Συνέντευξη στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΑ και στη δημοσιογράφο Ευαγγελία Μπαλτατζή.
Το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών, εκτός από το ακροδεξιό κόμμα που μπαίνει στη Βουλή, απ’ ότι φαίνεται θα δημιουργήσει νέο κυβερνητικό συνασπισμό με τη συμμετοχή και των φιλελευθέρων που ζητούσαν την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Θα δυσκολέψει αυτό τη διαπραγμάτευση που βρίσκεται σε εξέλιξη;
Πιστεύω ότι η διαπραγμάτευση που βρίσκεται σε εξέλιξη έχει αποκτήσει μία δυναμική η οποία δεν θα επηρεαστεί, θέλουμε να πιστεύουμε, από τις οποιεσδήποτε εξελίξεις στη Γερμανία. Και οι Γερμανοί θέλουν να τελειώσει το Πρόγραμμα, δεν υπάρχει δηλαδή κλίμα για νέο πρόγραμμα, αν υποτεθεί ότι κάποιοι θα το ήθελαν. Και με μία έννοια, ίσως αυτές οι εξελίξεις να ενισχύσουν τις απόψεις που θα πουν, σχηματικά, «ας τελειώνουμε με την Ελλάδα» σε ό,τι αφορά αυτήν την κατάσταση της επιτροπείας. Αλλά βέβαια, αυτή είναι μία πρόβλεψη που την πιστεύω, αλλά είναι και ως ένα βαθμό ευχή. Πρέπει να δούμε τις εξελίξεις, λοιπόν.
Αλλά εγώ θα ήθελα, αν μου επιτρέπετε, να σας πω ότι το αποτέλεσμα των εκλογών έχει τη σημασία του και για την Ευρώπη, διότι επιβεβαιώνει, δυστυχώς, μία τάση, την είδαμε και στη Γαλλία, την είδαμε και στην Αυστρία έντονα, την είδαμε και αλλού. Η τάση αυτή είναι ότι η Ευρώπη, έτσι όπως λειτουργεί, παράγει ακροδεξιές τάσεις ή δημιουργεί φαινόμενα -ανισότητες, φτώχεια, έλλειψη προοπτικής, απογοήτευση- και όλα αυτά αποτελούν ένα είδος θερμοκηπίου για ακροδεξιές λαϊκιστικές δυνάμεις, οι οποίες εκμεταλλεύονται αυτήν την κατάσταση για να προβάλλουν την αυταπάτη μιας λύσης εγωιστικής, εγωκεντρικής, «κλειστά σύνορα», «όχι πρόσφυγες, όχι μετανάστες», «μόνοι μας» κλπ.
Προοπτικές για να αλλάξουν οι πολιτικές, όπως είπατε, για τον τρόπο που λειτουργεί η Ευρώπη, υπάρχουν κ. Δραγασάκη;
Καταρχάς επιβεβαιώνεται η ανάγκη. Τέτοιες απόψεις, όταν εμείς πρώτα λέγαμε, πριν από πολλά χρόνια, ότι η Ευρώπη κινδυνεύει να διαλυθεί, ακούγονταν ως μία ακραία τοποθέτηση. Όταν την εκφωνεί τώρα ο κ. Μακρόν ή και δυνάμεις μέσα στη Γερμανία, φαίνεται ότι έχουμε μία εξέλιξη Και οι εξελίξεις είναι δύο:
- Η πρώτη είναι το Brexit, το ό,τι δηλαδή κανείς από όλους όσοι που έλεγαν «τα πράγματα πηγαίνουν καλά και μην φωνάζετε, μην ανησυχείτε», δεν περίμενε το Brexit. Σήμερα λοιπόν έχουμε πίσω μας αυτό το γεγονός.
- Η δεύτερη είναι ότι ζούμε 9 χρόνια μετά την προηγούμενη κρίση και πολλοί σοβαροί νομπελίστες οικονομολόγοι, καθώς και άλλοι, ήδη σκέφτονται την επόμενη κρίση, η οποία κάποια στιγμή ενδεχομένως θα έρθει. Άρα, εάν δεν γίνουν αλλαγές τώρα, τότε υπάρχει κίνδυνος να έχουμε μία νέα κρίση, η οποία θα ισοπεδώσει πάλι τα πάντα.
