«Να κάνουμε την κοινωνία συμμέτοχο στη νέα φάση της χώρας»

Ομιλία στην εκδήλωση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της Ελλάδος (ΟΚΕ).

Σημεία από την ομιλία

Κύριε πρόεδρε, κυρίες και κύριοι,

Η έξοδος της χώρας από την οδυνηρή φάση της μνημονιακής επιτήρησης μας δημιουργεί τη δυνατότητα, αλλά και το καθήκον, να ανασυγκροτήσουμε τους συλλογικούς όρους της πολιτικής μας ζωής, να οργανώσουμε την αντιμετώπιση της βαριάς κληρονομιάς της κρίσης και της παρατεταμένης λιτότητας αλλά και να σχεδιάσουμε το μέλλον εν όψει των νέων προκλήσεων, αξιοποιώντας τους αυξημένους βαθμούς ελευθερίας που έχουμε κατακτήσει.

Κεντρικό ερώτημα στο πλαίσιο αυτό είναι ποιος ο ρόλος, ποιος ο στόχος και ποια η θέση γενικότερα του κοινωνικού διαλόγου στις μετά τα μνημόνια συνθήκες και ποια η θέση της ΟΚΕ ως μορφή θεσμοθετημένου διαλόγου.

Τα εν λόγω ερωτήματα πρέπει να τα απαντήσουμε στο πλαίσιο των νέων συνθηκών αλλά και των νέων τάσεων που αναδύονται στην Ευρώπη και στην ευρύτερη περιοχής μας.

Αντιμέτωποι με τον αυταρχικό καπιταλισμό

Αναφέρομαι στο γεγονός ότι τόσο διεθνώς όσο και στην Ευρώπη αναδύεται ένας αυταρχικός καπιταλισμός ο οποίος βάλλει κατά των δημοκρατικών κατακτήσεων και προτάσσει αυταρχικές μεθόδους για την προώθηση των οικονομικών του στόχων.

Στην Ευρώπη, αυτό που ο πρόεδρος της ΟΚΕ ονόμασε πριν από λίγο ως «συναινετικό κοινωνικό μοντέλο» φοβάμαι, δεν είναι πλέον κάτι το δεδομένο ή το αυτονόητο. Αποδείχθηκε ασύμβατο με τις νεοφιλελεύθερες δοξασίες και έτσι ήδη πριν από την κρίση ο ρόλος του είχε συρρικνωθεί σημαντικά. Σήμερα, όμως, ακόμη και αυτές οι εν πολλοίς φορμαλιστικές μορφές κοινωνικού διαλόγου απειλούνται πλέον ανοιχτά. Αυτό δείχνει και το παράδειγμα του μεταναστευτικού και του προσφυγικού προβλήματος στο οποίο οι πολιτικοί εκφραστές του αυταρχικού καπιταλισμού αρνούνται κάθε κοινή συναινετική λύση. Στις συνθήκες αυτές η ενδυνάμωση της δημοκρατίας είναι μια αναγκαιότητα που αφορά στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, στην επιδίωξη της κοινωνικής δικαιοσύνης, στην επίτευξη της πολιτικής σταθερότητας, στη δυνατότητα ενός αξιόπιστου κοινωνικού διαλόγου.

Προοδευτικός διάλογος για μια βιώσιμη εναλλακτική του νεοφιλελευθερισμού

Χρειάζεται λοιπόν να υποστηριχθεί ένας κοινωνικός και πολιτικός διάλογος που θα ενισχύσει τις άμυνες της δημοκρατίας απέναντι στις απειλές που αναδύονται. Αυτή η συνθήκη, προτάσσει μια διττή ανάγκη, τόσο εντός χώρας όσο και στο επίπεδο της Ευρώπης. Από τη μία πλευρά είναι ζωτικής σημασίας ένας χώρος εθνικού διαλόγου με στόχο την ευρύτερη συναίνεση γύρω από ζητήματα θεμελιακά για την επιβίωση της δημοκρατίας (πώς, για παράδειγμα, αντιμετωπίζουμε την ακροδεξιά απειλή, που αποτελεί έκφανση της διάρρηξης των κοινωνικών συμβολαίων και της υπονόμευσης της εμπιστοσύνης).

