Ιμπεριαλισμός και αριστερή στρατηγική – Άρθρο στην Αυγή

*Το παρόν άρθρο αποτελεί μέρος ομιλίας κατά την παρουσίαση του βιβλίου των Γ. Μηλιού και Δ. Σωτηρόπουλου «Ιμπεριαλισμός, χρηματοπιστωτικές αγορές, κρίση», Εκδόσεις «Νήσος», 2011, που έγινε στις 29/11/2011

Στις αρχές του 20ου αιώνα υπήρξε ένας ιδιαίτερος συγχρονισμός ανάμεσα στη θεωρητική και την πρακτική δράση του αριστερού κινήματος. Η Λούξεμπουργκ, ο Μπουχάριν, ο Λένιν, ο Κάουτσκι, ο Χίλφενρτιχ, και πολλοί άλλοι, συμμετείχαν ενεργά σε μια μακρά θεωρητική συζήτηση για τη στρατηγική του εργατικού και του αριστερού κινήματος. Αιτία για τις σχετικές αναζητήσεις ήταν αφ’ ενός νέα φαινόμενα του καπιταλισμού που απαιτούσαν κοινά αποδεκτές ερμηνείες, όπως τα καρτέλ, τα μονοπώλια, η αποικιοκρατία, ο ιμπεριαλισμός, και αφ’ ετέρου πολιτικά διλήμματα σε σχέση με τη στρατηγική και την τακτική των αριστερών δυνάμεων, όπως η στάση απέναντι στον πόλεμο, την αυτοδιάθεση των λαών και άλλα ζητήματα που ανέδειχνε η πρακτική δράση. Μια πτυχή της θεωρητικής παραγωγής της περιόδου ήσαν και οι λεγόμενες κλασικές θεωρίες για τον ιμπεριαλισμό.

ΟΙ ΚΛΑΣΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ

Έναν αιώνα μετά, στο έδαφος πολύ διαφορετικών συνθηκών, μπορούμε να πούμε πως η δράση της Αριστεράς συναντάται πάλι με μεγάλα θεωρητικά ερωτήματα και πολιτικά διλήμματα, που μόνο με ένα διπλό και συγχρονισμένο άλμα στο πεδίο της θεωρητικής έρευνας και σε εκείνο της πρακτικής δράσης μπορούν να αντιμετωπισθούν με επιτυχία.

Το βιβλίο των Γιάννη Μηλιού και Δημήτρη Σωτηρόπουλου πραγματεύεται θέματα που βρίσκονται στον πυρήνα αυτής της ανάγκης.

Το βιβλίο αυτό δεν αποτελεί μια ακόμη μελέτη για κάποια ειδική πτυχή του ιμπεριαλισμού, αλλά φιλοδοξεί να θέσει σε νέα βάση συνολικά τη σχετική συζήτηση.

Είναι γεγονός ότι το έργο του Μαρξ, με βάση το διάγραμμα που ο ίδιος είχε εκθέσει στην «κριτική της πολιτικής οικονομίας», δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί. Το έργο του, λοιπόν, ειδικά στο ζήτημα του ιμπεριαλισμού και του κράτους, ήταν ανοιχτό σε περαιτέρω ανάπτυξη και συμπληρώσεις. Το κενό αυτό ήλθαν να καλύψουν οι κλασικές θεωρίες για τον ιμπεριαλισμό. Όμως οι θεωρίες αυτές διαμορφώθηκαν υπό την πίεση των γεγονότων, με δάνεια μερικές φορές από επικρατούσες απόψεις της εποχής, παρά με εμβάθυνση στο έργο του Μαρξ και στις μεθοδολογικές βάσεις που ο ίδιος έθεσε.

Έτσι οι θεωρίες αυτές, μαζί με τη θετική συνεισφορά τους, είχαν και αρνητικές παρενέργειες: απέδωσαν τον ιμπεριαλισμό στα «αδιέξοδα» του καπιταλισμού και όχι σε εγγενείς τάσεις του, τροφοδότησαν έτσι τάσεις καταστροφολογικές και, στη βάση αυτή, ανήγγειλαν πρόωρα το άμεσο τέλος του καπιταλισμού.

Οι συγγραφείς λοιπόν θέλουν κατά κάποιον τρόπο να πιάσουν το νήμα της σχετικής συζήτησης από την αρχή.

ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΘΕΩΡΗΣΗ

Κεντρική θέση των συγγραφέων είναι ότι ο ιμπεριαλισμός δεν είναι προϊόν ενός ορισμένου σταδίου του καπιταλισμού, αλλά αποτελεί μορφή εκδήλωσης επεκτατικών τάσεων που είναι ενδογενείς και χαρακτηρίζουν κάθε καπιταλιστικό κοινωνικό σχηματισμό. Το καπιταλιστικό κράτος δεν ενεργεί ως «εργαλείο» των μονοπωλίων για την υποστήριξη κάποιων ιδιαίτερων επεκτατικών σχεδίων των τελευταίων, αλλά λειτουργεί ως εκφραστής του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου, ως εγγυητής του γενικού (καπιταλιστικού) συμφέροντος και ως φορέας της εν λόγω ενδογενούς επεκτατικής τάσης. Κρίσιμα στοιχεία επομένως στην προτεινόμενη ερμηνεία του ιμπεριαλισμού είναι η θεωρία του «συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου» και του κράτους.

Αυτό που αλλάζει βεβαίως ιστορικά είναι η ένταση, η πυκνότητα και οι μορφές που λαμβάνουν αυτές οι επεκτατικές τάσεις. Για παράδειγμα ενώ αρχικά ο ιμπεριαλισμός προϋπέθετε την κατάλυση ή την άρνηση της εθνικής ανεξαρτησίας (αποικιακός ιμπεριαλισμός), στη συνέχεια η ύπαρξη ανεξάρτητων εθνικών κρατών όχι μόνο δεν εμποδίζει την ανάπτυξη του ιμπεριαλισμού αλλά και τη διευκολύνει. Επίσης σποραδικές εκδηλώσεις αρχικά αυτών των επεκτατικών τάσεων, με τη διεθνοποίηση του κεφαλαίου και τη διαμόρφωση της παγκόσμιας αγοράς, συστηματοποιούνται, γίνονται τρόπος ύπαρξης και όρος αναπαραγωγής του καπιταλισμού.

Αυτή η προσέγγιση οδηγεί σε ουσιώδεις αναθεωρήσεις των κλασικών θεωριών για τον ιμπεριαλισμό. Είναι σε αντιπαράθεση με θεωρίες που θέτουν σε δεύτερη μοίρα την ταξική πάλη στο εσωτερικό των κοινωνικών σχηματισμών, όπως οι θεωρίες «Μητρόπολη – Περιφέρεια». Διαφοροποιούνται από απόψεις περί «νέου ιμπεριαλισμού», οι οποίες, κατά τους συγγραφείς, αναπαράγουν τις αντιφάσεις και τα λάθη των κλασικών θεωριών.

Είναι προφανές πως εδώ ανοίγουν θέματα που απαιτούν περαιτέρω συζήτηση η οποία υπερβαίνει τους στόχους αυτής της παρουσίασης. Το βέβαιο όμως, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι η νέα προσέγγιση, που προτείνουν οι συγγραφείς, απελευθερώνει ακριβώς μια τέτοια συζήτηση από τις σχηματοποιήσεις του παρελθόντος, μας επιτρέπει να συνειδητοποιήσουμε το αυτονόητο, ότι δηλαδή οι μορφές του ιμπεριαλισμού και οι μέθοδοί του δεν έπαψαν να εξελίσσονται, και ότι μια σύγχρονη στρατηγική της Αριστεράς πρέπει να θεμελιωθεί ακριβώς στη βάση των νέων δεδομένων.

Οι συγγραφείς, χωρίς να επεκτείνονται στα επιμέρους στοιχεία, φωτίζουν αρκετά από τα προαπαιτούμενα μιας τέτοιας στρατηγικής. Σημαντική από τη άποψη αυτή είναι και η θέση τους ως προς την έννοια και τον τρόπο συγκρότησης της «παγκόσμιας οικονομίας», όχι ως ενιαία δομή (με ενιαίες παγκόσμιες κοινωνικές τάξεις) αλλά ως μια σύνθετη συνάρθρωση άνισων και άνισα αναπτυσσόμενων κοινωνικών σχηματισμών, με εσωτερικές ιεραρχήσεις, με σχέσεις αντιπαλότητας αλλά και συνεργασίας,  ως μια «αλυσίδα» με ισχυρούς και αδύναμους κρίκους, όπως εύστοχα και παραστατικά απεικόνισε ο Λένιν το διεθνές σύστημα. Διαφοροποιούνται έτσι οι συγγραφείς από απόψεις που υποστηρίζουν ότι μέσω της παγκοσμιοποίησης επέρχεται η «ομογενοποίηση», ή άλλες που αποδίδουν αυτοκρατορικές ιδιότητες και λειτουργίες όχι στο σύστημα συνολικά αλλά σε κάποιον από τους κρίκους του.

