«Θα ξεριζωθούν διαπλοκή και παθογένειες του παρελθόντος»

Θα ήθελα να ξεκινήσω την αποψινή μου ομιλία από το ερώτημα «πού βρισκόμαστε;». Έχει η κυβέρνηση συγκεκριμένο πολιτικό σχέδιο και, αν ναι, ποιοι είναι οι στόχοι του; Πώς υλοποιούνται; Πώς αντιμετωπίζουμε τα διάφορα εμπόδια και ποια είναι αυτά τα εμπόδια;

 Τα γεγονότα διαψεύδουν την καταστροφολογία της ΝΔ

Ας αρχίσουμε λοιπόν με την παρούσα κατάσταση. Επί έναν και πλέον χρόνο, από την αρχή που βγήκαμε στην κυβέρνηση, η ΝΔ καταστροφολογεί. Τις τελευταίες βδομάδες το κακό έχει παραγίνει. Ίσως επειδή η διαδικασία αδειοδότησης για τις τηλεοπτικές άδειες μπήκε στο τελικό της στάδιο. Ίσως επειδή τα πράγματα πάνε καλύτερα από ό,τι περίμεναν. Ίσως γιατί για μία ακόμη φορά είχαν επενδύσει –λανθασμένα– σε αδιέξοδα και σε καταστροφές. Γεγονός είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης, ο αρχηγός της ΝΔ, διαπλεκόμενοι καναλάρχες, κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες και ορισμένα στελέχη του ΣΕΒ τελευταία, με τα μέσα ενημέρωσης τα οποία διαθέτουν ή επηρεάζουν, προσπαθούν σαν μια μακάβρια χορωδία να δημιουργήσουν απόγνωση, να καλλιεργήσουν την αίσθηση του αδιεξόδου, της ματαίωσης και της καταστροφής.

Δεν υπήρξε αρνητική είδηση ή γεγονός, δεν υπήρξε σχόλιο κάποιου παράγοντα –έστω και τριτοκλασάτου– από την Κομισιόν ή από τους άλλους Θεσμούς και εκπροσώπους δανειστών που να μη γίνει πρωτοσέλιδο. Και δεν υπήρξε θετική είδηση που να προβληθεί ή έστω να μην υποβαθμιστεί. Και τι δεν είπαν: «Τα έσοδα θα καταρρεύσουν, ο κόφτης θα ενεργοποιηθεί». «Η οικονομία», είπαν, «μπαίνει σε νέο κύκλο ύφεσης, η ανεργία θα αυξηθεί, η αξιολόγηση δεν θα ολοκληρωθεί και για το χρέος δεν θα υπάρξει τίποτα το θετικό». Τα αναφέρω όλα αυτά, παρότι τα ξέρετε, γιατί δεν πρέπει να υποτιμούμε το γεγονός ότι ο κόσμος βομβαρδίζεται διαρκώς με αυτές τις δήθεν ειδήσεις, τις δήθεν πληροφορίες.

Εμείς, αντίθετα, όλο αυτό το διάστημα υποστηρίξαμε ότι η πτωτική πορεία της οικονομίας και της χώρας έχει σταματήσει, ότι οι δημοσιονομικοί στόχοι εκπληρώνονται και μάλιστα υπερκαλύπτονται. Η οικονομία, είπαμε, είναι σε φάση σχετικής σταθεροποίησης και από το δεύτερο εξάμηνο του 2016, όπως είχαμε πει από πέρυσι, θα μπει σε φάση ανάκαμψης, η οποία, πλην ακραίων απροόπτων, θα επιταχυνθεί το 2017, το 2018 και το 2019. Η αύξηση της ανεργίας έχει σταματήσει και έχουμε μπει σε μια πορεία βαθμιαίας μείωσης της ανεργίας. Η αύξηση των «κόκκινων δανείων» έχει επιβραδυνθεί και μάλιστα από το τρίτο τρίμηνο του έτους αρχίζει σιγά σιγά να εμφανίζει μια μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οι καταθέσεις από τον Μάιο και μετά εμφανίζουν μια τάση επιστροφής στις τράπεζες. Το κράτος αρχίζει να εξοφλεί τις συσσωρευμένες υποχρεώσεις του και οι ευρωπαϊκοί πόροι αξιοποιούνται πιο γρήγορα και πιο ορθολογικά.

Είπαμε λοιπόν ότι μπαίνουν οι βάσεις και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να σπάσουμε τους φαύλους κύκλους που κρατούν την οικονομία και την κοινωνία στο τέλμα όλα αυτά τα χρόνια.