Από την άλλη, για να επανασυνδεθεί το κοινωνικό με το πολιτικό είναι κρίσιμο να μορφοποιηθεί ένας χώρος προοδευτικού διαλόγου, χώρος δηλαδή συσπείρωσης των προοδευτικών δυνάμεων με στόχο τη διαμόρφωση μιας βιώσιμης εναλλακτικής απέναντι στην νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία που όπως απέτυχε να αποτρέψει την κρίση, με τις γνωστές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες, απέτυχε και στη διαχείρισή της με τις τάσεις αυταρχικής πολιτικής εκτροπής να πληθαίνουν στην Ευρώπη

Το τέλος των μνημονίων συντελείται  σε ένα διεθνές περιβάλλον αυξανόμενης αβεβαιότητας, και γεωπολιτικής έντασης. Η χώρα μας βρίσκεται στο κέντρο ενός ευρύτερου τόξου αστάθειας και εστιών έντασης. Χρειάζεται συνεπώς να εργαστούμε για να υπάρξει ένα ευρύτερο πλαίσιο ειρήνης, σταθερότητας και ασφαλείας. Το σχέδιο της κυβέρνησης για τη Βαλκανική Συνανάπτυξη αποσκοπεί ακριβώς στη δημιουργία ενός τέτοιου πλαισίου με τη δημιουργία συνθηκών ισότιμης συνεργασίας, κοινών υποδομών και δικτύων, συνθηκών  μια εταιρικής σχέσης και συνανάπτυξης. Είναι προφανές ότι αυτό απαιτεί την υπέρβαση  διχαστικών αξόνων του παρελθόντος και όχι τη δημιουργία νέων.

Ο κοινωνικός διάλογος ως δημοκρατική διεκδίκηση

Μια πρώτη διαπίστωση λοιπόν είναι ότι υπό το φως  των γενικότερων εξελίξεων που συντελούνται στην Ευρώπη πρέπει να υπερασπιστούμε τον κοινωνικό διάλογο ο οποίος  πρέπει να κατανοηθεί ξανά ως μια δημοκρατική διεκδίκηση, ως ένα κοινωνικό και λαϊκό αίτημα και μέσο ταυτόχρονα για την ενδυνάμωση της δημοκρατίας και την αναζωογόνηση της πολιτικής, ως ένας τρόπος για την υπέρβαση της κρίσης εμπιστοσύνης και νομιμοποίησης, ως στόχος και περιεχόμενο ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου.

Όμως για να υπερασπιστούμε τον κοινωνικό διάλογο πρέπει να σταθούμε κριτικά και αυτοκριτικά το παρελθόν του:

Η περίοδος της κρίσης, εκλαμβανόμενη ως περίοδος «έκτακτης ανάγκης», χαρακτηρίστηκε από μία υποχώρηση/απαξίωση όλων των μορφών τυπικού και άτυπου διαλόγου. Στο βαθμό που ο ρόλος της τρόικας ήταν να υποδεικνύει αποφάσεις στις ελληνικές κυβερνήσεις, η διαβούλευση λογιζόταν ως περιττή ή και επικίνδυνη.  Η υπόθεση της μείωσης του κατώτερου μισθού είναι ενδεικτική της επικράτησης πρακτικών «αυταρχικής επιβολής». Αυτό έδιδε την αίσθηση στην κοινωνία ότι τα πάντα αποφασίζονται και λαμβάνουν χώρα ερήμην αυτής. Και αυτό είναι μία από τις πηγές της κρίσης εμπιστοσύνης των θεσμών.

Άλλα και στη την περίοδο προ της κρίσης,  ο κοινωνικός διάλογος είχε κατά βάση το χαρακτήρα μιας επιφανειακής και φορμαλιστικής διαδικασίας που ανεξάρτητα από προθέσεις δεν μπόρεσε να γίνει υπόθεση της ίδιας της κοινωνίας.

Σήμερα λοιπόν με πρώτη ύλη θετικές και αρνητικές εμπειρίες του παρελθόντος αλλά και τα νέα δεδομένα πρέπει να ξανασκεφτούμε όρους, στόχους και διαδικασίες μέσα από τις οποίες θα υπάρξει όχι απλά κοινωνικός διάλογος αλλά αξιόπιστος διάλογος.

