Ομιλία σε πολιτική εκδήλωση στο Αιγάλεω με θέμα «Η Ελλάδα γυρίζει σελίδα: Παραγωγική Ανασυγκρότηση – Δίκαιη Ανάπτυξη για όλους».
Νομίζω ότι είναι χρήσιμο να κάνουμε μια ανασκόπηση από πού αρχίσαμε, τι παραλάβαμε, τι πετύχαμε, τι προβλήματα αντιμετωπίζουμε σήμερα και πώς θα προχωρήσουμε. Σ’ αυτά τα τέσσερα, λοιπόν, ερωτήματα θα ήθελα να πω ορισμένα πράγματα, αλλά πριν από αυτό πραγματικά δεν μπορώ κι εγώ να μην σχολιάσω ότι κάνουμε την εκδήλωση σε αυτό το ωραίο πάρκο και θυμάμαι να κάνουμε εδώ εκδηλώσεις από τη δεκαετία του ’80, ίσως και πιο πριν, πάντα έτσι ενδιαφέρουσες συζητήσεις από την εποχή του Μυστακόπουλου και ίσως και πιο πριν. Βέβαια, από τότε έως τώρα -και τότε είχαμε μεγάλες συγκεντρώσεις- έχουμε μια αλλαγή∙ ενώ τότε δρούσαμε κυρίως στα κινήματα στην κοινωνία, με ένα μικρό κόμμα που είχαμε τότε, με λίγους βουλευτές, σήμερα δρούμε και στο επίπεδο της διακυβέρνησης της χώρας, έχουμε την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας, ως πλειοψηφούσα δύναμη.
Και αυτό, λοιπόν, είναι ένα καινούργιο στοιχείο, διότι εμείς εκπροσωπούμε μια Aριστερά η οποία θέλει να είναι και κινηματική και κυβερνητική, με την έννοια της ικανότητας της διακυβέρνησης. Βέβαια, είχαμε και παλιά ορισμένες εμπειρίες κυρίως από την πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση, αλλά είναι η πρώτη φορά που έχουμε ως Aριστερά τη δυνατότητα να δοκιμάζουμε τις δυνάμεις μας τόσο στο κυβερνητικό επίπεδο όσο και στο επίπεδο της Περιφέρειας. Νομίζω ότι για πρώτη φορά συμβαίνει αυτό στη χωρά μας κι αν είχαμε τον τρόπο και τον χρόνο να έρθει εδώ η Ρένα [Δούρου] και να μας αναφέρει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ή και εγώ να επισημάνω αυτά που βλέπω από τα υπουργεία κλπ ή κι εσείς από την πλευρά σας να μας μεταφέρετε πώς βιώνετε όλα αυτά που κάνουμε ή δεν κάνουμε, αυτό, λοιπόν, θα ήταν ένα πλούσιο μάθημα για όλους μας. Κι αυτό που δεν μπορούμε να κάνουμε μέχρι στιγμής, όπως το περιέγραψα, είναι κάτι που αποτελεί το περιεχόμενο της δράσης μας όλον αυτόν τον καιρό. Και χωρίς να επεκταθώ σε αυτό, απλά σημειώνω ότι μέσα στα νέα στοιχεία που ανακαλύπτουμε ή τα ξέραμε, αλλά τα βλέπουμε τώρα πιο έντονα, είναι και η ανάγκη της συνεργασίας.
Άκουσα πριν κάποιον να λέει «πες μας Δούρου για τη Μάνδρα!», μα ούτε τα προβλήματα της Μάνδρας, ούτε τα προβλήματα του Αιγάλεω, ούτε τα προβλήματα της χώρας, «τίποτα» δεν μπορούμε να λύσουμε ή να το πω θετικά, αν θέλετε, όλα μπορούμε να τα λύσουμε, αλλά προϋποτίθεται συνεργασία μεταξύ όλων των θεσμών: κυβέρνηση, Περιφέρεια, Αυτοδιοίκηση και κοινωνία. Προϋποτίθενται, βέβαια, και πολιτικά εργαλεία που, σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν τα έχουμε. Και που ακριβώς, είναι αυτά τα οποία δημιουργούμε και πρέπει να δημιουργήσουμε τώρα.
Γιατί χρεοκοπήσαμε – Πώς να το αποτρέψουμε στο μέλλον
Έρχομαι λοιπόν στα ερωτήματα που έθεσα, στο σχεδιασμό, δηλαδή, του μέλλοντος, για να θυμίσω, δεν θα πάω πολύ πίσω, πώς χρεοκοπήσαμε ως χώρα, ποιες ήταν οι βασικές αιτίες. Αυτά είναι ερωτήματα που πρέπει να μείνουν ζωντανά και διαρκή κυρίως για τους νέους και τις νέες. Γιατί αυτό που ζούμε ως χώρα από το 2009-2010 και μετά είναι μια οδυνηρή εμπειρία και πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να μην ξανασυμβεί στο μέλλον. Το μόνο, λοιπόν, που θέλω να πω σε σχέση με αυτό είναι ότι η χρεοκοπία δεν είναι αποτέλεσμα κάποιων μεμονωμένων λαθών, δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιας συνομωσίας, αλλά, αντίθετα, ήταν η χρεοκοπία ενός ολόκληρου συστήματος, ενός τρόπου διακυβέρνησης με βάση τις πελατειακές σχέσεις, ενός τρόπου ανάπτυξης και παραγωγής άναρχου, ασυνάρτητου, ασυντόνιστου, άνισου και άδικου. Ήταν ένας τρόπος λειτουργίας της χώρας που κυνηγούσε τις εύκολες λύσεις, το ευρώ, το φθηνό χρήμα. Άρα, όσο κι αν η οικονομία έχει μπει σε ανάκαμψη, και όσο κι αν αυτή η ανάκαμψη δυναμώνει, δεν πρέπει να ξεχνάμε ούτε στιγμή ότι η έξοδος από την κρίση σημαίνει βαθιές αλλαγές, οι πιο βαθιές από τις οποίες μόλις τώρα θα αρχίσουν. Γιατί αυτό που κάναμε ως τώρα ήταν να ισορροπήσουμε, να κλείσουμε τα ελλείμματα. Αλλά τώρα πρέπει να αναμετρηθούμε με προβλήματα, με παθογένειες, που αποτελούν την ταυτότητα του ιδιόμορφου καπιταλισμού που έχουμε στην Ελλάδα. Και, βέβαια, μιλάω για αλλαγές -όχι αλλαγές λιτότητας, αλλά αλλαγές που θα μειώνουν τις ανισότητες, θα υποβοηθούν την απασχόληση, την ανάπτυξη και την ανασυγκρότηση της χώρας.
