απαιτούν εξειδίκευση. Παραδείγματος χάρη, το να θέλουμε να πάμε τη βιομηχανική παραγωγή στο 12% άμεσα και μετά στο 15% και στο 20%, αυτό θέλει ειδικό σχέδιο. Δεν θα γίνει έτσι.

Το ίδιο το σχέδιο, όμως, συνοδεύεται από έναν πολύ μεγάλο αριθμό συγκεκριμένων σχεδίων και δράσεων.

Δεύτερον, θα υπάρχει μία δομή υπό τον Πρωθυπουργό που θα έχει την πολιτική ευθύνη για την υλοποίηση του σχεδίου.

Τρίτον, θα υπάρχει μία δομή στο Υπουργείο Ανάπτυξης με ένα Επιστημονικό Συμβούλιο και με ένα Φόρουμ μόνιμου διαλόγου με τους κοινωνικούς φορείς και με τις τράπεζες. Θα έχουμε την ευκαιρία, λοιπόν, να συζητάμε, να αξιολογούμε και να αντιμετωπίζουμε τα όποια θέματα.

Μέχρι να γίνουν αυτά πάντως, το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης -και όλα τα Υπουργεία, βέβαια- είναι ανοιχτό. Με μεγάλη χαρά και εγώ και οι άλλοι Υπουργοί θα μπορούμε να σας δώσουμε ενημέρωση και για το τι έγινε, αλλά και για το τι σχεδιάζουμε να γίνει. Σας ευχαριστώ πολύ.

Για την ανασύνθεση της Αριστεράς | Άρθρο στις «Παρεμβάσεις» της εφημερίδας «Η εποχή» ... ΠερισσότεραΛιγότερα
Προβολή στο Facebook
Με μεγάλη θλίψη αποχαιρετούμε την Φανή Πετραλιά. Η Φανή προσωποποίησε με έναν σπάνιο τρόπο τη σύζευξη της χειραφετημένης γυναίκας, της ενεργής διαννοούμενης, της μαχητικής δημοσιογράφου & της ακάματης συνδικαλίστριας. Παιδί μιας εποχής που παρά τις δυσκολίες της ευνοούσε το ταίριασμα του λογισμού με τ' όνειρο για έναν καλύτερο κόσμο, η Φανή Πετραλιά ήταν πρότυπο & σημείο αναφοράς. Θα τη θυμόμαστε ως μια ξεχωριστή προσωπικότητα. Η σκέψη μας στους αγαπημένους της ανθρώπους. ... ΠερισσότεραΛιγότερα
Προβολή στο Facebook

Latest Twetter Feeds

YDragasakis @YDragasakis

Could not authenticate you.

Επικοινωνία

Μητροπόλεως 1
10557, Αθήνα

e-mail
ydragasakis@parliament.gr