Αναδεικνύοντας πρωτότυπες μορφές κοινωνικής συμμετοχής

Η κοινωνία ωστόσο επιζητά το διάλογο και ανταποκρίνεται σ αυτόν όταν συντρέχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις.  Για αναφερθώ σε ένα παράδειγμα , η κυβέρνηση αυτή, ακόμα και εν μέσω Μνημονίων, εγκαινίασε πρωτότυπες μορφές κοινωνικής διαβούλευσης, με χαρακτηριστικά τα παραδείγματα εκείνο των Περιφερειακών Αναπτυξιακών Συμβουλίων, που συνέβαλαν στην πρώτη ολοκληρωμένη Αναπτυξιακή Στρατηγική για τη χώρα, αλλά και της διαβούλευσης για τη Συνταγματική Αναθεώρηση, που επιχείρησε, στο βαθμό που κατέστη δυνατό, να αφουγκραστεί τον παλμό των πολιτών για το κορυφαίο αυτό εγχείρημα. Τα πορίσματα των Αναπτυξιακών Συνεδρίων δεν έμειναν στα χαρτιά αλλά αποτέλεσαν δεσμεύσεις και λειτουργούν ω σημείο αναφοράς στο συντονισμό και τον έλεγχο του κυβερνητικού έργου. Υπερασπίζομαι αυτή τη διαδικασία όχι ως ένα μοντέλο αλλά ως ένα βήμα που δείχνει δυνατότητες που μπορούν να αξιοποιηθούν περαιτέρω.

Η έξοδος από τα μνημόνια ως νέα αφετηρία

Η  περίοδος που διανοίγεται, λοιπόν,  μετά την επίτευξη της εξόδου από τα μνημόνια συνιστά ευκαιρία για μια πραγματικά νέα αφετηρία. Μπορούμε να εντοπίσουμε εκείνα τα στοιχεία που θα μας επιτρέψουν να αναπτύξουμε διαδικασίες διαλόγου στο εσωτερικό της κοινωνίας αλλά και της κοινωνίας με το πολιτικό σύστημα που να επιτρέπουν αφενός τη ρήξη με το παρελθόν και αφετέρου να δημιουργούν τους όρους ανάδυσης του νέου υποδείγματος που απαιτεί το μέλλον. Θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε τρία σημεία αυτής της νέας διαδικασίας:

α) Χρειάζεται να επιδιωχθεί η αναζωογόνηση των υπαρχουσών οργανώσεων εκπροσώπησης, να βελτιωθεί η αντιπροσωπευτικότητα, να επιτευχθεί η μαζικοποίησή τους να ενισχυθεί η φωνή των πιο αδύναμων πόλων και υποκειμένων. Αυτός είναι και όρος για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης προς αυτές.

β) Χρειάζεται να κατανοηθεί ότι η εξεύρεση των κοινών τόπων είναι αποτέλεσμα της γόνιμης ανταλλαγής απόψεων κι όχι απλή συμμόρφωση σε εκ των προτέρων διαμορφωμένες προτάσεις. Η δημοκρατία βασίζεται στη θεσμοποιημένη έκφραση των διαφορετικών απόψεων και ο πλούτος της είναι αυτές να εκφράζονται με καθαρό τρόπο και να συνυπολογίζονται στις όποιες αποφάσεις. Το ζητούμενο δεν είναι η αναζήτησή μιας επίπλαστης ταξικής ειρήνης αλλά η διαμόρφωση όρων εμπιστοσύνης και  συνθηκών γόνιμης αντιπαράθεσης όταν η συμφωνία είναι ανέφικτη, αλλά  και η αναζήτησή κοινών τόπων μέσω αξιόπιστων συγκλίσεων.

