«Ξανακερδίζοντας την αυτονομία της χώρας»

Oμιλία στην εκδήλωση με θέμα «Από τη χρεοκοπία και τα μνημόνια στη Βιώσιμη Ανάπτυξη και το τέλος της επιτροπείας»,  που διοργάνωσε η ΝΕ ΣΥΡΙΖΑ Βόρειας Αθήνας.

Πριν αναφερθώ στα θέματα της συγκυρίας θα ήθελα να κάνω μια μικρή αναφορά στις αφετηρίες αυτής της βασανιστικής πορείας της κοινωνίας και του λαού μας, στις αιτίες δηλαδή της κρίσης και της χρεοκοπίας από την οποία αγωνιζόμαστε να βγούμε. Διότι προϋπόθεση για να βγούμε από την κρίση είναι να γνωρίζουμε τις αιτίες της.

Ποια η αιτία της χρεοκοπίας

Μια βασική διαπίστωση που πρέπει να κάνουμε είναι ότι η αιτία που χρεοκόπησε το κράτος και στη συνέχεια η χώρα δεν ήταν η έλλειψη πόρων, αλλά η άνιση και σπάταλη χρήση τους. Δεν ήταν τα ελλείμματα,  αλλά οι βαθύτερες αιτίες που τα δημιούργησαν.

Στα χρόνια  πριν από την κρίση  υπήρξε αφθονία πόρων. Η είσοδος στο ευρώ επέτρεψε το φτηνό δανεισμό. Κράτος, τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις δανείστηκαν μέσα σε μια δωδεκαετία (1996-2007) πάνω από 300 δισ. ευρώ. Από τα ευρωπαϊκά Ταμεία εισέρευσαν στη χώρα επιπλέον περισσότερα από 60 δισ. ευρώ. Ενώ στη διάθεση των τραπεζών τέθηκαν καταθέσεις που την ίδια περίοδο αυξήθηκαν κατά 100 δισ.  ευρώ. Όπως πιστοποιεί και ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, ο κ. Καραμούζης, σ’ αυτήν τη χαμένη δεκαετία, όπως εύστοχα την αποκάλεσε, στη χώρα και στο οικονομικό σύστημα εισέρευσαν πρωτοφανή ποσά της τάξης των 400-500 δισ. ευρώ. Όμως οι σημαντικοί αυτοί πόροι και το εξαιρετικά χαμηλό κόστος δανεισμού δεν αξιοποιήθηκαν για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και τη δημιουργία μιας σύγχρονης, βιώσιμης διεθνώς, ανταγωνιστικής οικονομίας.

Από το 1993 ως το 2007, για σχεδόν 15 χρόνια, η οικονομία ήταν σε ανοδική τροχιά. Το εθνικό εισόδημα αύξανε χρόνο με το χρόνο με σχετικά υψηλούς ρυθμούς. Όμως η κατανομή του παραγόμενου πλούτου γινόταν άνισα. Και τα έσοδα του κράτους, λόγω της άνισης φορολογίας και της φοροδιαφυγής, ήταν αναντίστοιχα των αναγκών. Οι κυβερνήσεις της εποχής προτιμούσαν να δανείζονται και να χρεώνουν το κράτος και το λαό με δυσβάσταχτα χρέη  παρά να φορολογούν αναλογικά τον πλούτο και να πατάσσουν τη φοροδιαφυγή.

Από την άλλη μεριά, οι κυβερνήσεις της εποχής ήταν «εύκολες» στις δαπάνες και τις σπατάλες. Τότε ήταν που γινόταν το «πάρτι» με τα εξοπλιστικά και τις μίζες. Τώρα έστω και με καθυστέρηση αυτά βγαίνουν στη φόρα. Ερευνώνται. Πάνε στη δικαιοσύνη. Και οι υπεύθυνοι λογοδοτούν.

Τότε ήταν που γινόταν το «πάρτι» με τις υπερτιμολογήσεις των δημοσίων έργων.  Τώρα  τα καρτέλ εργολάβων ξεσκεπάζονται, οι υπεύθυνοι δικάζονται και τα πρόστιμα πληρώνονται. Τότε ήταν το «πάρτι» με τα φάρμακα που έκανε να έχουμε ένα από τα πιο δαπανηρά συστήματα Υγείας και να γονατίζουν από τα υπέρογκα  έξοδα κράτος, ασφαλιστικά Ταμεία και ασθενείς.   Τώρα οι φάκελοι ανοίγουν, τα σκάνδαλα ερευνώνται και οι υπεύθυνοι οδηγούνται στη δικαιοσύνη.