Αυτές και άλλες θεωρητικές προσεγγίσεις και συμβολές των συγγραφέων βοηθούν στον προσανατολισμό της συζήτησης στα πραγματικά επίδικα.

ΟΙ ΕΘΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΡΟΙ

Ένα τέτοιο κρίσιμο ζήτημα είναι ο συσχετισμός ανάμεσα στους εθνικούς και τους διεθνείς όρους μιας αριστερής στρατηγικής στην εποχή μας.

Οι συγγραφείς ορθά υποστηρίζουν την πρωταρχικότητα των εσωτερικών συσχετισμών και την πάλη για την ανατροπή τους στο εσωτερικό του κάθε κοινωνικού σχηματισμού, θέση άλλωστε που υποστήριξαν οι Μαρξ και Ένγκελς στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο.

Όμως, συμπληρώνουν, οι εσωτερικοί όροι και συσχετισμοί δεν διαμορφώνονται ερήμην των διεθνών συνθηκών. Οι παγκόσμιοι συσχετισμοί δεν αποτελούν μόνο ένα «εξωτερικό όριο» στους εσωτερικούς συσχετισμούς, αλλά εσωτερικεύονται με διάφορους τρόπους, και τελικά τους επικαθορίζουν.

Ειδικά στις μέρες μας, ο νεοφιλελευθερισμός συνιστά μια μορφή ηγεμονίας του κεφαλαίου, και στη βάση του έχει οικοδομηθεί ένα σύστημα ελέγχου, εποπτείας και πειθάρχησης των ατομικών  κεφαλαίων και των εθνικών οικονομιών, που με διαφορετικές μορφές και μηχανισμούς λειτουργεί όχι μόνο εντός της Ε.Ε. αλλά και εκτός αυτής. Η διαπλοκή έτσι εθνικών και διεθνών, εσωτερικών και εξωτερικών όρων γίνεται πιο πυκνή και πιο ισχυρή.

Υπό τις συνθήκες αυτές δεν είναι καθόλου αυτονόητο -για να έλθουμε σε ένα ζήτημα της επικαιρότητας- ότι μια καπιταλιστική Ελλάδα θα έχει μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας στην άσκηση πολιτικής εκτός ευρώ, ούτε είναι βέβαιο ότι οι εργαζόμενοι θα μπορέσουν σε μια τέτοια περίπτωση να αποφύγουν περαιτέρω επιδείνωση της θέσης τους.

Και τούτο γιατί οι βαθμοί ελευθερίας στην άσκηση της πολιτικής δεν καθορίζονται μονομερώς, αλλά εξαρτώνται από αλλαγή των συσχετισμών τόσο σε εθνικά όσο και ευρύτερα διεθνή πλαίσια. Αν συμβεί το πρώτο χωρίς το δεύτερο, μια νίκη σε εθνικά πλαίσια μπορεί να επιτευχθεί, αλλά για να είναι βιώσιμη θα πρέπει να εντάσσεται σ’ ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό και διεθνές αριστερό σχέδιο ή να είναι σε θέση να πυροδοτήσει μια ευρύτερη δυναμική κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών.

Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι λοιπόν αν, πότε, ή πώς θα φύγουμε από το ευρώ και την Ε.Ε., αλλά πώς θα αλλάξουμε τους συσχετισμούς σε Ελλάδα και Ευρώπη, πώς η Αριστερά θα αποκτήσει ενότητα στη δράση της και ηγεμονία στην πάλη των ιδεών, πώς, παρουσιάζοντας ένα δικό της «αριστερό ευρωπαϊκό σχέδιο», θα δώσει τη δική της προοπτική στους λαούς της Ευρώπης, πώς στη βάση αυτή θα ηττηθεί ο νεοφιλελευθερισμός και θα ανοίξει ο δρόμος για τους ώριμους μετασχηματισμούς στη χώρα μας και γενικότερα στην Ευρώπη και τον κόσμο.

Αν όμως η παραγνώριση των διεθνών συνθηκών και συσχετισμών είναι μια σημαντική πηγή στρατηγικών λαθών, η παραίτηση από την πάλη για την ανατροπή των συσχετισμών στο εσωτερικό του κάθε κοινωνικού σχηματισμού ή η παθητική αναμονή, μέχρι να αλλάξουν οι καταστάσεις διεθνώς, δεν συνιστά λύση αλλά οδηγεί αμαχητί στην πλήρη υποταγή.