Η πολιτική σας εκτίμηση, ποια είναι κ. Αντιπρόεδρε; Ως προς την καγκελάριο Μέρκελ, επί της ουσίας όλα δείχνουν ότι θα κάνει την τέταρτη και τελευταία της θητεία. Δεν είναι λογικό να θέλει να αφήσει το αποτύπωμά της; Δεν είναι λογικό να θέλει να φροντίσει για την υστεροφημία της;
Εγώ δεν θα επένδυα προσδοκίες σ ’αυτό. Καταρχάς, θα μπούμε σε μία ενδιαφέρουσα περίοδο για την Ευρώπη, στην οποία αναπόφευκτα θα τεθούν αντιπαραθέσεις γύρω από το μέλλον της Ευρώπης. Τι θα γίνει με τον προϋπολογισμό, τι θα γίνει με την ανάπτυξη, τι θα γίνει με τις καταθέσεις; Άρα ο καταλύτης θα είναι η δυνατότητα να υπάρξει στην Ευρώπη ένας προοδευτικός πόλος, μια ισχυρή Αριστερά με την ευρύτερη έννοια του όρου, η οποία ακριβώς θα προβάλλει και θα δεσμευτεί να αγωνιστεί γι’ αυτά ακριβώς τα εναλλακτικά που λέμε.
Υπάρχουν οι συμμαχίες για να διαμορφωθεί αυτό το μέτωπο;
Όχι με την έννοια που χρειάζεται ή που θα ήθελα εγώ. Αυτό όμως το οποίο υπάρχει είναι ότι η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβερνητική εξουσία και η σύγκρουσή του το 2015 για το ζήτημα της αλλαγής της πολιτικής στην Ευρώπη, έχει δημιουργήσει ερωτηματικά και έχει δημιουργήσεις και τάσεις, ας το πούμε προβληματισμού, ίσως και αριστερόστροφες, σε κόμματα που μέχρι τώρα ήταν σε άλλο στρατόπεδο, όπως τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Άρα υπάρχει μία δυναμική, την οποία εμείς θέλουμε να ενισχύσουμε. Η κρίση στην Ευρώπη είναι και κρίση του υποκειμένου, δηλαδή ποιες δυνάμεις θα υλοποιήσουν το όποιο σχέδιο. Λέμε πολλές φορές ωραίες ιδέες, ποιος θα τις υλοποιήσει όμως; Άρα προσωπικά δεν περιμένω πολλά από τις υπάρχουσες ηγεσίες. Οι προσδοκίες είναι οι ίδιες οι κοινωνίες να δείξουν δυναμισμό και οι προοδευτικές δυνάμεις ή όλες όσες θέλουν να λέγονται προοδευτικές, να δουν τι μπορούν να κάνουν όλες μαζί, διότι καθένας μόνος του δεν μπορεί να αλλάξει τα πράγματα στην Ευρώπη.
Αυτή είναι μία πολύ μεγάλη συζήτηση, απαιτεί πολύ χρόνο. Ήδη έχουν δημιουργηθεί πολλά ερωτήματα. Σε ό,τι αφορά τα δικά μας, είχαμε εδώ προχθές τον κ. Ντάισελμπλουμ, ο οποίος δήλωσε ότι είναι δυνατή μια καθαρή έξοδος από το πρόγραμμα τον Αύγουστο του 2018 αλλά όπως είπε, μέχρι τότε θα απαιτηθεί να γίνουν όλα σωστά, να ολοκληρωθεί εγκαίρως η αξιολόγηση, να εκπληρωθούν οι δεσμεύσεις του Προγράμματος για να επιτευχθεί η πρόσβαση στις αγορές. Το κρίσιμο ερώτημα λοιπόν είναι θα γίνουν αυτή τη φορά όλα σωστά; Θα είμαστε εγκαίρως έτοιμοι;
Από την πλευρά της Ελλάδας ναι, διότι παρά τα όσα λένε ορισμένοι, και στην πρώτη αξιολόγηση και στη δεύτερη, οι καθυστερήσεις προήλθαν κυρίως από διαφωνίες και προβλήματα που δημιουργήθηκαν μεταξύ των δανειστών.