Προσήλωση στο στόχο – Κανένας εφησυχασμός

Αυτά είπαμε εμείς. Χωρίς εξωραϊσμούς, χωρίς εφησυχασμούς, χωρίς ψεύτικα success stories, είπαμε και λέμε στον κόσμο την αλήθεια με βαθιά επίγνωση του μακρύ και ανηφορικού δρόμου που έχουμε ακόμη μπροστά μας για να βγούμε από την κρίση.

Τι δείχνουν τώρα τα πραγματικά γεγονότα; Ποιον διαψεύδουν και ποιον δικαιώνουν οι εξελίξεις; Τα γεγονότα διαψεύδουν τις καταστροφολογικές προβλέψεις και επιβεβαιώνουν τις δικές μας εκτιμήσεις. Και η διάψευση αυτή έρχεται πρώτα από τα ίδια τα γεγονότα, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο γίνονται τελικά γνωστά, αλλά έρχεται και από εκεί που οι πολιτικοί μας αντίπαλοι δεν το περίμεναν. Έρχεται και από το ΔΝΤ.

Τι ακριβώς είπε το ΔΝΤ χθες; Πρώτον, επιβεβαιώνει τη δική μας εκτίμηση ότι όντως η οικονομία έχει ήδη μπει σε φάση ανάκαμψης και ότι το 2016 θα είναι έτος καμπής και μετάβασης από την ύφεση στην ανάκαμψη. Το δεύτερο που λέει το ΔΝΤ –και είναι πιο σημαντικό– είναι ότι έχουμε μπροστά μας μια τριετία τουλάχιστον ισχυρής –με τα παγκόσμια δεδομένα– ανάκαμψης της τάξης του 2,5%-3,5% το 2017, 2018, 2019 και το 2020. Το τρίτο που λέει και που επιβεβαιώνει είναι ότι όντως η ανεργία είναι σε φάση αποκλιμάκωσης – όχι με τους ρυθμούς που θα θέλαμε εμείς, αλλά πάντως μειώνεται.

Αναφέρω τις εκτιμήσεις αυτές διότι όλη η προπαγάνδα της ΝΔ και όχι μόνο από πέρυσι στηρίχτηκε σε προβλέψεις του ΔΝΤ. Τις αναφέρω όμως αυτές τις προβλέψεις όχι ως ένα στοιχείο εφησυχασμού –δεν εφησυχάζουμε διότι είναι προβλέψεις, και κάθε πρόβλεψη είναι ευάλωτη σε αρνητικές διεθνείς εξελίξεις ή άλλα απρόοπτα–, όχι ως προβλέψεις που θα γίνουν, αλλά ως στόχους που μπορούμε να επιδιώξουμε. Και μάλιστα συμπίπτουν και με τους στόχους του προϋπολογισμού που έχει καταθέσει ο Υπουργός Οικονομικών στη Βουλή. Δεύτερον, δεν εφησυχάζουμε διότι, ακόμη και αν επαληθευτούν αυτές οι προβλέψεις –που θα είναι πολύ σημαντικό αν συμβεί– για εμάς δεν είναι επαρκείς για να επιτύχουμε τους κοινωνικούς και τους πολιτικούς μας στόχους, όπως θα πω παρακάτω.

 Δημιουργώντας προοπτική – Πολιτική υπέρβασης εμποδίων

Θα πει κάποιος: «Ωραία οι αριθμοί βελτιώνονται. Η ζωή μου όμως θα βελτιωθεί, αν είμαι άνεργος, αν είμαι με το μαχαίρι των δανείων στο λαιμό;». Εδώ ερχόμαστε σε ένα πραγματικό πρόβλημα, σοβαρό, που πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Σίγουρα οι οικονομικές αυτές εξελίξεις, ακόμη και στην πιο θετική τους εκδοχή, δεν θα μεταφραστούν αυτόματα σε επίλυση των προβλημάτων της κοινωνίας. Και τούτο διότι ο χρόνος των αναγκών δεν ταυτίζεται με τον πολιτικό χρόνο. Ο χρόνος των αναγκών έχει να κάνει με το παρελθόν και με το παρόν. Έχει να κάνει με τις συσσωρευμένες ανάγκες που δημιούργησαν το πρώτο και το δεύτερο μνημόνιο, με ανάγκες που για ορισμένα κοινωνικά στρώματα υπήρχαν και πριν και κατά τη διάρκεια της κρίσης.