Τότε ήταν το όργιο με τα δάνεια χωρίς εγγυήσεις προς τα κυβερνητικά κόμματα και προς επιχειρήσεις ΜΜΕ που αυξάνονταν διαρκώς  ακόμη και όταν είχε γίνει φανερό πως θα  μείνουν  απλήρωτα. Το αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν διαρκή ελλείμματα, τα χρέη και τελικά η χρεοκοπία.

Ποιος ο χαρακτήρας της κρίσης

Η κρίση που ζούμε δεν ήταν μόνο δημοσιονομική. Ούτε ήταν μόνο κρίση δημόσιου χρέους. Και οι δυο αυτές εκδηλώσεις της κρίσης είναι έκφραση βαθύτερων αίτιων.  Ο πυρήνας της κρίσης ήταν το σύστημα εξουσίας, το μοντέλο διακυβέρνησης και το  υπόδειγμα ενός κρατικοδίαιτου και παρασιτικού καπιταλισμού  που αν και προϋπήρχε, γιγαντώθηκε στην ύστερη φάση της μεταπολίτευσης.

Εκείνο δηλαδή που οδήγησε στην κρίση δεν ήταν οι δήθεν παροχές στα λαϊκά στρώματα, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι απολογητές του χρεοκοπημένου υποδείγματος. Εκείνο που ευθύνεται για την κρίση ήταν ένα υπόδειγμα ρηχής και άναρχης ανάπτυξης. Ένας τρόπος διανομής του πλούτου και αξιοποίησης των διαθεσίμων πόρων άνισος και σπάταλος. Ένα κλειστό σύστημα εξουσίας, ένα καρτέλ εξουσίας που είχε υπό τον αποκλειστικό έλεγχό του το κράτος, τους ευρωπαϊκούς πόρους, τις τράπεζες, τα ΜΜΕ και άλλους μηχανισμούς της πολιτικής, της επικοινωνιακής και της οικονομικής εξουσίας.

Ήταν μία Λερναία Ύδρα, ένα πολυδαίδαλο σύστημα που εξασφάλιζε εύκολο και προκλητικό πλουτισμό για τις κυρίαρχες τάξεις και επιλεκτικά για ανώτερα μεσαία στρώματα, χωρίς να δημιουργείται ταυτόχρονα μια σύγχρονη παραγωγική βάση και μια βιώσιμη και διεθνώς ανταγωνιστική οικονομία. Είναι το ίδιο σύστημα το οποίο και σήμερα αντιδρά σε κάθε αλλαγή που ξηλώνει τα ερείσματα του, καταργεί τα προνόμια του,  πλήττει τη δύναμη του.

Είναι ακριβώς για τους λόγους αυτούς που η έξοδος από την κρίση μπορεί να γίνει στη βάση ενός νέου υποδείγματος. Ό,τι κι αν πετύχουμε, ακόμη κι εμείς, στη βάση του παλιού συστήματος δεν θα είναι διατηρήσιμο. Χρειάζεται λοιπόν, να προχωρήσουμε προς αυτή την κατεύθυνση, χρειάζεται μία νέα λειτουργία του Κράτους κι ένας νέος τρόπος διακυβέρνησης. Εφόσον η κρίση είναι συστημική, η έξοδος από αυτήν δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με μία συστημική, βαθιά συστημική αλλαγή. Που σημαίνει μια αλλαγή που θα πρέπει να θίξει, να αλλάξει, να ανατρέψει ό,τι συγκροτούσε το παλιό σύστημα. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει με Μνημόνια και με επιτροπείες.

Πώς θα βγούμε λοιπόν από αυτή τη κρίση; Πώς και πότε θα απαλλαγούμε από τα μνημόνια και την επιτροπεία; Γιατί η Ελλάδα είναι η μόνη από τις χώρες που μπήκαν σε μνημόνιο και παραμένει σε αυτά;

Το ερώτημα αυτό συνδέεται με ένα ζήτημα που ενδεχομένως θα καταγραφεί στη παγκόσμια ιστορία. Και αυτό  είναι ότι το φάρμακο που χρησιμοποιήθηκε, τα Μνημόνια δηλαδή, το πρώτο και το δεύτερο, όχι μόνο δεν αντιμετώπισε, αλλά  προκάλεσε μετάσταση και  πολλαπλασιασμό της κρίσης.