Όχι από δικές μας καθυστερήσεις;
Όχι στο βαθμό που λέγεται. Μπορεί να υπήρξαν κάποιες καθυστερήσεις και σ’ εμάς, δεν ήταν αυτές καθοριστικές όμως. Σας υπενθυμίζω άλλωστε ότι από το Δεκέμβριο του ‘16 και μετά συζητούμε στην ουσία μέτρα τα οποία δεν υπήρχαν στην αρχική συμφωνία. Άρα και αν υπήρξαν κάποιες καθυστερήσεις στην αφομοίωση αυτών των νέων μέτρων, δεν μπορεί αυτή να είναι η αιτία. Η ουσία είναι ότι όλα αυτά τα χρόνια έχει προκύψει μία σοβαρή διάσταση απόψεων ανάμεσα στο ΔΝΤ και στους υπόλοιπους Θεσμούς κι αυτό μας ταλαιπωρεί. Μας έχει δημιουργήσει προβλήματα. Άρα σε ό,τι αφορά το μέλλον, έχουμε φθάσει στην τελευταία φάση, εμείς έχουμε πάρει όλα τα μέτρα∙ έγινε πρόσφατα και Υπουργικό Συμβούλιο ειδικά για το σκοπό αυτό, έχουν οριστεί υπεύθυνοι, έχουμε βάλει χρονοδιαγράμματα, έχουμε πει και δημόσια, για να αυτοδεσμευτούμε, ότι μέχρι τις αρχές του Νοεμβρίου, μέχρι το Eurogroup εκείνο, εμείς θέλουμε να έχουμε τελειώσει το 80% των προαπαιτούμενων. Κι αυτό θα κάνουμε. Αυτή τη στιγμή επομένως, το βάρος πέφτει και στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και στο ΔΝΤ, να δουν κι αυτοί τις ευθύνες τους. Δεν είναι δυνατόν να ζητάμε από τον τελευταίο Έλληνα πολίτη, που έχει υποστεί όσα έχει υποστεί, υπευθυνότητα, υπομονή κλπ. και από την άλλη μεριά να βλέπουμε μια διαχείριση των πραγμάτων, που να αναστατώνει τη χώρα, να δημιουργεί κρίση στο Χρηματιστήριο, το οποίο δεν επηρεάζει όλον τον κόσμο αλλά δημιουργεί πρόβλημα όμως. Εκεί επομένως θα το τοποθετούσα το πρόβλημα.
Να πούμε όμως και το θετικό. Ο κ. Ντάισελμπλουμ δεν είναι ένα τυχαίο πρόσωπο. Έχει ένα θεσμικό ρόλο. Όταν λοιπόν έρχεται ο θεσμικά υπεύθυνος και λέει προχωρούμε με στόχο και μάλιστα με καθαρή έξοδο, όπως είπε, αυτό είναι το βασικό σενάριο, πάνω σε αυτό θα δουλέψουμε. Αν υπάρξουν προβλήματα, πρέπει να υπάρχει κι εκεί ετοιμότητα να τα αντιμετωπίσουμε.