γ) Χρειάζεται να ξαναδούμε τους μετέχοντες στο εγχείρημα της συλλογικής διαβούλευσης σε αυτή τη διαδικασία. Οι κοινωνικοί εταίροι είναι τυπικά συγκεκριμένοι, ωστόσο,  η κρίση έφερε στο προσκήνιο νέες πρωτοβουλίες της κοινωνίας. Η ΟΚΕ αναντίρρητα μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο σε αυτή την προσπάθεια. Ο αυθεντικός διάλογος μέσα στην κοινωνία όμως, ασφαλώς υπερβαίνει υφιστάμενα σχήματα και διαδικασίες. Δίπλα στις υφιστάμενες τυπικές μορφές διαλόγου, υπάρχουν άλλες άτυπες που προέκυψαν στο πεδίο των πυκνών κοινωνικών διεργασιών των τελευταίων ετών ή μπορεί ν’ αναδειχθούν νέες στο μέλλον. Πρέπει να δούμε πως για παράδειγμα  μπορούν να «ακουστούν» τα διάφορά κινήματα αλληλεγγύης, οι πρωτοβουλίες από το χώρο της κοινωνικής οικονομίας, η νέα επιχειρηματικότητα, οι συλλογικότητες των ανέργων κ.ά.. Αυτό θα καταστήσει τον «κοινωνικό διάλογο» πραγματικά «κοινωνικό». Επίσης πρέπει να διασφαλιστούν και θεσμοί ανοικτού διαλόγου, να υπάρχει η δυνατότητα αξιοποίησης της συμμετοχής των πολιτών. Υπάρχουν ενδιαφέροντα παραδείγματα απ’ όλον τον κόσμο.

δ) Χρειάζεται να διασφαλιστεί η αξιοπιστία του διαλόγου, ο βαθμός στον οποίο μπορεί να επηρεάζει πραγματικά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων σε όλα τα επίπεδα

Το Υπουργείο Οικονομίας και η Αναπτυξιακή Στρατηγική

Μιλώντας τώρα από τη σκοπιά του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης θεωρώ ότι κεντρικό πεδίο κοινωνικού αλλά και πολιτικού διαλόγου μπορεί και πρέπει να αποτελέσει η Αναπτυξιακή Στρατηγική.

Η εθνική Αναπτυξιακή Στρατηγική ενσωματώνει τους στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης όπως τους καθόρισε ο ΟΚΕ, καθώς και πολλά από τα συμπεράσματα και τις προτάσεις της ΟΚΕ.

Πεδίο περαιτέρω συνεργασίας και διαλόγου πέρα από επιμέρους νομοθετήματα αποτελούν η εξειδίκευση και υλοποίηση της Αναπτυξιακής Στρατηγικής καθώς και, κυρίως θα έλεγα, ο σχεδιασμός της επόμενης προγραμματικής περιόδου που καλύπτει τη δεκαετία 2020-2030. Στο πλαίσιο αυτό ιδιαίτερη θέση έχει ο σχεδιασμός για το νέο ΕΣΠΑ 2021-2027 καθώς και η επεξεργασία μιας μεσοπρόθεσμης στρατηγικής Βαλκανικής Συνανάπτυξης.

Αναφέρομαι σε μια νέα γενιά υποδομών και θεσμικών αλλαγών με τις οποίες θα αντιμετωπίσουμε ως κοινωνία τις προκλήσεις της νέας βιομηχανικής και ψηφιακής επανάστασης και της κλιματικής αλλαγής και θα θωρακιστούμε ως χώρα έναντι μελλοντικών κρίσεων και εξωγενών κινδύνων.

Για την ανασύνθεση της Αριστεράς | Άρθρο στις «Παρεμβάσεις» της εφημερίδας «Η εποχή» ... ΠερισσότεραΛιγότερα
Προβολή στο Facebook
Με μεγάλη θλίψη αποχαιρετούμε την Φανή Πετραλιά. Η Φανή προσωποποίησε με έναν σπάνιο τρόπο τη σύζευξη της χειραφετημένης γυναίκας, της ενεργής διαννοούμενης, της μαχητικής δημοσιογράφου & της ακάματης συνδικαλίστριας. Παιδί μιας εποχής που παρά τις δυσκολίες της ευνοούσε το ταίριασμα του λογισμού με τ' όνειρο για έναν καλύτερο κόσμο, η Φανή Πετραλιά ήταν πρότυπο & σημείο αναφοράς. Θα τη θυμόμαστε ως μια ξεχωριστή προσωπικότητα. Η σκέψη μας στους αγαπημένους της ανθρώπους. ... ΠερισσότεραΛιγότερα
Προβολή στο Facebook

Latest Twetter Feeds

YDragasakis @YDragasakis

Could not authenticate you.

Επικοινωνία

Μητροπόλεως 1
10557, Αθήνα

e-mail
ydragasakis@parliament.gr