Η κρίση επεκτάθηκε σε τομείς που αρχικά δεν είχαν πληγεί, όπως το τραπεζικό σύστημα,  προκαλώντας παντού εστίες και φαύλους κύκλους αλληλοτροφοδοτούμενων κρίσεων. Οι συνέπειες για την οικονομία και τη κοινωνία ήταν καταστροφικές. Τα στοιχεία είναι γνωστά, αλλά το κοινωνικό τους αντίκρισμα δεν έχει πλήρως συνειδητοποιηθεί: 25% σωρευτική μείωση του εθνικού εισοδήματος, 27% η ανεργία, 40% μη εξυπηρετούμενα δάνεια.

Ο λόγος λοιπόν που η χώρα ακόμη βρίσκεται στα Μνημόνια, η μόνη μεταξύ εκείνων των κρατών που χρειάστηκαν στήριξη, είναι ότι στην Ελλάδα βιώσαμε μια διπλή κρίση. Από τη μία την κρίση που προκάλεσαν οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν πριν από το 2010 από τις κυβερνήσεις  ΠΑΣΟΚ και ΝΔ και από την άλλη η δευτερογενής, η παράγωγη κρίση που επέφεραν οι πολιτικές του πρώτου και του δεύτερου Μνημονίου.

Αυτό, θα ρωτούσε κάποιος, δεν συνέβη και στις άλλες χώρες που είχαν μνημόνια; Παντού υπήρξε λιτότητα, ύφεση, ανεργία. Όμως  η διάρκεια και η ένταση που πήραν  σε μας τα δεινά αυτά  δεν υπήρξε πουθενά αλλού, ούτε στην Κύπρο, ούτε στην Πορτογαλία, ούτε στην Ιρλανδία.

Πώς θα γίνει η μετάβαση από τη χρεοκοπία και τα Μνημόνια στη Βιώσιμη Ανάπτυξη και το τέλος της επιτροπείας; 

Για να βγούμε λοιπόν από αυτή την πολλαπλή κρίση πρέπει να τα αλλάξουμε όλα. 

Το παραγωγικό σύστημα διότι δεν είναι ούτε παραγωγικό ούτε βιώσιμο, αλλά ούτε δίκαιο. Το Κράτος διότι όπως λειτουργεί, ιδιαίτερα σε ορισμένους τομείς, είναι διαποτισμένο από μια γραφειοκρατική αντιαναπτυξιακή, αντιεπενδυτική κουλτούρα και συχνά από μια εχθρότητα προς τον πολίτη, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες από τμήματα των δημοσίων λειτουργών. Τον τρόπο διακυβέρνησης διότι όπως λειτουργεί σήμερα αφήνει έξω από το σύστημα διακυβέρνησης την κοινωνία, τις προτάσεις, την αξιολόγηση και τον έλεγχο των πολιτών.

Πώς θα προχωρήσουμε λοιπόν; Πώς θα συνδυάσουμε τις μνημονιακές μας υποχρεώσεις με στόχους που τους υπερβούν ή και είναι σε αντίθεση, πολλές φορές, με τις υποχρεώσεις αυτές;

Κρίσιμοι κρίκοι αυτής της μετάβασης είναι:

  • Η επιτυχής ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και συνολικά του Προγράμματος αποτελεί, και χρονικά, ένα κρίσιμο κρίκο. Διότι η έγκαιρη υλοποίηση του προγράμματος στο οποίο έχουμε δεσμευθεί, δεν είναι αυτοσκοπός αλλά μέσο, προϋπόθεση για την ανάκτηση της πολιτικής αυτονομίας. Θα αναφερθώ στη συνέχεια στην πορεία και τις προοπτικές της διαπραγμάτευσης.
  • Δεύτερος κρίσιμος κρίκος είναι η ελάφρυνση του χρέους. Διότι ακόμη κι αν μπορέσουμε να βγούμε στις αγορές χωρίς ρύθμιση του χρέους η έξοδος αυτή δεν θα είναι διατηρήσιμη, όπως έγινε και το 2014 με την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου. Τον Απρίλιο του 2014 εκδόθηκε ομόλογο, μπόρεσε να διατεθεί αλλά το αμέσως επόμενο, λίγους μήνες μετά, έμεινε στα αζήτητα. Διότι το χρέος εθεωρείτο βιώσιμο, αλλά δεν ήταν.