Αυτό το «καθαρή έξοδος» το ακούσαμε και από το στόμα του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, που μας έδωσε το στίγμα του νέου αφηγήματος, ας πούμε της μεταμνημονιακής εποχής. Όμως διάβαζα το άρθρο του πρώην Πρωθυπουργού του κ. Σημίτη, ο οποίος χαρακτηρίζει παραμύθι τη θέση της κυβέρνησης ότι η Ελλάδα το 2018 θα μπορεί να αποφασίζει ελεύθερα την πολιτική της. Που είναι η αλήθεια, στην αισιοδοξία της κυβέρνησης και σ’ αυτό που μας λένε τα μέλη της κυβέρνησης ή στην άποψη που διατυπώνει ο κ. Σημίτης που είναι και άποψη αρκετών;
Παρόλο που με τον κ. Σημίτη ήμαστε πάντα απέναντι ιδεολογικά, δεν μπορώ να κρύψω τη δυσάρεστη έκπληξή μου από αυτό το άκουσμα. Ο κ. Σημίτης μιλά ως ένας ακραίος που ισοπεδώνει τα πάντα, που έχει χάσει την ψυχραιμία του κλπ. Η ουσία όμως ποια είναι; Η έξοδος από τα Μνημόνια δεν θα είναι πανάκεια, δηλαδή δεν θα περνάμε από την «κόλαση» στον «παράδεισο». Θα δανειζόμαστε από τις αγορές, άρα πρέπει πάλι να έχουμε τον νου μας, καθώς και οι αγορές επιβάλλουν την πειθαρχία τους. Αλλά ανάμεσα σε αυτό και το να είμαστε στη σημερινή κατάσταση ακραίας επιτροπείας υπάρχει χαώδης απόσταση, δεν είναι δυνατόν να δημιουργούμε τέτοια σύγχυση στον ελληνικό λαό και στους εαυτούς μας.
Αυτό το οποίο θα αλλάξει είναι συγκεκριμένο. Πρώτον και τότε θα συμφωνούνται στόχοι δημοσιονομικοί, όπως με όλες τις χώρες τις Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά τα μέσα υλοποίησης των στόχων θα είναι στη δική μας ευχέρεια. Εμείς θα αποφασίζουμε τον παραγόμενο πλούτο πως θα τον διανέμουμε, ποιους θα επιβαρύνουμε, ποιους θα διευκολύνουμε, τί θα κάνουμε με τα φτωχά στρώματα. Αυτό λοιπόν δεν θα είναι αυτό που συμβαίνει σήμερα, που απαιτούν οι Θεσμοί ή οι εκπρόσωποί τους να επιβάλλουν και την τελευταία λεπτομέρεια∙ όχι μόνο δηλαδή το τί θα κάνουμε, αλλά και το πώς θα το κάνουμε. Εδώ και δύο χρόνια συζητούσαμε μαζί τους για το αν θα κάνουμε Αναπτυξιακή Τράπεζα και μ’ έναν τρόπο παράλογο μας το αρνούνταν. Ή συζητούμε επί ενάμιση χρόνο να έχουμε έναν ακατάσχετο λογαριασμό. Το αρνούνται. Ή θέλαμε να βάλουμε κάποια κίνητρα στο να έρθουν κεφάλαια που έχουν φύγει εξωτερικό. Επομένως το πρώτο που θα αλλάξει θα είναι αυτό. Ναι, θα έχουμε υποχρεώσεις στη βάση του ευρωπαϊκού πλαισίου, όπως ισχύει για όλους, να είναι δηλαδή οι στόχοι στα πλαίσια των ισχυόντων, είτε μας αρέσουν είτε όχι, αλλά ο τρόπος υλοποίησης του στόχου θα είναι δική μας αρμοδιότητα.
Δεύτερο σημαντικό, άλλο να σου λένε γνώμη διάφοροι Οργανισμοί, ότι «ξέρετε προσέξτε αυτό, κάνετε εκείνο», κι άλλο να σου επιβάλλουν τη γνώμη τους. Αυτό που έχουμε σήμερα είναι επιβολή της γνώμης, δηλαδή «δεν θα πάρετε τη δόση εάν δεν κάνετε κάποια πράγματα». Αύριο θα λένε τη γνώμη, θα την ακούμε, όπως γίνεται στην Πορτογαλία λόγου χάρη, θα λαμβάνουμε υπόψη μας ό,τι θεωρούμε σωστό. Σε ό,τι όμως προτείνεται και δεν το θεωρούμε σωστό, τότε θα κάνουμε αυτό το οποίο θεωρούμε σωστό.