Τα άδεια ταμεία και ο εκβιασμός της «αριστερής παρένθεσης»
Έρχομαι λοιπόν στο επόμενο στάδιο, όταν εμείς βρεθήκαμε στην κυβέρνηση, τι παραλάβαμε, γιατί έχουμε και μια κυβερνητική αντιπολίτευση η οποία έχει περισσό θράσος. Και σήμερα, μάλιστα, ο κ. Μητσοτάκης ξαναείπε για «αχρείαστο μνημόνιο». Διότι λέει δεν χρειαζόταν η συμφωνία που εμείς κάναμε. Έρχομαι λοιπόν να υπογραμμίσω ότι όταν εμείς αναλάβαμε τη διακυβέρνηση το 2015, η χώρα αυτή έπρεπε να πληρώσει χρέη του παρελθόντος, ύψους 80 δισ. ευρώ, από το 2015 έως το 2019. Και ενώ είχε αυτά τα χρέη δεν υπήρχε δανειακή σύμβαση. Διότι το 2ο Μνημόνιο δεν έχει ολοκληρωθεί. Κι αν θυμάστε, το Δεκέμβριο του 2014 ο κ. Σαμαράς έκανε τότε μια συμφωνία δίμηνης παράτασης. Ενώ του πρότειναν εξάμηνη παράταση οι Ευρωπαίοι, αυτός έκανε δίμηνη παράταση, με τη σκέψη να βγει ο ΣΥΡΙΖΑ, να μην μπορεί να κυβερνήσει, να μην έχει λεφτά να πληρώσει τα δάνεια, τα χρέη, τους μισθούς και τις συντάξεις, καταρρέοντας το Μάρτιο. Αυτό ήταν το περιβόητο σχέδιο για την «αριστερή παρένθεση». Εμείς, λοιπόν, παραλάβαμε χρέη χωρίς συμφωνία χρηματοδότησης της χώρας, το 2ο Μνημόνιο είχε αποτύχει, δεν είχε κλείσει, εκταμίευση δόσης είχε να γίνει από τον Αύγουστο του 2014.
Όταν αναλάβαμε τη διακυβέρνηση, τα ταμεία ήταν άδεια κι αυτό δεν είναι τρόπος του λέγειν. Σήμερα κατέθεσα στη Βουλή έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, το οποίο καταδεικνύει ότι στις 20 Φεβρουαρίου του 2015 είχαμε «αρνητικό», ήμασταν «στο κόκκινο»∙ είχε στηθεί λοιπόν ένας εκβιασμός για να δυσκολέψουν τη διακυβέρνηση της χώρας από την Αριστερά, από τον ΣΥΡΙΖΑ∙ το σχέδιό τους ήταν να μας αμαυρώσουν, όχι μόνο να πέσει η κυβέρνηση δηλαδή, αλλά να πέσει η κυβέρνηση μέσα σε μια κοινωνική καταστροφή και να πουν μετά «ποτέ ξανά Αριστερά σ’ αυτή τη χώρα».
Ενώ λοιπόν τον έκαναν αυτόν τον εκβιασμό ενάντια στην Αριστερά, έβλαψαν την ίδια τη χώρα, δυσκόλεψαν τη διαπραγμάτευση, έδωσαν όπλα σε αυτούς που ήθελαν να συνεχιστεί η αυστηρή λιτότητα. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες αναλάβαμε λοιπόν κι όμως με τη βοήθεια του λαού αντέξαμε∙ όταν, δε, βρεθήκαμε σε δυσκολία, καλέσαμε τον κόσμο να αποφασίσει με το δημοψήφισμα∙ το αποτέλεσμά του μας βοήθησε, γιατί τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα αν δεν είχαμε αυτό το αποτέλεσμα και εν πάση περιπτώσει, αυτό το Πρόγραμμα που εμείς αναλάβαμε, το τελειώσαμε. Ούτε το 1ο Μνημόνιο τέλειωσε ούτε το 2ο, κα αν δεν ερχόταν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορώ να προβλέψω ποιο θα ήταν το μέλλον αυτής της χώρας, όταν η προηγούμενη κυβέρνηση είχε χάσει κάθε κοινωνική νομιμοποίηση, κάθε ικανότητα διαπραγμάτευσης με τους δανειστές.
Πετύχαμε πολλά σε αντίξοες συνθήκες
Τι πετύχαμε αυτά τα χρόνια; Το αποτέλεσμα, το είπε και ο Γραμματέας του Κόμματος, στην αρχή δεν ήταν βέβαιο, ούτε το αποτέλεσμα των εκλογών του Σεπτεμβρίου ήτανε βέβαιο. Και αυτό ήταν μια ακόμη δημοκρατική προσφυγή στο λαό, όπως και το δημοψήφισμα: «Ας μας πει ο λαός αν θέλει να συνεχίσουμε με γνωστή και τη συμφωνία που είχαμε».