Η λύση που τώρα διεκδικούμε και απαιτούμε, με βάση και τη συμφωνία που έχουμε υπογράψει, το ξέρουμε ότι δεν θα ήταν η ριζική λύση που θα επιθυμούσαμε και αυτή η ριζική λύση παραμένει στόχος για διεκδίκηση. Η λύση που διεκδικούμε όμως, μπορεί να εξασφαλίσει την πρόσβαση στις αγορές με έναν τρόπο βιώσιμο, διατηρήσιμο και με σχετικά χαμηλά επιτόκια διότι και αυτό είναι το ζητούμενο, όχι μόνο να δανειστούμε. Εφόσον το πετύχουμε αυτό, θα έρθουμε σε μια θέση συγκρίσιμη με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχουν κι αυτές μεγάλο πρόβλημα χρέους, με δυνατότητα να αγωνιστούμε από κοινού για κοινή  πανευρωπαϊκή επίλυση του χρέους, που ήταν και παραμένει βασική προγραμματική μας θέση.

  • Ο τρίτος κρίσιμος κρίκος είναι να μπορέσουμε διαμορφώσουμε και να εφαρμόσουμε μια αναπτυξιακή στρατηγική, η όποια θα μας επιτρέψει να πετύχουμε τη μετάβαση σε αυτό το νέο παραγωγικό και αναπτυξιακό υπόδειγμα. Να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε, επιτέλους στη χώρα,  μια παραγωγική βάση με πυλώνα τη βιομηχανία. Διότι χωρίς τη βιομηχανία και μάλιστα με δυνατότητα εξαγωγών δεν μπορούμε να διασφαλίσουμε μία βιώσιμη παρουσία στο σύγχρονο κόσμο και πολύ περισσότερο μέσα στο ευρώ. Κυρίως, όμως θέλουμε αυτή τη νέα αναπτυξιακή στρατηγική για να μειώσουμε δραστικά και γρήγορα την ανεργία, έτσι ώστε να αντιστρέψουμε και να αποτρέψουμε τις αρνητικές δημογραφικές τάσεις και να αντιμετωπίσουμε το οξύ κοινωνικό πρόβλημα της χώρας, το οποίο μπορεί να δημιουργηθεί, εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν μπορέσουμε να το κάνουμε αυτό. Για να κατανοηθεί η κρισιμότητα του θέματος επισημαίνω ότι, προ ολίγων ημερών ο κ. Τόμσεν, ο οποίος θεωρείται ο αρχιτέκτονας των ελληνικών προγραμμάτων υποστήριξε ότι μετά από αυτά τα προγράμματα που υλοποιήθηκαν η Ελλάδα θα χρειαστεί πάνω από 20 χρόνια, από εδώ και πέρα, για να φέρει την ανεργία και την οικονομία στα πριν τη κρίση επίπεδα. Αυτό, αν συνέβαινε, θα ήταν καταστροφικό. Διότι αν επιβεβαιωνόταν η εκτίμηση αυτή, θα συνεχιζόταν η εκροή νέων στο εξωτερικό, αυτοί που έφυγαν δεν θα είχαν δυνατότητα επιστροφής και άρα θα είμαστε σε μία πορεία με φθίνοντα και γηράσκοντα πληθυσμό. Η μείωση και η γήρανση του πληθυσμού θα επιδείνωνε τόσο το κοινωνικό όσο και το αναπτυξιακό πρόβλημα της χώρας. Με την αναπτυξιακή στρατηγική που επεξεργάζεται η κυβέρνηση θέλουμε να μειώσουμε την ανεργία από το 23% που είναι σήμερα, κάτω από το 13% σε πέντε χρόνια και να δημιουργήσουμε συνθήκες όχι μόνο ανακοπής της εκροής αλλά και ταχείας επιστροφής όσων έχουν φύγει. Και αυτή η στρατηγική, πολύ σύντομα, θα δοθεί σε δημόσιο διάλογο στους φορείς και στον ίδιο το λαό.