Το τρίτο σημαντικό είναι ότι τώρα η επιτροπεία έχει επεκταθεί στα πάντα. Δεν υπάρχει τομέας που να μην διεκδικούν, να μην απαιτούν να έχουν γνώμη και να την επιβάλλουν. Κι αυτό θ’ αλλάξει.
Ναι γιατί κάθε δράση είναι ένας κωδικός κ. Δραγασάκη…
Η έξοδος από τα Μνημόνια δεν είναι πανάκεια, αλλά είναι προϋπόθεση, είναι αναγκαία συνθήκη για να μπορέσουμε να ορθοποδήσουμε ως κοινωνία και να είμαστε στο κάτω-κάτω σε θέση να κάνουμε σχέδια, να τα υλοποιούμε, να δεσμευόμαστε κλπ. Από αυτήν την άποψη, λοιπόν, θεωρώ ότι ο στόχος είναι σημαντικός, θα έλεγα ότι είναι ένας κοινός στόχος, δηλαδή, δεν είναι κομματικός ή κυβερνητικός στόχος. Θα ήθελα να πιστεύω ότι όλες οι πολιτικές δυνάμεις -τουλάχιστον οι δημοκρατικές- θέλουν να πετύχουμε αυτόν το στόχο, να έχουμε τη δική μας αυτονομία και μετά ας έχουμε αντιπαράθεση στο πώς ακριβώς θα προχωρήσουμε παραπέρα.
Να μην ξεχνιόμαστε, όμως, ότι έχουμε κάποια μέτρα, το ’19 και το ’20, μπροστά μας. Δηλαδή, ναι τελειώνει το Πρόγραμμα τον Αύγουστο του 2018, αλλά υπάρχει και μια μικρή συνέχεια. Πόσο μικρή είναι θα το δούμε…
Βεβαίως και θα συζητηθούν όλα, διότι τα μέτρα του ’19 είναι -έτσι και αλλιώς- και αρνητικά και θετικά. Ήταν ένας συμβιβασμός ο οποίος έγινε. Ακριβώς, όλα αυτά πρέπει να συζητήσουμε και κυρίως και να σχεδιάσουμε το μέλλον. Η διανομή της φτώχειας έχει τα όριά της, όσο και να μοιράσεις καλά και δίκαια τη λιτότητα, οι συνέπειες είναι αρνητικές, κακά τα ψέματα. Το θέμα είναι, λοιπόν, να πάμε σε μια πορεία ανοδική, ούτως ώστε να μπορούμε να επιλύουμε προβλήματα με πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα και όχι απλώς «μεροδούλι, μεροφάι» που λέει και ο λαός μας.
Πάμε στο θέμα των τραπεζών που πριν από από λίγο μας αναφέρατε. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, σε αντίθεση με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, θέτει θέμα ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών για μια ακόμη φορά. Η ερώτηση, λοιπόν, είναι: Θα χρειαστούμε, πράγματι νέα ανακεφαλαιοποίηση; Κι επιτρέψτε μου να βάλω και μία δεύτερη ερώτηση για να απαντήσετε συνολικά, γιατί έχω και μία τρίτη μετά. Είδαμε το Χρηματιστήριο χθες και προχθές να ανησυχεί για την πορεία των τραπεζών, με μαζικές ρευστοποιήσεις. Συνδέεται αυτό με το ενδεχόμενο ανακεφαλαιοποίησης; Εξ αυτού του γεγονότος αυτή η ανησυχία στο Χρηματιστήριο;
Για το Χρηματιστήριο δεν είναι εύκολο κανείς να ερμηνεύει τη συμπεριφορά του, αλλά, κατά κοινή ομολογία, αυτό που προκάλεσε αυτή την αναταραχή ήταν η ασάφεια, η αβεβαιότητα. Διότι όταν υπάρχει μια αβεβαιότητα ως προς το τί θα γίνει, αυτός που έχει μετοχές και ενδεχομένως καταγράφει ήδη κέρδη, το πρώτο που σκέφτεται είναι «ας πουλήσω τώρα και βλέπουμε αργότερα».
