Η αδιαφάνεια της οικονομικής διαχείρισης της εκκλησίας, τα οικονομικά σκάνδαλα, η απουσία ελέγχου και δημόσιας λογοδοσίας συνιστούν μια από τις πτυχές της κρίσης που έχει ξεσπάσει στην ελληνική εκκλησία. Αλλά και άλλες πτυχές της εκκλησιαστικής κρίσης, όπως η διαπλοκή εκκλησίας, και δικαιοσύνης, έχουν και οικονομικό υπόβαθρο.
Καλλιεργείται η αντίληψη ότι όλη αυτή η κατάσταση είναι μια «εσωτερική υπόθεση της εκκλησίας», για την οποία ευθύνονται αποκλειστικά κάποιοι ιεράρχες και ότι η πολιτεία και οι εκάστοτε κυβερνήσεις ούτε μπορούσαν, ούτε μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα για την πρόληψη ή την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης. Θα προσπαθήσω να θεμελιώσω το επιχείρημα πώς ό,τι συμβαίνει στην εκκλησία σήμερα, πέρα από την ευθύνη των ίδιων των ιεραρχών, είναι αποτέλεσμα και της ανοχής και σε ορισμένες περιπτώσεις της συνενοχής του κράτους και των διαχειριστών του.
Τα «σκάνδαλα», για τα οποία γίνεται τόσος λόγος, είναι μια από τις συνέπειες ενός καθεστώτος αυθαιρεσίας και μιας νοοτροπίας «ασυλίας» που έχει εμπεδωθεί με τη συνέργια της πολιτείας. Πέρα από τις άλλες διαπλοκές δηλαδή, υπάρχει και μια διαπλοκή εκκλησίας και πολιτικού κόσμου που αποτελεί τη βάση αυτής της ανοχής και της συνενοχής. Γι’ αυτό και παρατηρούμε ότι ακόμη και σήμερα αυτή ειδικά η διαπλοκή αποσιωπάται ή συγκαλύπτεται συνειδητά. Με ευθύνη του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, διαμορφώθηκε ένα άτυπο δίκαιο, ένας άγραφος κανόνας, που, προφανώς έναντι πολιτικών ανταλλαγμάτων, προστάτευε την ιεραρχία ακόμη και από την εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας. Στο πλαίσιο αυτό η εκκλησία λειτουργούσε ως κράτος εν κράτει. Φωτεινές εξαιρέσεις που υπήρχαν και υπάρχουν και στα δύο αυτά κόμματα δεν αναιρούν τη διαπίστωση αυτή.
1. Ο ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ … ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΓΙΝΕ ΠΟΤΕ
Αυτή η συνενοχή της πολιτείας φαίνεται ανάγλυφα στην περίπτωση του προβλεπόμενου από τον ίδιο τον καταστατικό χάρτη της εκκλησίας διαχειριστικού ελέγχου.
Συγκεκριμένα, με τον καταστατικό χάρτη της εκκλησίας η εκκλησία αποτελεί Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, γεγονός που σημαίνει ότι διαχειρίζεται δημόσια περιουσία και εξουσία. Η οικειοποίηση συνεπώς περιουσιακών στοιχείων της εκκλησίας από ιεράρχες ή άλλα μέλη της, συνιστά αδίκημα. Είναι ως εάν ένας διοικητής ασφαλιστικού ταμείου έβαζε σε προσωπικό του λογαριασμό τις εισφορές των ασφαλισμένων ή ένας δήμαρχος έβαζε στην τσέπη του τα δημοτικά τέλη. Ακριβώς γι’ αυτό προβλέπεται ότι η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων των ιερών Μητροπόλεων υπόκειται σε διαχειριστικό έλεγχο που διενεργείται από το υπουργείο Οικονομικών. Τέτοιος έλεγχος όμως δεν διενεργήθηκε ποτέ, παρά σε σπάνιες περιπτώσεις κατόπιν εισαγγελικής εντολής.