Αυτή τη στιγμή διαπιστώνουμε ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι η πλέον μακρόβια κυβέρνηση από την αρχή της κρίσης. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά επιτύχαμε, επιτυγχάνουμε τους στόχους μας, αυτούς τους οποίους υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες είχαμε θέσει.
Το πρώτο που πετύχαμε, λοιπόν, είναι ότι βγάζουμε τη χώρα από μνημόνια, κλείνει αυτός ο κύκλος της επιτροπείας κι αυτό εμείς λέμε ότι αποτελεί ένα ιστορικό γεγονός, ιδίως αν μπορέσουμε να το αξιοποιήσουμε θετικά πλήρως υπέρ των συμφερόντων της χώρας.
Γιατί είναι ιστορικό γεγονός; Αφενός διότι δεν ήταν αυτονόητο, δεν ήταν δηλαδή αυτόματο ότι όταν λήξει το μνημόνιο τελειώνουν και τα μνημόνια. Όπως σας είπα, το 1ο μνημόνιο δεν τελείωσε ποτέ και ακολούθησε άλλο, ενώ ο χρόνος του 2ου έληξε χωρίς αυτό να έχει ολοκληρωθεί. Άρα το ότι τελείωσε αυτό το μνημόνιο στην ώρα του είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένου σχεδιασμού, συγκεκριμένης πολιτικής, συγκεκριμένης κυβέρνησης, συγκεκριμένης αποφασιστικότητας, συγκεκριμένης σχέσης που είχε αυτή η κυβέρνηση με την κοινωνία και το λαό.
Αφετέρου είναι ιστορικό διότι το τέλος αυτού του κύκλου είναι μια ευκαιρία. Δεν είναι μια ευκαιρία για μας ως ΣΥΡΙΖΑ ή ως κυβέρνηση μόνο, είναι μια ευκαιρία για τη χώρα. Να ανασκουμπωθούμε, να ανασυγκροτηθούμε, να σχεδιάσουμε το μέλλον μας με αυξημένους βαθμούς ελευθερίας, αξιοποιώντας το γεγονός ότι έχουμε μια οικονομία πια σε ανάκαμψη και όχι σε ύφεση, και αυτή η ευκαιρία ακριβώς είναι που πρέπει να συζητήσουμε -και θα έπρεπε να συζητούμε και στη Βουλή, αλλά εν πάση περιπτώσει στην κοινωνία, το πώς ακριβώς δηλαδή θα την αξιοποιήσουμε. Και αυτή η συζήτηση έγινε στις Περιφέρειες της χώρας με ανθρώπους και φορείς οι οποίοι δεν ήταν κομματικά μαζί μας πάντα, αλλά ακριβώς φάνηκε ότι η κοινωνία είναι έτοιμη να συζητήσει με όρους σύνθεσης, με όρους συναίνεσης στη βάση κοινών στόχων.
Το δεύτερο που πετύχαμε είναι μια συμφωνία για το χρέος που το καθιστά βιώσιμο. Που σημαίνει λοιπόν ότι μπορούμε να ξαναδανειστούμε από τις αγορές και να μη συνάπτουμε διαρκώς μνημόνια. Έχουμε μπροστά μας 14 λοιπόν χρόνια μέχρι το 2032, στα οποία οι δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους είναι διαχειρίσιμες, δηλαδή μπορούμε χωρίς να παίρνουμε μέτρα λιτότητας, να εξυπηρετούμε τις υποχρεώσεις μας. Βεβαίως δεν υπήρξε κούρεμα χρέους, όπως θα θέλαμε εμείς, αλλά δεν θα μπορούσε να υπάρξει τώρα κούρεμα χρέους, γιατί αν χρωστούσαμε μόνο σε τράπεζες και σε ιδιώτες θα μπορούσαμε να απαιτήσουμε και κούρεμα χρέους. Δυστυχώς όμως με την αναδιάρθρωση που έγινε το 2012, με το PSI, το χρέος μας πια είναι προς τα ευρωπαϊκά κράτη και τους θεσμούς της Ευρώπης. Δηλαδή χρωστούμε στους Ιταλούς, τους Πορτογάλους, στους Ιρλανδούς, στους Γάλλους, στους Βέλγους κοκ. Χρωστάμε σε χώρες που και αυτές χρωστούν. Άρα η λύση η ριζική την οποία εμείς θέλαμε και εξακολουθούμε να προσπαθούμε, απαιτεί λύση για όλους. Να κουρευτεί, δηλαδή, και το ελληνικό χρέος και το ιταλικό χρέος και το πορτογαλέζικο χρέος κοκ. Και αυτή τη λύση εμείς θα συνεχίσουμε να παλεύουμε στην κλίμακα της Ευρώπης. Όμως και αυτό που πετύχαμε μας διασφαλίζει μια πορεία θετική και ελεγχόμενη.