Άρα υπάρχει αυτή η νευρικότητα…
Υπάρχει αβεβαιότητα, υπάρχει γκρίζο τοπίο, υπάρχει σκόνη. Τι ακριβώς θα γίνει; Και γιατί υπάρχει αυτή η σκόνη; Υπάρχει για τον εξής λόγο: Εμείς κάναμε ό,τι μπορούσαμε και ό,τι έπρεπε να κάνουμε για να μπορέσουν οι τράπεζες να ξαναγίνουν τράπεζες, γιατί τράπεζες που δεν δανείζουν δεν είναι τράπεζες. Κάναμε, λοιπόν, την ανακεφαλαιοποίηση το 2015 έπειτα από έναν αυστηρότατο έλεγχο, ο οποίος έλαβε υπόψη του -και αυτό έχει σημασία να είναι γνωστό- ότι μπορεί και να είχαμε ύφεση φέτος. Και αντί για ύφεση έχουμε ανάκαμψη. Άρα, ο έλεγχος τότε έγινε υπό ένα ακραίο σενάριο και διαπιστώθηκε ότι οι ανάγκες των τραπεζών, παρ’ όλο που είχαμε 25 δισ. στη διάθεσή μας, ορίστηκαν τότε στα 14 δισ. αν θυμάμαι καλά. Αυτά τα κεφάλαια βρέθηκαν, καλύφθηκαν και από ιδιώτες και από το δάνειο που είχαμε. Βγήκαν τότε οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και δήλωσαν δημόσια ότι έγινε με επιτυχία η ανακεφαλαιοποίηση και οι τράπεζες είναι επιτυχώς ανακεφαλαιοποιημένες. Ακούγοντας αυτό, κάποιοι αγόρασαν μετοχές. Άρα δεν είναι απλό αυτό που συμβαίνει σήμερα. Να το πω λίγο σχηματικά: Αν υπήρχε αρμόδιο δικαστήριο, θα μπορούσαν κάποιοι να προσφύγουν και να πουν «εδώ, μας κοροϊδέψατε, μας είπατε δεν υπάρχει θέμα ανακεφαλαιοποίησης και σήμερα ακούμε αυτά». Σημειωτέον, ότι από το 2015 μέχρι σήμερα, μόνο θετικά πράγματα έχουν συμβεί για τις τράπεζες. Όχι ότι έχουν λυθεί τα προβλήματα…
Άρα κ. Δραγασάκη;
Επομένως, ό,τι προκλήθηκε είναι εξωγενές, έχει να κάνει με την αβεβαιότητα που δημιουργήθηκε και άρα, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, είναι ευθύνη των ευρωπαϊκών θεσμών και των δανειστών γενικότερα, να κάνουν εκείνες τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ούτως ώστε να αποκατασταθεί η ορατότητα σε ό,τι αφορά το μέλλον των τραπεζών. Και πιστεύω, επειδή υπάρχει αυτό το κλίμα, ότι αν όχι σήμερα, τότε αύριο, αυτή η αναταραχή θα έχει εκτονωθεί και θα μπούμε σε μια πορεία όπου θα επανέλθουμε σ’ αυτά τα οποία είναι τα πραγματικά γεγονότα.
Πάντως διαβάζουμε ότι επισπεύδονται οι κεφαλαιακοί έλεγχοι των ελληνικών τραπεζών προτού τελειώσει το Πρόγραμμα τον Αύγουστο του ’18. Αυτό προκύπτει, στην ουσία, από τις δηλώσεις Ντράγκι και Ντάισελμπλουμ…
Και εδώ υπάρχει ένα θέμα στο οποίο δημιουργήθηκαν παρεξηγήσεις. Τα θέματα των ελέγχων είναι θέματα των εποπτικών Αρχών και όχι των κυβερνήσεων. Ο λόγους που μιλάμε είναι ακριβώς γιατί έχουν δημιουργηθεί αυτές οι συγχύσεις. Η συζήτηση δεν είναι εάν θα γίνουν έλεγχοι ή όχι∙ σε όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες -και στις ελληνικές- γίνονται διαρκείς έλεγχοι. Και τώρα που μιλάμε γίνονται έλεγχοι στις τράπεζες από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Το ερώτημα που τέθηκε από το ΔΝΤ είναι αν πέρα των ευρωπαϊκών ελέγχων θα γίνει κάποιος ειδικός έλεγχος, αποκλειστικά στις ελληνικές τράπεζες. Αυτό δημιούργησε τη σύγχυση, γι’ αυτό προσπάθησε να καθησυχάσει χθες ο κ. Ντράγκι και απ’ ότι φαίνεται δεν έγινε κατανοητή η επισήμανσή του. Ο κ. Ντράγκι μιλά για τους ελέγχους, που έγιναν και θα γίνονται σε όλες τις τράπεζες, ώστε να έχουν ολοκληρωθεί έγκαιρα. Οπότε όταν συζητούμε για το χρέος και τη λήξη του Προγράμματος να μην έχουμε από δίπλα ή πάνω από το κεφάλι μας και αβεβαιότητες σ’ ό,τι αφορά τις τράπεζες.