Το 1998, στο πλαίσιο προφανώς των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν για να εξασφαλισθεί η ένταξη στην ΟΝΕ, το υπουργείο Οικονομικών, μετά από εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας του, αποφάσισε να διενεργηθεί διαχειριστικός έλεγχος προς όλες τις Μητροπόλεις προκειμένου να βεβαιωθεί ότι είχαν καταβληθεί κανονικά οι νόμιμοι φόροι. Για να διενεργηθεί όμως ο σχετικός έλεγχος, απαιτείται σύμφωνη γνώμη και του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, η οποία δεν εδόθη. Έτσι ο ως άνω έλεγχος ουδέποτε διενεργήθηκε.
Αλλά ούτε και τώρα, μετά από όσα αποκαλύφθηκαν για τη Μητρόπολη Αττικής, δεν έχει διαταχθεί διαχειριστικός έλεγχος ούτε καν σ’ αυτήν τη συγκεκριμένη Μητρόπολη.
Είναι όμως προφανές ότι πρέπει άμεσα να διαταχθεί διαχειριστικός έλεγχος, όχι μόνο για τη Μητρόπολη Αττικής, αλλά και για όλες τις Μητροπόλεις και άλλα ιδρύματα της εκκλησίας.
2. ΟΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΕΣ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΔΕΝ ΈΧΟΥΝ ΤΕΛΟΣ
Αυτό το καθεστώς ασυλίας αφενός εξέθρεψε ποικίλα οικονομικά σκάνδαλα αφετέρου εξέθρεψε και μια επιθετική στάση ορισμένων ιεραρχών της εκκλησίας απέναντι στο κράτος αλλά και απέναντι σε ιδιώτες.
Έτσι η εκκλησία ή ιδρύματά της διεκδικούν δημόσιες εκτάσεις, ελεύθερους χώρους ή εκτάσεις που παραχωρήθηκαν από το κράτος σε ακτήμονες αγρότες προ πολλών δεκαετιών. Για παράδειγμα η Μονή Βατοπεδίου διεκδικεί τεράστιες εκτάσεις στο νομό Ξάνθης, στις οποίες κατοικούν και επιβιώνουν χιλιάδες αγρότες. Η Μητρόπολη Φθιώτιδας διεκδικεί μεγάλο μέρος του Ποικίλου Όρους εδώ στην Αττική. Ανάλογες διεκδικήσεις υπάρχουν στο Λιτόχωρο και σε πολλά άλλα σημεία της χώρας.
Σε πολλές περιπτώσεις το κράτος, αντί να προστατεύσει τα δικά του συμφέροντα καθώς και εκείνα των πολιτών, ανέχθηκε ή και ενθάρρυνε τις διεκδικήσεις της εκκλησίας. Πίσω από κάθε τέτοια περίπτωση μπορεί κανείς να αναζητήσει πολιτικές παρεμβάσεις και πολιτικο-εκκλησιαστικές διαπλοκές.
Προσπάθειες να κατοχυρωθεί η δημόσια περιουσία , να καταγραφεί η εκκλησιαστική περιουσία και να σταματήσουν οι ατέλειωτες διεκδικήσεις της εκκλησίας, συχνά «μπλοκαρίσθηκαν» με αδιευκρίνιστους τρόπους. Ακόμη και φάκελοι με στοιχεία, έχουν εξαφανισθεί από το Υπουργείο Οικονομικών, όπως έχει γραφτεί στον τύπο. Δεν είναι άραγε καιρός να γίνει επιτέλους μια πλήρης απογραφή της εκκλησιαστικής περιουσίας, να κατοχυρωθεί η δημόσια περιουσία και να ρυθμιστούν οριστικά οι εκκρεμούσες υποθέσεις, εν ανάγκη και με νομοθετική ρύθμιση;
3. ΤΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ ΔΙΕΥΡΥΝΟΝΤΑΙ
Η εκκλησία υπόκειται σε ένα ειδικό, ευνοϊκό, φορολογικό καθεστώς.
Συγκεκριμένα η εκκλησία εξαιρέθηκε από τη φορολογία για τη Μεγάλη Ακίνητη Περιουσία. Η εξαίρεση δεν περιορίσθηκε στην περιουσία που υπηρετεί λειτουργικές ανάγκες της εκκλησίας, αλλά επεκτάθηκε και σε ακίνητα που υπόκεινται σε εμπορική εκμετάλλευση.