  • Η κυβέρνηση υλοποιεί ήδη, παρά τους περιορισμούς, ένα ευρύ πρόγραμμα αλλαγών και μεταρρυθμίσεων. Ενδεχομένως για λόγους γνωστούς δεν είναι συνειδητοποιημένο από το λαό. Υλοποιούνται σημαντικές μεταρρυθμίσεις με θετικό κοινωνικό πρόσημο και στην κατεύθυνση της καταπολέμησης των ανισοτήτων και των διακρίσεων, όπως είναι η καθιέρωση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης, η ελεύθερη πρόσβαση στο σύστημα Υγείας των ανασφάλιστων πολιτών, όπως είναι μια σειρά από αλλαγές προς αυτή την κατεύθυνση. Ταυτόχρονα, όμως υλοποιούμε και μια σειρά από αλλαγές που συνιστούν ελλείμματα, που έπρεπε να έχουν γίνει και έχουν υλοποιηθεί σε άλλες χώρες από αστικές δυνάμεις εδώ και δεκαετές, αλλά που σε εμάς αυτός ο ιδιόμορφος καπιταλισμός και το καρτέλ εξουσίας που κυβερνούσε τη χώρα είχε ταυτιστεί με εκείνα τα συμφέροντα που δεν ήθελαν να γίνουν αυτές οι αλλαγές. Εδώ αναφέρομαι στη ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού πεδίου, στη συγκρότηση πλήρους περιουσιολογίου, στην ολοκλήρωση του κτηματολογίου, στον επανακαθορισμό των σχέσεων Κράτους-Εκκλησίας, στον εκσυγχρονισμό της δικαιοσύνης και της διοίκησης, στη δημιουργία αποτελεσματικών μηχανισμών και θεσμών καταπολέμησης της διαφθοράς, της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής. Πέρα όμως από αυτά, κρίσιμος κρίκος αυτής της διαδικασίας είναι να συνεχίσουμε ακόμη πιο βαθιές αλλαγές, που θα οδηγήσουν σε ένα νέο κοινωνικό αναπτυξιακό υπόδειγμα που θέλουμε.
  • Ο πέμπτος και πιο κρίσιμος, ίσως, κρίκος αυτής της διαδικασίας είναι η δυνατότητα και η ικανότητα της ίδιας της κοινωνίας να αναδείξει εκείνα τα κοινωνικά υποκείμενα και εκείνες τις μορφές κοινωνικού κινήματος που θα μπορούσαν να στηρίξουν αυτή τη διαδικασία μετασχηματισμού και να την οδηγήσουν σε ακόμη πιο προωθημένο και ριζοσπαστικό κοινωνικό περιεχόμενο. Αυτό που θέλουμε να κάνουμε απαιτεί την κοινωνία όχι απλώς όρθια, αλλά ενεργή, μαχόμενη μαζί μας. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς φορείς συλλογικούς, των εργατών, των υπαλλήλων, των αγροτών, των επαγγελματιών, χωρίς μία αυτοδιοίκηση ενεργή, πρωτοπόρα σε αυτές τις αλλαγές. Αυτά τα υποκείμενα, αυτοί οι θεσμοί που για ποικίλους λόγους έχουν φθαρεί στο παρελθόν από τον κομματισμό και άλλα φαινόμενα, πρέπει σήμερα να δούμε πώς θα ανασυγκροτηθούν ή πως θα σχηματιστούν καινούριοι, διότι δεν μπορεί να μείνει η κοινωνία χωρίς τέτοιες εκπροσωπήσεις. Και μαζί μ’ αυτό, λοιπόν, θα δοκιμαστεί και η ικανότητα και η δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να ενισχύσει τους δεσμούς του με την κοινωνία, να εμπνεύσει, να οργανώσει και να εκφράσει πολιτικά την ενεργοποίηση της κοινωνίας και τη συμμέτοχη της στο έργο της ανασυγκρότησης.

Ξανακερδίζοντας την αυτονομία της χώρας

Θα ολοκληρώσω με τα θέματα  της διαπραγμάτευσης και  της δεύτερης αξιολόγησης. Πολύ λόγος γίνεται για την καθυστέρηση στη διαδικασία της αξιολόγησης και στις αρνητικές συνέπειες αν αυτή παραταθεί. Να μου επιτραπεί να πω ότι η κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να ενδιαφέρεται όσο κανείς άλλος για την έγκαιρη ολοκλήρωση της αξιολόγησης.

Παράλληλα, έχει διακηρύξει ότι δεν προτίθεται να δεχθεί παράλογες απαιτήσεις, που αν υιοθετούντο θα διαιώνιζαν το φαύλο κύκλο της ύφεσης και της λιτότητας με ανυπολόγιστες συνέπειες για την ήδη καταπονημένη κοινωνία. Σε τόσο κρίσιμες συγκυρίες η χώρα δεν έχει ανάγκη ούτε από «Πόντιους Πιλάτους», έχει ανάγκη από σαφείς τοποθετήσεις.