Το τρίτο που πετύχαμε είναι πολύ σημαντικό και θα ήθελα να κατανοηθεί. Διότι υπήρχαν κι άλλες προτάσεις που ευτυχώς εμείς δεν υιοθετήσαμε. Μας έλεγαν λόγου χάρη να ζητήσουμε αυτό που λέγεται προληπτική γραμμή. Τι θα πει προληπτική γραμμή; Ένας ανοιχτός λογαριασμός, που, όποτε χρειαστούμε λεφτά, θα μπορούμε ν’ αντλήσουμε χρήματα. Αλλά το αντάλλαγμα γι’ αυτό θα ήταν ένα νέο «μνημόνιο». Θα έπρεπε να το εγκρίνει το τάδε και το δείνα ευρωπαϊκό κοινοβούλιο κοκ. Εμείς αντί γι’ αυτό δημιουργήσαμε αποθέματα. Έχουμε δημιουργήσει, λοιπόν, τέτοια αποθέματα, τα οποία ακόμα κι αν δεν μπορούμε να δανειστούμε -όχι με δική μας ευθύνη, αλλά επειδή κάτι θα συμβεί στις αγορές ή ενδεχομένως επειδή μπορεί να υπάρξει μια νέα διεθνής κρίση, οπότε μπορεί να έχουν ανέβει τα επιτόκια και δεν θα μπορούμε να δανειστούμε- ακόμα και σε αυτή την περίπτωση είμαστε διασφαλισμένοι όχι μόνο για δύο χρόνια αλλά για τέσσερα χρόνια. Τα επόμενα τέσσερα χρόνια θα πρέπει να πληρώσουμε ως κράτος 58 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτά τα 58 τα έχουμε εξασφαλίσει, αφού τα πλεονάσματα που θα έχουμε και το απόθεμα το οποίο έχουμε δημιουργήσει, αλλά και τα κέρδη από τα ελληνικά ομόλογα που θα πάρουμε, όλα αυτά μας κάνουν περίπου 58 δισ. ευρώ.
Τι σημαίνει αυτό; Ένα, ότι είμαστε θωρακισμένοι. Δύο, ότι εφόσον βγούμε στις αγορές -διότι εμείς θα επιδιώξουμε να βγούμε καθώς τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων πέφτουν και τώρα που μιλάμε- και μπορέσουμε να πάρουμε χρήματα, με αυτά θα επιδιώξουμε ν’ αγοράσουμε το χρέος προς το ΔΝΤ. Γιατί τώρα χρωστάμε στο ΔΝΤ τα δάνεια που είχαν συνάψει οι προηγούμενοι.
Όσο χρωστάμε στο Διεθνές Ταμείο, το ΔΝΤ μπορεί να έχει λόγο στα πράγματα. Όχι υποχρεωτικό, όπως πριν, αλλά θα βγάζει Εκθέσεις, θα λέει διάφορα πράγματα κλπ. Όταν εξοφλήσουμε το Ταμείο, τότε ούτε αυτό θα μπορεί να γίνει. Επομένως έχουμε εδώ μια σημαντική εξέλιξη, επαναλαμβάνω, για τη χώρα.
Το τέταρτο που πετύχαμε είναι ότι δημιουργήσαμε τις προϋποθέσεις χωρίς νέα μετρά λιτότητας, να εξασφαλίσουμε μόνιμες, ας το πούμε έτσι, παροχές, είτε με την έννοια των κοινωνικών δαπανών είτε με την έννοια των στοχευόμενων φορολογικών ελαφρύνσεων. Ενώ, δηλαδή, μέχρι τώρα, καταφέραμε όταν είχαμε υπερπλεόνασμα, να δίνουμε το μέρισμα το Δεκέμβριο, πλέον περνάμε σε μια φάση που αυτό θα το ξέρουμε από πριν ότι θα υπάρχει διαθέσιμο, θα είναι μετρήσιμο, θα το εντάσσουμε στον Προϋπολογισμό κι έτσι ο Προϋπολογισμός του 2019 από πριν θα περιέχει μέτρα για την ελάφρυνση κάποιων φόρων, όπως μέτρα για την αύξηση κάποιων κοινωνικών δαπανών. Κι αυτό θα γίνεται σε μόνιμη βάση.
Και εδώ που ερχόμουν, με ρώτησε μια κύρια «τι θα κάνετε με τις συντάξεις, θα κόψετε τις συντάξεις». Εμείς τις συντάξεις ποτέ δεν θέλαμε να τις κόψουμε αλλά είχαμε φτάσει σε ένα σημείο που μας εκβίαζε το ΔΝΤ κι έλεγε «δεν θα πιάσετε τα πλεονάσματα που λέτε μόνο με αυτά τα μετρά. Πρέπει να κόψετε και τις συντάξεις». Αυτό το λέγε μόνο το Ταμείο. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί είχαν συμφωνήσει μαζί μας. Μπροστά λοιπόν σ’ αυτό το αδιέξοδο, υποχρεωθήκαμε να κάνουμε αυτές τις ρυθμίσεις και τώρα, όπως είπε και ο ευρωπαίος Επίτροπος, από εδώ και περά είναι θέμα επιχειρημάτων. Και κυρίως, βέβαια, των στόχων γενικότερα. Αν λοιπόν η πορεία μας είναι συνεπής με αυτά τα οποία έχουμε συμφωνήσει, όταν φτάσει εκείνη η στιγμή, θα συζητήσουμε, θα πούμε, δηλαδή, εμείς ότι, πρώτον, οι στόχοι πιάνονται χωρίς την περικοπή των συντάξεων. Θα πούμε, ακόμη, ότι τώρα ανακάμπτουμε. Όχι μόνο δεν πρέπει να μειώνουμε συντάξεις ή μισθούς, αλλά πρέπει να βοηθήσουμε ν’ αυξηθούν οι μισθοί για να μπορέσει να τονωθεί και η κατανάλωση. Διότι, αν δείτε, η ανάκαμψη που έχουμε προέρχεται από επενδύσεις και εξαγωγές. Η κατανάλωση ακόμα είναι επίπεδη. Άρα, θα πούμε τα επιχειρήματα μας, και ευελπιστούμε ότι και με τη στήριξη του λαού και με συμμαχίες στην Ευρώπη θα αποφύγουμε αυτά τα μέτρα τα οποία εξ’ αρχής δεν έπρεπε να υπάρχουν.