Επίσης, τα εισοδήματα από την εκμετάλλευση ακινήτων (ενοίκια κλπ) ενώ γενικά φορολογούνται με συντελεστή 35%, ειδικά στην περίπτωση της εκκλησίας θεσπίσθηκε ένας ειδικός φόρος 10%. Όμως με τον τελευταίο φορολογικό νόμο η Κυβέρνηση της Ν.Δ. αποφάσισε τη βαθμιαία μείωση αυτού του ήδη χαμηλού συντελεστή και το μηδενισμό του ως το 2008. Έτσι, ενώ ένα κοινωνικό ίδρύμα, π.χ. ένα ασφαλιστικό ταμείο, επιβαρύνεται με φόρο (+ χαρτόσημο) 38% για εισοδήματα από ακίνητα η εκκλησία απαλλάσσεται εντελώς.
Επίσης με τον ίδιο Νόμο, μηδενίσθηκε και η φορολογία σε δωρεές των επιχειρήσεων προς την εκκλησία. Τέλος με νόμο που ίσχυε από το 1945 η εκκλησία και τα ιδρύματά της υποχρεούντο σε μια εισφορά προς το κράτος, με βάση τα έσοδά τους. Αυτή καταργήθηκε με το ν. 3220/2004 (αρ.15) λίγο πριν τις τελευταίες εκλογές.
Πέραν αυτών ενδεχομένως υπάρχουν και άλλες απαλλαγές ή άλλα προνόμια τα οποία δεν μας είναι γνωστά αφού δεν υπάρχει κάποια κωδικοποίηση της σχετικής νομοθεσίας. Γεγονός όμως είναι ότι ιδίως κατά τα τελευταία χρόνια, χρόνια συμπίεσης του λαϊκού εισοδήματος, τα προνόμια της εκκλησίας διευρύνθηκαν.
4. ΤΑ «ΤΥΧΕΡΑ» ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΑΝΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Ένα άλλο σκοτεινό κεφάλαιο είναι οι σχέσεις της εκκλησίας με όσους χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες της. Τα «τιμολόγια» για την τέλεση ιερών μυστηρίων ή τελετών διαμορφώνονται αυθαίρετα και τα σχετικά ποσά εισπράττονται χωρίς αποδείξεις. Με τον τρόπο αυτό πέρα από την αδιαφανή και προβληματική διαχείριση των σχετικών πόρων, οι φορολογούμενοι δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τις δαπάνες αυτές ως αφορολόγητη δαπάνη προς την εφορία όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες. Επίσης η εκκλησία με διάφορες ευκαιρίες ή αφορμές προβαίνει σε διάφορους εράνους χωρίς να είναι βέβαιο ότι τηρεί πάντα τις νόμιμες προϋποθέσεις που εκτός των άλλων επιβάλλουν θεωρημένες αποδείξεις από την εφορία.
5. ΕΠΙΧΟΡΗΓΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΛΟΙΠΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Μια άλλη πτυχή των οικονομικών σχέσεων κράτους και εκκλησίας που έχει αναπτυχθεί κατά τα τελευταία έτη προκύπτει από τη συμμετοχή της εκκλησίας, ή ιδρυμάτων της σε ευρωπαϊκά προγράμματα και σε δημόσιες χρηματοδοτήσεις υπό όρους που δεν είναι πάντα ευκρινείς.
Χαρακτηριστική είναι η ρύθμιση που ψηφίστηκε με τον τελευταίο «Αναπτυξιακό Νόμο» σύμφωνα με την οποία επιχειρηματικού χαρακτήρα σχέδια της εκκλησίας μπορούν να επιχορηγούνται από το κράτος χωρίς να υποχρεούται η εκκλησία να συγκροτήσει τα αναγκαία για το σκοπό αυτό νομικά σχήματα. Έτσι δεν εξασφαλίζεται ο έλεγχος της χρήσης αυτών των δημόσιων πόρων, ούτε ο έλεγχος των υπό ίδρυση οικονομικών μονάδων, ούτε είναι σαφείς οι φορολογικές τους υποχρεώσεις.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΔΙΕΞΟΔΟΥ
Οι παραπάνω είναι μερικοί από τους τομείς στους οποίους με ευθύνη των κυβερνήσεων έχει δημιουργηθεί ένα καθεστώς αδιαφάνειας και ασυδοσίας το οποίο ευνοεί την εμφάνιση σκανδάλων και άλλων φαινομένων σαν αυτά που διαβάζουμε τον τελευταίο καιρό στον Τύπο.