Αυτοί, λοιπόν, που μιλούν για καθυστερήσεις τι λένε; Έπρεπε να δεσμευθούμε στην πρόταση του κ. Σόιμπλε, 5 Δεκεμβρίου στο Eurogroup, σε δεκαετή πλεονάσματα με 3,5% μετά το 2018; Έπρεπε να δεσμευθούμε και να υλοποιήσουμε μέτρα 4,2 δισ. που ζητούσε το ΔΝΤ; Έπρεπε να αρνηθούμε κάθε συζήτηση για το χρέος επειδή κάποιες χώρες έχουν εκλογές και δεν βολεύει ο χρόνος; Αυτό εννοούν όσοι πιέζουν την κυβέρνηση να υπογράψει εδώ και τώρα αυτά και άλλα τόσα;

Σε κάθε περίπτωση, παρά τις καθυστερήσεις παραμένουμε εντός του αρχικού σχεδιασμού. Εφόσον η δεύτερη αξιολόγηση κλείσει με μια συνολική συμφωνία, όπως επιδιώκει η κυβέρνηση, τον Απρίλιο ή λίγο μετά τη σύνοδο του Διοικητικού Συμβουλίου του ΔΝΤ, τότε τα επόμενα βήματα μπορούν να επιταχυνθούν με τη συμμετοχή της χώρας στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τη δοκιμαστική έξοδο στις αγορές και την επιτάχυνση της ανάκαμψης το β’ εξάμηνο του 2017 .

Ωστόσο, όπως δείχνει η ως τώρα εμπειρία πρέπει να είμαστε θωρακισμένοι από ποικίλα ενδεχόμενα. Ενώ εμείς επιδιώκουμε να επιστρέψουμε στην ευρωπαϊκή κανονικότητα, υπάρχουν δυνάμεις που επιδιώκουν την ανατροπή αυτής της κανονικότητας και τη μετατόπιση των εξελίξεων προς τα δεξιά.

Ενώ εμείς επιδιώκουμε την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, υπάρχουν δυνάμεις έξω αλλά και μέσα στην Ευρώπη που επιδιώκουν την κατάργησή τους γενικά. Άρα ο αγώνας που κάνουμε είναι αγώνας για τους έλληνες εργαζόμενους, αγώνας για τον ελληνικό λαό, αλλά και ταυτόχρονα για όλη την Ευρώπη.

Γεγονός που από τη μια μας δημιουργεί πρόσθετες δυσκολίες, από την άλλη δημιουργεί και δυνατότητες ευρύτερων συμμαχιών και συμπράξεων και αυτό επιδιώκουμε και κάνουμε ως κυβέρνηση.

Η ακραία αβεβαιότητα που τείνει να επικρατήσει στις ευρωπαϊκές και τις παγκόσμιες εξελίξεις, ιδιαίτερα μετά το Brexit και την πολιτική αλλαγή στις ΗΠΑ, επιβάλλει να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας να ολοκληρωθεί αυτή η φάση των Μνημονίων, το Μνημόνιο αυτό να είναι το τελευταίο. Κάθε συζήτηση για 4ο μνημόνιο είναι άστοχη και μπορεί να καταστεί επικίνδυνη. Διότι το 4ο μνημόνιο ούτε το ανέχεται η κοινωνία, ούτε προσφέρεται άλλωστε και ευτυχώς δεν χρειάζεται. Εξίσου άστοχες, αν όχι κακόβουλες, είναι η εκστρατείες καταστροφολογίας που διακινούνται απο διάφορα κέντρα.

Κεντρικός στόχος της κυβερνητικής πολιτικής είναι η έγκαιρη ολοκλήρωση του Προγράμματος το καλοκαίρι του 2018 και ο τερματισμός του καθεστώτος της επιτροπείας. Βεβαίως, η χώρα θα παραμένει και τότε αντιμέτωπη με τους περιορισμούς του ευρωπαϊκού πλαισίου όμως θα διαθέτει τους αναγκαίους βαθμούς αυτονομίας ώστε υπό συνθήκες δημοκρατίας και λαϊκής κυριαρχίας να είναι σε θέση να σχεδιάζει το μέλλον της και να ανταποκριθεί στις όποιες προκλήσεις.