Θέλω ακόμα να πω και κάτι για να γίνει κατανοητό, γιατί το πράγμα θέλει προσοχή και ελπίζω και σε αυτό να υπάρξει μια ευρύτερη συνεννόηση στη χώρα. Όταν η Κύπρος βγήκε από το Μνημόνιο δεν ζητήθηκαν ειδικοί έλεγχοι για τις τράπεζές της. Και λέω για την Κύπρο, διότι η Κύπρος είχε περισσότερα μη εξυπηρετούμενα δάνεια απ’ ότι εμείς. Ούτε στην Ιρλανδία ζητήθηκε, ούτε στην Πορτογαλία ζητήθηκε. Άρα υπάρχει ένα θέμα εδώ. Πού οφείλεται αυτή η εμμονή; Μήπως θέλουν κάποιοι μέσω της Ελλάδας να λύσουν άλλα προβλήματα, που αφορούν είτε την παρουσία ή όχι του ΔΝΤ στην Ευρώπη είτε οτιδήποτε άλλο;
Εμείς θεωρούμε ότι πρέπει να υπάρξει μια αποφασιστική στάση και της κυβέρνησης και των θεσμικά υπεύθυνων φορέων και στην Ευρώπη και στη χώρα μας -ευρύτερα θα έλεγα των πολιτικών δυνάμεων- σε ό,τι αφορά την απόκρουση απόψεων και ενεργειών που μας προκαλούν δυσκολίες και προβλήματα. Το ΔΝΤ θα είναι εφόσον θέλει, αλλά δεν μπορεί να είναι πηγή αβεβαιότητας.
Θα ήθελα να σας ρωτήσω σχετικά με το πόρισμα της ΤτΕ για την Τράπεζα Πειραιώς, στο οποίο, όπως διάβασα, επισημαίνονται μια σειρά πράξεων ή παραλείψεων από στελέχη της τράπεζας, που εμπλέκονται σε συναλλαγές που χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης από την Αρχή ξεπλύματος μαύρου χρήματος. Τι είναι αυτό;
Η κυβέρνηση δεν έχει στα χέρια της κάποιο πόρισμα. Η κυβέρνηση είχε εδώ και μήνες μια ενημέρωση από την ΤτΕ, ότι ο έλεγχος ο οποίος γινόταν ανέδειξε κάποια θέματα που είναι σοβαρά και χρήζουν περαιτέρω έρευνας. Σε αυτά τα θέματα τηρούμε στάση αρχών: ό,τι πρέπει να γίνει, να γίνει. Όμως απ’ ό,τι φαίνεται υπήρξε μια ανεύθυνη διαχείριση των πληροφοριών, με αποτέλεσμα απ’ αυτά που διαβάζουμε να μην ξέρουμε ποια είναι αλήθεια κλπ. Όπως είπατε, είδαμε δημοσιεύματα που προδικάζουν και καθιστούν ενόχους ανθρώπους και καταστάσεις. Είδαμε δημοσιεύματα: «Κάτω τα χέρια και μην ακουμπάτε», από την αντίθετη πλευρά. Όλη αυτή η διαχείριση μας προκαλεί ερωτήματα, έκπληξη και δεν έχει ούτε την έγκρισή μας, ούτε την ανοχή μας. Από άποψη αρχών, λοιπόν, λέμε όχι στο «κουκούλωμα», ειδικά στις τράπεζες, όχι όμως και στις αποκαλύψεις a la carte, όχι στην εκ των προτέρων ενοχοποίηση προσώπων και καταστάσεων, όχι στην ανεύθυνη διαχείριση ευαίσθητων πληροφοριών. Αυτό που ζητούμε είναι να υπάρξει εγγύηση διαφάνειας, ισότιμης διαχείρισης και επιμελής και πλήρης έλεγχος, ούτως ώστε να αντιμετωπιστούν τα πραγματικά προβλήματα, διοικητικά ή οργανωτικά, και μέσω Δικαιοσύνης, εάν συντρέχει λόγος.