Το πέμπτο που πετύχαμε είναι ότι βάλαμε την οικονομία σε τροχιά ανάκαμψης. Η διαδικασία αυτή ξεκίνησε από τον τουρισμό αλλά σιγά-σιγά γενικεύεται κι η ανάκαμψη αυτή έχει σταθερότητα και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Λένε ορισμένοι ότι είναι χαμηλή. Κοιτάξτε να δείτε, όταν έχουμε περάσει ύφεση – 7%, – 3% και αθροιστικά -25%, το να μπει η οικονομία σε μια τροχιά + 2% δεν είναι και μικρό πράγμα. Βεβαίως δεν αρκεί. Όταν έχεις ανεργία 20% ακόμα δεν αρκεί. Αλλά δημιουργεί μια βάση αυτό. Δημιουργεί μια σταθερότητα. Μπορεί να προβλέψει ο επιχειρηματίας το μέλλον και να κάνει τις επενδύσεις του. Μπορεί ο καταναλωτής να κάνει το σχέδιο του. Μπορεί ο εργαζόμενος να έχει μια προσδοκία ότι θα βρει δουλειά. Μπορεί ο επιστήμονας που έφυγε στο εξωτερικό, να ξαναδεί τις δυνατότητες εδώ, άρα δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητο. Και πρέπει να σας πω ότι όταν η Πορτογαλία βγήκε από τα μνημόνια, τον πρώτο χρόνο πέτυχε ρυθμό μεγέθυνσης + 0,9%. Κι εμείς πέρυσι πετύχαμε +1,4 και τώρα πάμε για περισσότερο από +2. Και το πιο σημαντικό είναι ότι η ανάκαμψη αυτή δεν μένει μόνο στους αριθμούς. Μεταφράζεται σε μείωση της ανεργίας, μεταφράζεται σε αύξηση των κοινωνικών δαπανών και σε άλλους κοινωνικούς παράγοντες.
Βαλκανική Συνεργασία και Συνανάπτυξη
Μαζί με όλα αυτά, προχωρούμε και στην επίλυση προβλημάτων δεκαετιών, εκκρεμοτήτων δεκαετιών, όπως είναι οι σχέσεις μας με τους βόρειους γείτονες. Από τη μία διότι πρέπει να δημιουργήσουμε συνθήκες φιλίας, συνεργασίας, ειρήνης, στην ευρύτερη περιοχή μας. Είμαστε πόλος σταθερότητας, εξάγουμε σταθερότητα, θέλουμε να εξάγουμε σταθερότητα. Αυτό δίνει διεθνή αξιοπιστία και διεθνές κύρος στη χώρα.
Από την άλλη, διότι έχουμε έναν γείτονα, από την άλλη πλευρά, που έχει παράξενες απόψεις, λέει ότι δεν του «αρέσουν» οι συμβάσεις και οι συμφωνίες που στηρίζεται ως τώρα η συμβίωσή μας (η συνθήκη της Λοζάννης κλπ.) -αυτά είναι επικίνδυνα πράγματα, άρα πρέπει να κάνουμε και ιεράρχηση κινδύνων. Και ιεράρχηση στόχων. Άρα η πολιτική μας είναι σχεδιασμένη, είναι βαθύτατα πατριωτική και ωφέλιμη για τον ελληνικό λαό.
Ακόμη, πρέπει με όλα αυτά να δημιουργήσουμε συνθήκες συνανάπτυξης των Βαλκανίων. Όλοι ξέρουμε το χάρτη. Όλοι ξέρουμε πού ζούμε και πού είμαστε. Τα λιμάνια μας λοιπόν, οι δρόμοι της Βόρειας Ελλάδας, ο TAP, οι ενεργειακοί άξονες που διαμορφώνουμε, η Εγνατία… Όλες οι υποδομές μας αποκτούν αξία στο μέτρο που γίνονται και υποδομές των άλλων: των Βαλκάνιων, των Ευρωπαίων κοκ. Έτσι αποκτά αξία το λιμάνι, ας πούμε, της Θεσσαλονίκης. Έτσι αποκτούν αξία τα δίκτυά μας. Άρα όταν λέμε βαλκανική συνανάπτυξη, εννοούμε μια βάση για την ειρηνική συμβίωση των λαών αλλά και έναν παράγοντα επιτάχυνσης της δικής μας ανάπτυξης. Και πριν απ’ όλα, για τους κατοίκους της Βόρειας Ελλάδας. Άρα και αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ βασικός πόλος της πολιτικής ζωής στην Ελλάδα
Και βέβαια, εφόσον μιλάω σε μια κομματική συγκέντρωση, πρέπει να τονίσω ως σημαντικό επίτευγμα, νομίζω, όχι μόνο της κυβέρνησης, αλλά της Αριστεράς που εκπροσωπούμε, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν κατέρρευσε, όπως προέβλεπαν ορισμένοι -βεβαίως, αντιμετώπιζε και αντιμετωπίζει δυσκολίες- αλλά νομίζω πια, κάνεις δεν έχει αμφιβολία ότι η Αριστερά που εκπροσωπούμε έγινε ήδη και θα παραμείνει ο βασικός πόλος για την πολιτική ζωή της χώρας μας. Ένας πόλος συσπείρωσης ευρύτερων δυνάμεων, ένας πόλος ευθύνης, μια «κιβωτός» των αξιών μας και μια δύναμη, ακριβώς, που πρέπει να είναι πιο μπροστά από την κυβέρνηση. Και για να μπορέσει να είναι πιο μπροστά από την κυβέρνηση, πρέπει να κάνει αυτά τα οποία είπε και ο Γραμματέας πριν.