Επιτάχυνση, διάλογος και κοινή δράση

Το επόμενο διάστημα έχουμε δυο καθήκοντα. Το πρώτο είναι η επιτάχυνση του κυβερνητικού έργου, ώστε να μείνουμε μέσα στους στόχους που έχουμε θέσει. Το δεύτερο είναι ο διάλογος με την κοινωνία, με στόχο την ενίσχυση και τη διεύρυνση της κοινωνικής συμμαχίας για την ανασυγκρότηση της χώρας.

Μπροστά μας έχουμε τρεις μεγάλες πρωτοβουλίες που δρομολογούνται γι’ αυτό το σκοπό.

  • Η πρώτη είναι η κατάρτιση της νέας Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής για τη Δίκαιη και Βιώσιμη Ανάπτυξη. Οκτώ χρόνια μετά την κρίση η χώρα μας επιτέλους να αποκτήσει αναπτυξιακό σχέδιο και αναπτυξιακή στρατηγική. Η πρόταση της κυβέρνησης δεν είναι μία πρόταση που θα μείνει στα χαρτιά, αλλά αποσκοπεί στο άνοιγμα ενός μεγάλου κοινωνικού και πολιτικού διαλόγου, ο όποιος θα αναπτυχθεί σε όλη τη χώρα.
  • Η δεύτερη είναι η διαδικασία της  δημόσιας διαβούλευσης για τη Συνταγματική Αναθεώρηση που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη.
  • Η τρίτη είναι η ενεργή συμμέτοχη στη συζήτηση συμβολή για το μέλλον της Ευρώπης και η δράση για τη δημοκρατία και την αλληλεγγύη σε όλη την Ευρώπη, για την κοινωνική Ευρώπη.

Στα πεδία αυτά αναδεικνύονται  τα κομβικά διλήμματα και οι μεγάλες αντιπαραθέσεις  της επόμενης περιόδου για την χώρα και την Ευρώπη. Ο ΣΥΡΙΖΑ και η ευρεία κοινωνική συμμαχία που θέλει να εκφράσει, με τις εμπειρίες που έχει συσσωρεύσει, μπορεί και πρέπει να οργανώσει και να ανταποκριθεί  στις ανάγκες αυτού του διαλόγου και να τον μετατρέψει σε μια ευκαιρία για ένα μεγάλο άνοιγμα στην κοινωνία, για ενίσχυση και  διεύρυνση των κοινωνικών του αναφορών και συμμαχιών διότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελούσε και θα αποτελεί το βασικό κορμό του μεγάλου  κοινωνικού και πολιτικού συνασπισμού που θα φέρει σε πέρας τη μετάβαση από  τη χρεοκοπία και τα μνημόνια στη Bιώσιμη και Δίκαιη Ανάπτυξη.

Φωτογραφία: left.gr/ Άγγελος Καλοδούκας

Tην Τρίτη 22 Οκτωβρίου, παρέμβαση στη θεματική ενότητα «Προκλήσεις & προοπτικές της ελληνικής οικονομίας», στο πλαίσιο της ημερίδας που διοργανώνει το Ινστιτούτο Αλέξη Τσίπρα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.intsipras.gr/i-antimetopisi-tis-akriveias-oi-prokliseis-kai-oi-prooptikes-tis-ellinikis-oikonomias ... ΠερισσότεραΛιγότερα
Προβολή στο Facebook
Εκφράζω τα ειλικρινή συλλυπητήριά μου για την απώλεια της Βάσως Παπανδρέου, ιστορικού στελέχους, βουλευτή & υπουργού του ΠΑΣΟΚ. Η Βάσω Παπανδρέου άφησε ισχυρό αποτύπωμα στην ελληνική πολιτική σκηνή & πορεύτηκε με συνέπεια στις αρχές της, επιλογή δύσκολη & καθόλου αυτονόητη στην εποχή μας. Από τις κυβερνητικές θέσεις που ανέλαβε & με τη γενικότερη δράση της συνέβαλε στην ενεργό συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική ζωή της χώρας & στην εμπέδωση της ισότητας των δύο φύλων. ΓΔρ. ... ΠερισσότεραΛιγότερα
Προβολή στο Facebook

Latest Twetter Feeds

YDragasakis @YDragasakis

Could not authenticate you.

Επικοινωνία

Μητροπόλεως 1
10557, Αθήνα

e-mail
ydragasakis@parliament.gr