Τι πρέπει να γίνει;
Πρώτον είναι προφανές ότι πρέπει άμεσα να διαταχθεί όπως και ο νόμος προβλέπει η διενέργεια απογραφής, ο έλεγχος της οικονομικής διαχείρισης σε όλες τις μητροπόλεις και άλλα ιδρύματα της εκκλησίας, καθώς και ο «σωρευτικός» έλεγχος του «πόθεν έσχες» των Μητροπολιτών. Για το λόγο αυτό καταθέσαμε ήδη σχετική ερώτηση στη Βουλή. Επίσης σε συζητούμενο νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας προτείναμε σήμερα σχετική τροπολογία. Η διενέργεια της απογραφής των περιουσιακών στοιχείων και του διαχειριστικού ελέγχου θα βοηθήσει στο να αποσαφηνισθεί η πραγματικότητα και να ληφθούν περαιτέρω πολιτικές αποφάσεις για την επαναρύθμιση των σχέσεων κράτους εκκλησίας, και στο να εμπεδωθεί καθεστώς διαφάνειας και δημόσιας λογοδοσίας.
Επίσης ένας σωρευτικός έλεγχος του «πόθεν έσχες» της προσωπικής περιουσίας των Μητροπολιτών θα τους απαλλάξει από την υποψία ότι είναι ένοχοι υπεξαίρεσης περιουσιακών στοιχείων της εκκλησίας.
Δεύτερο μέτρο είναι η κωδικοποίηση όλων των φορολογικών και άλλων προνομίων της εκκλησίας καθώς και της νομοθεσίας που διέπει την παραχώρησή τους. Στη βάση και πάλι αυτής της κωδικοποίησης μπορεί και πρέπει να γίνει ένας δημόσιος διάλογος για τη σκοπιμότητα και για τους όρους και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα προνόμια αυτά πρέπει να διατηρηθούν ή να καταργηθούν.
Τρίτο. Σε ό,τι αφορά στις επιχορηγούμενες δράσεις της εκκλησίας εμείς έχουμε ήδη προτείνει όπως έργα της εκκλησίας που έχουν έναν πολιτισμικό χαρακτήρα, όπως π.χ. συντήρηση ιστορικών μονών, θα μπορούσαν να ενταχθούν σε ειδικά προγράμματα του υπουργείου πολιτισμού. Σε ό,τι αφορά επιχειρηματικού χαρακτήρα δραστηριότητες, που δεν έχουν ως σκοπό τους το κέρδος, είναι ανάγκη να θεσμοθετηθεί ένα ειδικό καθεστώς το οποίο να καθιερώνει «επιχειρήσεις ειδικού σκοπού», στο οποίο να μπορούν να υπάγονται επιχειρηματικές δραστηριότητες της εκκλησίας αλλά και κοινωνικών φορέων, δραστηριότητες γενικότερα της λεγόμενης κοινωνικής οικονομίας. Αν πάλι πρόκειται για καθαρά κερδοσκοπικές επιχειρηματικές δραστηριότητες δεν θεωρούμε ότι η εκκλησία πρέπει να εξαιρείται από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται για τις επιχειρήσεις γενικώς.
Τέταρτο. Υπάρχουν βέβαια και άλλες πτυχές της δράσης της εκκλησίας οι οποίες χρήζουν μιας επαναρύθμισης όπως είναι η λειτουργία της ναοδομίας σε σχέση με την τήρηση των γενικών πολεοδομικών κανονισμών ή η λειτουργία μη κυβερνητικών και άλλων οργανώσεων κλπ.
Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να επεκταθούμε και σε άλλους τομείς για να καταστεί φανερό ότι η εκκλησία της Ελλάδος, άλλοτε με την ανοχή και άλλοτε με την ενεργητική συμβολή της πολιτείας, έχει μετεξελιχθεί σε μια οικονομικό – κοινωνική δομή που λειτουργεί υπό καθεστώς φορολογικής εύνοιας, διαχειριστικής ασυλίας, και πολλαπλής κρατικής οικονομικής ενίσχυσης. Η δομή αυτή με την υφιστάμενη τάση και δυναμική της, ακόμη κι αν δεν είχε τον ευρύτερο πολιτικό και ιδεολογικό ρόλο που -ιδιαίτερα με το σημερινό προκαθήμενό της – διεκδικεί αργά ή γρήγορα θα τον αποκτούσε. Αποτελεί ίσως το μόνο θεσμό της κοινωνίας που έχει δικαιώματα και προνόμια χωρίς υποχρεώσεις αφού και οι όποιες υποχρεώσεις της έχουν θεσπισθεί, κατά κανόνα, όπως διαπιστώσαμε, δεν τηρούνται.
Δεν νοείται συνεπώς «κάθαρση» χωρίς την αλλαγή του καθεστώτος που περιγράψαμε, χωρίς τη διαμόρφωση ενός καθεστώτος διαφάνειας και αξιόπιστης δημόσιας λογοδοσίας.
Η κυβέρνηση της Ν.Δ. έχει ταχθεί κατά του χωρισμού εκκλησίας και κράτους. Όμως οι προτάσεις που μόλις διατύπωσα δεν προϋποθέτουν τον χωρισμό αυτό. Αποτελούν μέτρα που η αναγκαιότητα τους απορρέει από το υφιστάμενο καθεστώς. Η μη υλοποίηση συνεπώς των προτάσεων αυτών καθώς και άλλων που αποσκοπούν στη δημιουργία ενός καθεστώτος διαφάνειας και δημόσιας λογοδοσίας, φοβούμαι ότι θα επιβεβαιώσει τη συνενοχή της κυβέρνησης.
Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ δείχνει να υιοθετεί το χωρισμό της εκκλησίας από το κράτος. Δυστυχώς όμως για το ΠΑΣΟΚ, ανάλογη δέσμευση είχε αναληφθεί και με το αλήστου μνήμης «Συμβόλαιο με το Λαό». Μάλιστα με τις προγραμματικές δηλώσεις, της πρώτης κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, το 1981, ο χωρισμός κράτους εκκλησίας αναφερόταν ως ένα από τα άμεσα μέτρα. Όμως παρά τη συνεπή στάση ορισμένων παραγόντων του ΠΑΣΟΚ, όπως του αείμνηστου Α. Τρίτση, αντί γι’ αυτό είχαμε το συμβιβασμό του ΠΑΣΟΚ με το εκκλησιαστικό κατεστημένο. Η επανάληψη λοιπόν των διακηρύξεων αυτών σήμερα εξ αντικειμένου πάσχει από ένα έλλειμμα αξιοπιστίας. Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, επομένως, αντί για γενικόλογες διακηρύξεις πρέπει να απαντήσει στα ερωτήματα που έχουν τεθεί: Ποιος και γιατί υπονόμευσε όλα τα προηγούμενα χρόνια κάθε προσπάθεια ελέγχου των οικονομικών της εκκλησίας; Κυρίως όμως η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ καλείται να στηρίξει προτάσεις άμεσης υλοποίησης σαν αυτές που ήδη διατυπώσαμε, και να προχωρήσει σε ένα επί της ουσίας επανακαθορισμό της στάσης της απέναντι στην εκκλησιαστική ιεραρχία.
Από την άλλη πλευρά, η λήψη των παραπάνω μέτρων θα διευκολύνει τη διεξαγωγή ενός διαλόγου για τον αναγκαίο χωρισμό κράτους εκκλησίας, και θα διευκολύνει την υλοποίησή του όποτε αυτός αποφασισθεί.
Γιάννης Δραγασάκης - Yannis Dragasakis
1 ημέρα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 εβδομάδα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 εβδομάδα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
4 εβδομάδες πριν
«Το καθήκον των αριστερών & προοδευτικών δυνάμεων σε ένα περιβάλλον προκλήσεων & απειλών»
dragasakis.gr
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 μήνας πριν
Main - Alexis Tsipras Institute Events
rb.gy
Clifford Chance, Δικηγόρος – εξειδίκευση δίκαιο της ενέργειας & ανταγωνισμόςShare on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
Latest Twetter Feeds
Could not authenticate you.
Newsletter