Δεν είναι, μάλιστα, τυχαίο που βλέπουμε αρθρογράφους, οι οποίοι δεν θα έλεγα ότι συμπαθούν και ιδιαίτερα τον ΣΥΡΙΖΑ, να λένε «ο Τσίπρας ήρθε για να μείνει, ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε για να μείνει, δεν είναι περαστικός».
Ν’ αντιμετωπίσουμε τη βαριά κληρονομιά του παρελθόντος και ν’ ανταποκριθούμε στις προκλήσεις του μέλλοντος
Πού βρισκόμαστε τώρα, όμως; Δεν είμαστε απ’ αυτούς που θα πουν ότι λύθηκαν τα προβλήματα. Είμαστε αριστεροί, οι στόχοι μας πάνε πολύ μακριά, αλλά κι αυτό να μην έλεγα, η έξοδος από τα μνημόνια δεν είναι κάτι σαν διακόπτης που τον γυρνάς και λες σήμερα είμαι μέσα στα μνημόνια, αύριο είμαι έξω από τα μνημόνια. Είμαστε λοιπόν σε μια κατάσταση, πρέπει να κάνουμε μια διάγνωση. Ένα πρώτο στοιχείο που θέλω να πω είναι ότι έχουμε μια κληρονομιά της κρίσης πάρα πολύ βαριά.
Να φέρω ένα παράδειγμα: Είναι σημαντικό το ότι σε συνθήκες στασιμότητας της οικονομίας πετύχαμε να μειώσουμε την ανεργία από 27% ή 26%, που την παραλάβαμε, στο 20%. Τεράστια η σημασία του. Κι έχει και να κάνει με πρωτοβουλίες που πήραμε. Δεν ήταν οι αυτόματοι μηχανισμοί της αγοράς που το έφεραν αυτό το αποτέλεσμα. Μπορούμε όμως να είμαστε ικανοποιημένοι με 20% ανεργία; Προφανώς όχι.
Να φέρω ένα δεύτερο παράδειγμα: Καταφέραμε και πετύχαμε μείωση των δεικτών της φτώχειας. Και ιδιαίτερα της παιδικής φτώχειας. Υπάρχουν διάφοροι δείκτες που μετρούν τη φτώχεια σε όλες τις χώρες της Ευρώπης και του κόσμου. Εμείς λοιπόν καταφέραμε μια σημαντική μείωση -νομίζω ότι είμαστε η μονή χώρα- που έχουμε μείωση του ποσοστού της φτώχειας γενικά, αλλά και ειδικά της παιδικής φτώχειας. Αλλά παραμένει το πρόβλημα. Έχουμε τριγύρω μας ανθρώπους που ζουν κοινωνικά δράματα. Άρα δεν μπορούμε να ΄μαστε ευτυχείς, να ‘μαστε ικανοποιημένοι που το πετύχαμε αυτό, διότι δεν ήταν κι αυτό αυτονόητο, αλλά η σκέψη μας πρέπει να πάει και σε αυτούς που παραμένουν σε δυσκολία.
Η δεύτερη διαπίστωση που θέλω να κάνω είναι ότι η κοινωνία μας σήμερα θα έλεγα έχει ένα δυισμό, δηλαδή υπάρχουν τμήματα της οικονομίας και της κοινωνίας που πάνε μπροστά, αλλά και άλλα που ζουν ακόμα σε συνθήκες κρίσης. Παραδείγματος χάρη, ο τουρισμός πάει μπροστά, θα ‘λεγα έχει «απογειωθεί» κιόλας. Έχουμε φτάσει στο σημείο -δεν ξέρω αν πρέπει να το πω ευχάριστο σημείο, πάντως έχουμε φτάσει στο σημείο να αντιμετωπίζουμε και προβλήματα κορεσμού σε ορισμένα νησιά. Περιπτώσεις, δηλαδή, που θα πρέπει να μιλήσουμε για επιβράδυνση. Έχουμε ας πούμε μια περίπτωση, να πω ένα παράδειγμα, της Σαντορίνης, που οι μελέτες δείχνουν ότι δεν μπορούν ταυτόχρονα να είναι πάνω από 10.000 επισκέπτες από κρουαζιερόπλοια στο νησί λχ. Τι κάνεις, όμως, αν υπάρχει «ουρά» από κρουαζιερόπλοια που φέρνουν 50.000 κόσμο στο νησί; Έχουμε λοιπόν και νέα προβλήματα. Αλλά αυτά είναι προβλήματα ανάπτυξης.
Η βιομηχανία, η μεταποίηση αρχίζει και ανακάμπτει. Αλλά όχι όλοι οι κλάδοι. Κάποιοι κλάδοι πάνε μπροστά, κάποιοι δεν πάνε. Άρα σ’ αυτές τις συνθήκες πρέπει να έχουμε μια πολιτική η οποία να ενισχύει όποιον πάει μπροστά, να μην τον επιβραδύνουμε, αλλά ταυτόχρονα, στο δεύτερο σκέλος, να στηρίζει αυτούς που έχουν ιδιαίτερα προβλήματα.
Να φέρω μερικά παραδείγματα: Έχουμε λοιπόν -επειδή τώρα στο Υπουργείο Ανάπτυξης και Ανάπτυξης έχουμε και την ευθύνη για τα «κόκκινα δάνεια» και τα μελετούμε αυτά- χρεωμένα νοικοκυριά χωρίς εισόδημα, χωρίς να μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους. Τι κάνεις εδώ; Όσες δόσεις κι να κάνεις δεν μπορεί ο άλλος. Εδώ, λοιπόν, θέλουμε νέες πολιτικές. Κι έχουμε θεσπίσει μια τέτοια πολιτική. Έχουμε στον Προϋπολογισμό ένα σημαντικό ποσό, ώστε αν καταφύγει κάποιος στο Νόμο Κατσέλη και προσδιοριστεί μια δόση που ούτε αυτή μπορεί να πληρώνει, να μπορεί το κράτος να του καλύπτει υπό προϋποθέσεις αυτή τη δόση.