Μέσα από το παράδειγμα αυτό, που δεν είναι το μοναδικό, φάνηκε, πιστεύω, πως οι διαμάχες γύρω από το ερώτημα «ευρώ ή δραχμή», στο χώρο της Αριστεράς, υποκρύπτουν ερωτήματα, διλήμματα ή απορίες που αφορούν στο περιεχόμενο της αριστερής στρατηγικής αλλά και του ίδιου του σοσιαλισμού στην εποχή μας. Αυτό δεν είναι παράδοξο. Παράδοξη θα ήταν η εμμονή στη συγκάλυψη των πραγματικών ερωτημάτων αντί της ανοιχτής συζήτησης, με στόχο τη βαθύτερη κατανόηση των προβλημάτων, την αναζήτηση των καλύτερων δυνατών λύσεων  και την υπέρβαση των διαφορών.

Το βιβλίο των Μηλιού και Σωτηρόπουλου αποτελεί μια ουσιαστική συμβολή σε μια τέτοια συζήτηση.

Οι εξελίξεις κάνουν αναγκαίο ένα νέο μαζικό, λαϊκό κόμμα της ΑριστεράςΣτους παράξενους καιρούς που ζούμε, δεν θα ήθελα, από δική μου αδράνεια, να βρεθώ εγκλωβισμένος σε ένα κόμμα το οποίο δεν θα έχει πλέον καμία σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ που υπηρέτησα από την ίδρυσή του, & είμαι περήφανος που συνέβαλα στη δημιουργία του. Θέλω να δηλώσω λοιπόν, ότι παραιτούμαι από μέλος του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μια απόφαση που δεν θα ήθελα να χρειαστεί να λάβω, αλλά οι εξελίξεις την έχουν καταστήσει αναγκαία από καιρό.Θυμίζω ότι από τα όργανα του ΣΥΡΙΖΑ έχω παραιτηθεί ήδη από τον περασμένο Δεκέμβριο. Οι φόβοι που εξέφραζα τότε για εκφυλιστικές εξελίξεις έχουν, δυστυχώς, πλήρως επιβεβαιωθεί. Δεν χρειάζονται, επομένως, πρόσθετα επιχειρήματα. Μπορείς να παραμένεις σε ένα κόμμα, ακόμη & αν διαφωνείς με την τρέχουσα πολιτική του, αρκεί στο κόμμα αυτό να τηρούνται κάποιοι σταθεροί κανόνες και να υπάρχουν δημοκρατικές εγγυήσεις σεβασμού της αξιοπρέπειας και των απόψεων όλων. Είναι όμως εξαιρετικά δύσκολη η παραμονή σε ένα κόμμα στο οποίο η έννοια της δημοκρατίας & της Αριστεράς, αλλά & η ιστορία του ίδιου του κόμματος, υπονομεύονται & μόνος αποδεκτός κανόνας είναι η συχνά αδιευκρίνιστη & ευμετάβλητη βούληση του αρχηγού.Προσωπικά είμαι βέβαιος ότι η Αριστερά θα κληθεί από το λαό, ξανά, να κυβερνήσει, γιατί συσσωρεύονται μεγάλα προβλήματα που απαιτούν προοδευτικές λύσεις. Στοιχεία που δημοσιεύτηκαν χθες για τη συνεχιζόμενη φυγή στο εξωτερικό νέου επιστημονικού & εργατικού δυναμικού, είναι άκρως ανησυχητικά. Είναι μια ακόμη ένδειξη ότι, αν δεν υπάρξει σχέδιο & στρατηγική για αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου & της άνισης αναδιανομής του παραγόμενου πλούτου, η χώρα θα οδηγηθεί σε νέα αδιέξοδα & η κοινωνία σε νέα φτωχοποίηση. Η Αριστερά μπορεί να πρωταγωνιστήσει ξανά υπό την προϋπόθεση, ότι εργάζεται & η ίδια γι’ αυτό, δημιουργεί σχέσεις εμπιστοσύνης με τον κόσμο της εργασίας, έχει επεξεργασμένες λύσεις στα προβλήματα & διαμορφώνει αξιόπιστες προϋποθέσεις προοδευτικής και αποτελεσματικής διακυβέρνησης.