Είστε σαφής μέσα στις αιχμές σας κ. Αντιπρόεδρε. Ένα ερώτημα ακόμα: Ελληνικό, θα προχωρήσει η επένδυση;
Να ξεκαθαρίσουμε πού βρίσκεται το πρόβλημα. Υπάρχουν δύο απόψεις, τις λέω σε τίτλους:
- Πρώτη άποψη: βρήκαμε αρχαία, ας τα σκεπάσουμε για να μην βρούμε τον μπελά μας με τις επενδύσεις. Διαφωνώ με την άποψη αυτή, είναι ταυτότητα της χώρας μας και ευθύνη δική μας, όπου υπάρχει δείγμα αρχαίου πολιτισμού να το αναδείξουμε.
- Δεύτερη άποψη: βρήκαμε αρχαία, αγνοούμε την ανάγκη επενδύσεων, ας περιμένει ο επενδυτής κλπ. Ούτε αυτή η άποψη είναι σωστή, αφού επενδύσεις σημαίνουν αύξηση της απασχόλησης, έξοδο από την κρίση.
Υπάρχει όμως και η μέση οδός: να συνάψουμε μια προγραμματική συμφωνία, βάσει της οποίας η επένδυση θα προχωρά, τα αρχαία θα εντοπίζονται, θα προστατεύονται και θα αναδεικνύονται -όπως σωστά αναφέρατε το παράδειγμα του Μετρό της Αθήνας, ένα τιτάνιο, επιτυχές έργο. Αυτό μπορεί να γίνει μοντέλο διαδικασίας, θα μπορούσαμε να το θεσμοθετήσουμε και για το μέλλον, όχι μόνο για το Ελληνικό. Να γίνει κανόνας, όταν υπάρχει αυτή η προγραμματική συμφωνία, το λεγόμενο μνημόνιο μεταξύ της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου και του επενδυτή, να περιλαμβάνει όλη την διαβούλευση που πρέπει να γίνει. Επομένως, ναι, η επένδυση θα γίνει, με κατανόηση όμως των προβλημάτων από όλες τις όψεις τους. Ώστε και η επένδυση να προχωρήσει και τα αρχαία να μην καταστραφούν, δείχνοντας όλοι διάθεση ανεξάρτητα από τις απόψεις που είχαμε προηγουμένως. Διότι αυτή τη στιγμή υλοποιούμε μια δέσμευση που έχει αναληφθεί. Επομένως, ας γίνει με τον καλύτερο τρόπο.
Ακούστε το ηχητικό της συνέντευξης:
Γιάννης Δραγασάκης - Yannis Dragasakis
23 ώρες πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
7 ημέρες πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 εβδομάδα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
4 εβδομάδες πριν
«Το καθήκον των αριστερών & προοδευτικών δυνάμεων σε ένα περιβάλλον προκλήσεων & απειλών»
dragasakis.gr
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 μήνας πριν
Main - Alexis Tsipras Institute Events
rb.gy
Clifford Chance, Δικηγόρος – εξειδίκευση δίκαιο της ενέργειας & ανταγωνισμόςShare on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
Latest Twetter Feeds
Could not authenticate you.
Newsletter