Έχουμε επιχειρηματίες χωρίς επιχείρηση. Διότι έκλεισαν την επιχείρησή τους και δεν μπορούν να κάνουν τίποτα είναι παγιδευμένοι, εγκλωβισμένοι. Αλλά και ελευθέρους επαγγελματίες στην ιδία κατάσταση. Τι κάνουμε εδώ; Ούτε στον εξωδικαστικό μηχανισμό μπορούν να ενταχθούν, διότι δεν πληρούν το κριτήριο της βιωσιμότητας. Εδώ πρέπει να διαμορφώσουμε ειδικά προγράμματα και ετοιμάζουμε τώρα, ετοιμάζει η Διοικήτρια του ΟΑΕΔ, ένα σχετικό πρόγραμμα. Να μπορούμε να δίνουμε «χ» ποσό, υπό όρους, σε κάποιον επαγγελματία που έχει κλείσει τη δουλειά του, να προσπαθήσει να την ξανανοίξει. Και να πληρώσει κι ένα μέρος των δανείων του για να λάβει ασφαλιστική ενημερότητα με αυτά τα χρήματα. Θα βγει τις επόμενες εβδομάδες.
Άλλα παραδείγματα: Έχουμε πτυχιούχους χωρίς αναγνώριση των πτυχίων τους για διάφορους λόγους. Έχουμε συνταξιούχους χωρίς εισόδημα. Άρα μια κατεύθυνση από δω και πέρα πρέπει να είναι ο απεγκλωβισμός, η αποπαγίδευση όλων αυτών των κοινωνικών ομάδων που μέσα από τη κρίση, μέσα από την υπερχρέωση έχουνε παγιδευτεί.
Αυτά, λοιπόν, είναι μερικά παραδείγματα αυτού που θα μπορούσαμε να πούμε προβλήματα που ανάγονται στο παρελθόν, αποτελούν κληρονομιά της κρίσης, κληρονομιά της σκληρής λιτότητας, της εσωτερικής υποτίμησης κλπ. Εάν μείνουμε, όμως, μόνο σε αυτά τα προβλήματα, έχουμε έναν κίνδυνο: να αποξενωθούμε από παγκόσμιες τάσεις που αναπτύσσονται.
Η δεύτερη, λοιπόν, ομάδα προβλημάτων είναι οι προκλήσεις που έρχονται από το μέλλον αλλά είναι ήδη παρούσες. Θα έχετε ακούσει που ορισμένοι μιλούν για τέταρτη βιομηχανική επανάσταση. Είναι γεγονός, ζούμε μια τεχνολογική επανάσταση. Σε 10- 15 χρόνια, η ζωή μας θα είναι πολύ διαφορετική. Θα κυκλοφορούμε με ηλεκτρικά αυτοκίνητα, θα πηγαίνουμε σε μια ώρα-μιάμιση στη Θεσσαλονίκη, τα φώτα στους δημόσιους χώρους θα ρυθμίζονται με αυτοματισμούς για να εξοικονομούμε ενέργεια, το ενεργειακό μοντέλο θα αλλάξει ριζικά -και στην Ελλάδα, ήδη το κάνουμε αυτό, έχουμε κλιματική αλλαγή από την άλλη μεριά, δεν μπορούμε να σχεδιάζουμε την ανάπτυξη σα να μη συμβαίνει τίποτα.
Άρα, το ένα κεφάλαιο είναι προβλήματα που αφορούν κληρονομιές του παρελθόντος και το άλλο είναι προκλήσεις του μέλλοντος. Αυτά, λοιπόν, τα δύο για να τα συνδυάσουμε σωστά, διότι φτάνεις στο σημείο που λες πχ «έχω 100 εκατομμύρια ευρώ, πώς θα τα μοιράσω;». Πόσα θα δώσω εκεί; Πόσα θα δώσω για να επουλώσω μια πληγή του παρελθόντος; Πόσα θα δώσω για να ενισχύσω νέους ερευνητές με υποτροφίες ή με προγράμματα για να κάνουν καινοτόμα πράγματα τα οποία θα είναι για το μέλλον; Αυτά, λοιπόν όλα απαιτούν σχέδιο, απαιτούν σχεδιασμό.
Κι έρχομαι στο τελευταίο ερώτημα: Πώς προχωρούμε από εδώ και πέρα; Έδωσα ήδη ορισμένες ιδέες αλλά θέλω να το θέσω εδώ κάπως γενικότερα. Θέλω εδώ να μιλήσω για το σχέδιό μας όχι μόνο ως κυβέρνηση, αλλά το σχέδιό μας ως Αριστερά.
Εγώ αντιλαμβάνομαι αυτό που κάνουμε όχι μόνο ως μια κυβερνητική εμπειρία που κάποιοι θα προσθέσουμε στο βιογραφικό μας, ότι υπήρξαμε και κάποια χρόνια Υπουργοί ή Περιφερειάρχες ή οτιδήποτε άλλο. Θεωρώ ότι μας έτυχε από την Ιστορία ο κλήρος να προσπαθήσουμε να διαμορφώσουμε ένα νέο πρότυπο Αριστεράς. Ένα νέο παράδειγμα Αριστεράς. Που όπως είπα και από την αρχή είναι και κινηματική, είναι και κυβερνητική, μπορεί να ασκεί εξουσία χωρίς να ενσωματώνεται όμως στο σύστημα. Κι αυτό είναι ένα εγχείρημα που πρέπει να το παλέψουμε. Διότι δεν έχουμε έτοιμα παραδείγματα να αντιγράψουμε, έχουμε θετικές εμπειρίες σε όλο τον κόσμο, αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι αυτό που περιγράφω είναι ένα κυρίαρχο παραδείγματα. Και άρα ο 21ος αιώνας μας έφερε έτσι που εμείς εδώ στην Ελλάδα -και ελπίζουμε αύριο και σε άλλες χώρες- θα πρέπει να πετύχουμε αυτό το στόχο. Για να πετύχουμε αυτό το στόχο, πρέπει να αναπτύξουμε τη δράση μας σε όλα τα επίπεδα.