Ορισμένοι είχαν προσδοκίες από τη νέα ηγεσία. Όμως στον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, συντελείται μια διαδικασία φθοράς, και όχι δημιουργίας, με πρώτο θύμα την ιστορία του, το έργο του, την ηθικό-πολιτική ακεραιότητά του. Η συζήτηση που άνοιξε, με πρωτοβουλία της ηγεσίας, για «μαύρα ταμεία» αποτελεί τεράστια προσβολή για τα χιλιάδες μέλη του κόμματος που προσέφεραν ανιδιοτελώς & με το υστέρημα τους, κρατούσαν όλα αυτά τα χρόνια το κόμμα όρθιο & τα γραφεία του ανοιχτά. Ήταν ένα μεγάλο δώρο στη Δεξιά & όλους όσους υποστηρίζουν ότι «όλοι είναι το ίδιο».Ο κ. Κασσελάκης παρέλαβε ένα αριστερό κόμμα με προβλήματα & «παραδίδει» πολύ περισσότερα προβλήματα χωρίς αριστερό κόμμα, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μπει σε διαδικασία από-αριστεροποίησης. Ο ΣΥΡΙΖΑ, με την παρούσα ηγεσία, δεν μπορεί να επιλύσει προβλήματα ταυτότητας, στρατηγικής & δημοκρατικής λειτουργίας που αντιμετώπιζε & από πριν. Θα είναι, για το λόγο αυτόν, σε μια κρίση διαρκείας.Οι εξελίξεις μάς θέτουν μπροστά σε δυο αλληλένδετα καθήκοντα. Πρώτον, να αγωνιστούμε για να υπάρξει ένα νέο μαζικό, λαϊκό κόμμα της Αριστεράς, από τη ριζοσπαστική αριστερά ως την αριστερή σοσιαλδημοκρατία & δεύτερον, μια προοδευτική εναλλακτική στο πρόβλημα της διακυβέρνησης της χώρας. Ας ανταποκριθεί ο καθένας & η καθεμία σε αυτό το διπλό καθήκον με όποιο τρόπο & από όποια θέση επιλέξει.Το βέβαιο είναι ότι η κοινωνική Αριστερά, το «αριστερό ημισφαίριο» της κοινωνίας, υπάρχει, & αναζητά μια κατά το δυνατόν ενιαία, ισχυρή & αποτελεσματική πολιτική εκπροσώπηση. Οι εξελίξεις, στον κόσμο, την Ευρώπη & την Ελλάδα δεν αφήνουν κανένα περιθώριο εφησυχασμού.Η ιστορία, πάντως, δείχνει ότι η συσπείρωση & ανασύνθεση της Αριστεράς έχει μεγαλύτερες δυνατότητες να πετύχει αν γίνει υπόθεση της κοινωνίας, των νέων, του ανένταχτου κόσμου της Αριστεράς & της οικολογίας, μέσα από συλλογικές πρωτοβουλίες & κινήσεις, που πρέπει να υπάρξουν παντού, με κάθε πρόσφορη μορφή. Καλή αντάμωση, λοιπόν, στους γνωστούς χώρους, για τους γνωστούς λόγους.Τι έχει προηγηθεί:- «Ύστατη έκκληση για έναν ταπεινό στόχο» - Επιστολή-έκκληση για την αποτροπή της διάσπασης στην οποία η ηγεσία του κόμματος δεν μου απάντησε ποτέ. 9 Νοεμβρίου 2023: dragasakis.gr/istati-ekklisi-gia-enan-tapeino-stoxo/- «Πού βρισκόμαστε, ποιες οι προοπτικές…» - Αναλυτικό κείμενο με το οποίο εξηγώ τους λόγους της παραίτησης από τα όργανα του ΣΥΡΙΖΑ. 8 Δεκεμβρίου 2023: dragasakis.gr/pou-vriskomaste-poies-oi-prooptikes-pos-tha-pame-stis-evroekloges/- Συνέντευξη για το ίδιο θέμα στον Πάνο Χαρίτο, Kontra Channel. 12 Δεκεμβρίου 2023: dragasakis.gr/anasinthesi-kai-anasigkrotisi-tis-aristeras-me-stoxo-mia-nea-proodeftiki-pleiopsifia/ ... ΠερισσότεραΛιγότερα
Προβολή στο Facebook

Latest Twetter Feeds

YDragasakis @YDragasakis

Could not authenticate you.

Επικοινωνία

Μητροπόλεως 1
10557, Αθήνα

e-mail
ydragasakis@parliament.gr