Στο πρώτο επίπεδο, ως κυβέρνηση ν’ αποκτήσουμε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, κοινωνική αποτελεσματικότητα.
Στο δεύτερο επίπεδο, ως κόμμα να γίνουμε κόμμα μελών -ένα στόχο που τον θέσαμε αλλά απέχουμε από αυτόν, ένα κόμμα πιο μαζικό, αριστερό πάντα, αλλά πιο μαζικό, ένα κόμμα συλλογικό, δημοκρατικό. Είναι κρίσιμο, κάνουν μεγάλο λάθος όσοι υποτιμούν τη διάσταση «κόμμα». Είναι θεωρητικό λάθος ότι το κόμμα δε χρειάζεται άλλο τα κινήματα. Αντιθέτως, όταν υπάρχει κόμμα ισχυρό, μπορούν να αναπτύσσονται και κινήματα.
Στο τρίτο επίπεδο, βρίσκονται η κοινωνία και τα κινήματα. Η εμπλοκή της κοινωνίας στην ανάπτυξη -η κοινωνία είναι το υποκείμενο της ανάπτυξης, δεν είναι οι επιχειρήσεις, το κράτος∙ η κοινωνία βάζει τους κανόνες τελικά- είναι η μεγάλη πρόκληση. Η δράση μας λοιπόν στην περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση μας δίνει μια μεγάλη ευκαιρία ακριβώς να προσπαθήσουμε να κάνουμε πράξη αυτό που λέμε «η Αριστερά όχι μόνο ως κόμμα αλλά και ως ένας μεγάλος προοδευτικός συνασπισμός».
Στο τέταρτο επίπεδο βρίσκεται η Ευρώπη, όπου κρίνονται θέματα που έχουν να κάνουν με τον προσανατολισμό της Ευρώπης, άρα και το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα δράσουμε εμείς.
Ένας νέος κύκλος ανοίγει για τη χώρα – Σχέδιο για την επόμενη τετραετία
Άρα όταν μιλάμε για σχέδιο για την επόμενη μέρα νομίζω πρέπει να το κατανοήσουμε σε αυτήν την ευρύτερή του διάσταση. Και, βεβαίως, προς αυτή την κατεύθυνση δουλεύουμε, ώστε το σχέδιο για την επόμενη μέρα να είναι και σχέδιο για την επόμενη τετραετία. Γιατί όλα αυτά που έχουμε ξεκινήσει απαιτούν τουλάχιστον μια ακόμα τετραετία για να μπορέσουν να αποδώσουν πλήρως τα αποτελέσματά τους στον κόσμο.
Εκείνο που θέλω να πω για ν’ αφήσω τα υπόλοιπα για τη συζήτηση, αν θέλετε κι εσείς, είναι ότι ξεκινάμε τώρα αυτή την πορεία, αυτόν το νέο κύκλο, μετά τα μνημόνια, τον μεταμνημονιακό κύκλο, με μια σειρά από εφόδια, τα οποία ούτε κατά διάνοια δεν τα είχαμε το 2015, όταν αρχίζαμε. Έχουμε μια οικονομία σε ανάκαμψη, έχουμε ένα χρέος βιώσιμο και υπό έλεγχο, έχουμε μια κυβερνητική εμπειρία που τότε δεν την είχαμε, έχουμε ένα σχέδιο ανάπτυξης -πολύ σημαντικό. Πρόκειται για ένα σχέδιο δικό μας, το οποίο όμως το έχουν δει και οι Θεσμοί και είπαν «η Ελλάδα έχει ένα σχέδιο να υλοποιήσει», το οποίο έχει μέσα σημαντικά πράγματα, κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, μέτρα που βοηθούν στη μείωση των ανισοτήτων, στην ενδυνάμωση των εργαζομένων και στην ανάπτυξη της χώρας με τρόπο βιώσιμο και δίκαιο. Άρα με αυτά τα εφόδια νομίζω μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι ότι αν υπό τις συνθήκες όλων αυτών των δυσκολιών σταθήκαμε όρθιοι, από δω και πέρα η φιλοδοξία δεν είναι απλώς να στεκόμαστε όρθιοι αλλά να παράγουμε ένα έργο το οποίο θα διευρύνει την κοινωνική και πολιτική επιρροή της Αριστεράς, πολύ περισσότερο τώρα που έχουμε δοκιμαστεί σε τόσο δύσκολες συνθήκες.
Με αυτές τις σκέψεις θα ήθελα να ευχαριστήσω για την προσοχή σας και τα υπόλοιπα θα τα πούμε στην πορεία της συζήτησης.
Γιάννης Δραγασάκης - Yannis Dragasakis
17 ώρες πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
7 ημέρες πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 εβδομάδα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
4 εβδομάδες πριν
«Το καθήκον των αριστερών & προοδευτικών δυνάμεων σε ένα περιβάλλον προκλήσεων & απειλών»
dragasakis.gr
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
4 εβδομάδες πριν
Main - Alexis Tsipras Institute Events
rb.gy
Clifford Chance, Δικηγόρος – εξειδίκευση δίκαιο της ενέργειας & ανταγωνισμόςShare on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
Latest Twetter Feeds
Could not authenticate you.
Newsletter