Από την άλλη πλευρά, η πολιτική ασκείται μέσω περιορισμών και εμποδίων και συχνά υποχρεωνόμαστε να αναζητούμε παρακαμπτήριες οδούς για να υπερβούμε τα διάφορα εμπόδια. Επομένως, οι θετικές οικονομικές εξελίξεις δεν φτάνουν αμέσως στην κοινωνία. Και γι’ αυτό δεν πρέπει εμείς να κάνουμε το λάθος που έκαναν άλλες κυβερνήσεις, που πριν καν ακόμα συμβούν τα θετικά γεγονότα, τα εμφάνιζαν ως δεδομένα και ως τετελεσμένα γεγονότα.

Γιατί όμως είναι σημαντική αυτή η προοπτική που αρχίζει να διαγράφεται; Είναι σημαντική γιατί θα μας δώσει τη βάση για να σχεδιάσουμε την επομένη φάση. Θυμάστε προεκλογικά που μιλούσαμε για ένα «ξέφωτο»; Ότι θέλαμε να φτάσουμε σε ένα «ξέφωτο»; Εννοούσαμε περίπου κάτι τέτοιο. Εννοούσαμε δηλαδή να φτάσουμε σε ένα σημείο όπου η οικονομία να είναι σε τροχιά ανάκαμψης, να μην κινδυνεύουμε από καταρρεύσεις, χρεοκοπίες και άλλα συναφή, ούτως ώστε να μπορέσουμε να οργανώσουμε την πολιτική μας σε ένα κάπως σταθεροποιημένο περιβάλλον. Και εμείς και τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις ακόμη.

 Οι στόχοι της επόμενης περιόδου

Επομένως, ο σχεδιασμός της επόμενης φάσης θα έλεγα ότι είναι το ζητούμενο τώρα. Και αυτό δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση. Αφορά και το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, με το συνέδριο του, που όχι μόνο μπορεί αλλά και πρέπει να συζητήσει οργανωμένα και να υποδείξει εκείνες τις προτάσεις και τις θέσεις που θεωρεί ότι πρέπει να περιληφθούν σε ένα συλλογικό νέο ξεκίνημα, το οποίο πρέπει να οργανώσουμε και να κάνουμε. Αφορά τους ΑΝΕΛ, τους Οικολόγους αλλά και άλλες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις ή ομάδες οι οποίες ενδεχομένως θέλουν να έχουν τη συμβολή τους, την κριτική συμβολή τους, σε αυτή την προσπάθεια που κάνουμε.

 Μερικοί από τους στόχους που αφορούν αυτή την επόμενη φάση –που εγώ θα την όριζα από τώρα μέχρι τη λήξη της θητείας της κυβέρνησης– έχουν ήδη αναφερθεί από τον Πρωθυπουργό, στις τρεις σημαντικές πρωτοβουλίες που οργανώθηκαν τον περασμένο Ιούνιο – Ιούλιο γύρω από τα θέματα της ανάπτυξης, του κοινωνικού κράτους και του Συντάγματος.

Μια σύνοψη θα μπορούσε να ήταν η εξής:

  • Βασική προτεραιότητα και στόχος της επόμενης φάσης θα πρέπει να είναι οι επενδύσεις και η απασχόληση, η δημιουργία δηλαδή νέων θέσεων εργασίας. Γιατί; Διότι αυτή θα είναι η βάση για να κάνουμε βιώσιμη, να δώσουμε δύναμη και προοπτική στην ανάκαμψη που, όπως είπα, αρχίζει. Χωρίς επενδύσεις, δεν θα έχει μακρύ δρόμο ούτε αυτή ούτε η μείωση της ανεργίας.
  • Ο δεύτερος στόχος είναι η διαπραγμάτευση για το χρέος, με άμεσο στόχο να πετύχουμε μια ρύθμιση, το συντομότερο δυνατόν, η οποία θα μας επιτρέπει να μπορέσουμε να δανειστούμε από τις αγορές μέσα στο 2017. Το ξέρω ότι αυτή η ρύθμιση μπορεί να μην είναι η ριζική λύση που επιθυμούμε, αλλά την επιδιώκουμε. Θα είναι σημαντικό να την πετύχουμε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι παραιτούμαστε από τους άλλους πιο μακροπρόθεσμους στόχους που έχουμε.
  • Τρίτος στόχος είναι η επίτευξη μιας θετικής συμφωνίας στα εργασιακά και ειδικότερα το να διασφαλίσουμε την επιστροφή των συλλογικών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης. Όχι μόνο διότι αυτό αφορά δικαιώματα εργαζομένων, τα οποία υποστηρίζουμε, αλλά και για έναν λόγο –ας τον πω έτσι– «αναπτυξιακό». Η επιστροφή των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των άλλων δικαιωμάτων των εργαζομένων θα επιτρέψει στους εργαζομένους να διεκδικήσουν μισθολογικές αυξήσεις, οι οποίες, μαζί με τις επενδύσεις, την απασχόληση, τις εξαγωγές, αποτελούν στην αλληλεπίδρασή τους το μοχλό για την ανάκαμψη της οικονομίας και την ανόρθωση της κοινωνίας.
  • Ο τέταρτος στόχος είναι να δημιουργήσουμε τις υλικές προϋποθέσεις για να μειώσουμε το φορολογικό βάρος και να το κατανείμουμε ακόμη πιο δίκαια, όπως και για να στηρίξουμε το κοινωνικό κράτος. Όταν λέω «να δημιουργήσουμε τις υλικές προϋποθέσεις», εννοώ την εντατικοποίηση της προσπάθειας για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Εντός του Οκτωβρίου αναμένεται να κατατεθεί και το ν/σ για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, που θα διευκολύνει προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά υπάρχουν και πολλά άλλα μέτρα: Είναι το θέμα της ανάκαμψης, που θα βοηθήσει στην αύξηση των εσόδων χωρίς νέους πόρους, και είναι και η διαπραγμάτευση για το χρέος και για μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία θα μας επιτρέψουν, αντί να δίνουμε ένα ποσό για το χρέος, να μπορούμε να το δίνουμε για μείωση φορολογικών βαρών και για ενίσχυση της κοινωνικής πολιτικής.
  • Ο πέμπτος στόχος είναι αφενός η ενίσχυση της ρευστότητας, πράγμα το οποίο θα επιτυγχάνεται στο βαθμό που θα μειώνονται τα «κόκκινα» δάνεια αλλά και που θα έχουν και οι τράπεζες πρόσβαση στις διεθνείς αγορές, και αφετέρου η διαμόρφωση αυτού που λέμε «παράλληλο τραπεζικό σύστημα», η διαμόρφωση δηλαδή ενός δικτύου αναπτυξιακών ταμείων, τα οποία θα είναι προσανατολισμένα στην ενίσχυση των επενδύσεων, της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, της κοινωνικής οικονομίας, της έρευνας και της καινοτομίας. Και ενδεχομένως έως το τέλος του χρόνου θα έχουμε εν λειτουργία κάποια από αυτά τα ταμεία.
  • Ο έκτος στόχος είναι το πέρασμα από τα επιμέρους μέτρα που παίρνουμε –π.χ. για την αντιμετώπιση της κοινωνικής και ανθρωπιστικής κρίσης, την πρόσβαση των ανασφάλιστων στο σύστημα Υγείας, την υποστήριξη φτωχών και ακραία φτωχών στρωμάτων– και που είναι σημαντικά, αλλά έχουν αποσπασματικό χαρακτήρα, στην ανασυγκρότηση του συστήματος του κοινωνικού Κράτους μέσα ακριβώς και από νέες δομές και υπηρεσίες που να αντιστοιχούν στις σημερινές ανάγκες. Μια αιχμή η οποία από τώρα θα μπει σε εφαρμογή και προβλέπεται στον προϋπολογισμό είναι η γενίκευση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης, για τη χρηματοδότηση του οποίου σε πρώτη φάση θα διατεθούν γύρω στα 900 εκατ. ευρώ, με προοπτική στο μέλλον το ποσό αυτό να αυξηθεί.
  • Έβδομος σημαντικός σταθμός είναι η θεσμική ανασυγκρότηση της χώρας, θα έλεγα, που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει τη συνέχιση και εντατικοποίηση των προσπαθειών για το μετασχηματισμό κράτους και της διοίκησης, το άνοιγμα της συζήτησης για τη συνταγματική αναθεώρηση, το χτύπημα της διαφθοράς, όπου ήδη έχουμε αποτελέσματα, αλλά και τη θωράκιση της κοινωνίας από φαινόμενα διαφθοράς και άλλες παθογένειες του παρελθόντος.
  • Τέλος, υπάρχουν μια σειρά από παράλληλες δράσεις και προγράμματα που μπορούμε είτε να υλοποιούμε παράλληλα με το υπόλοιπο των μνημονιακών υποχρεώσεων είτε –πολύ περισσότερο από δω και πέρα– να εντάσσουμε σε προγράμματα που δεν θα διορθώνουν απλώς επιμέρους προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί, αλλά θα θέτουν τις βάσεις για τη μεταμνημονιακή κοινωνία, για τη μεταμνημονιακή Ελλάδα που θέλουμε να δημιουργήσουμε.

Το σχέδιο για τη μεταμνημονιακή Ελλάδα

Το πολιτικό μας σχέδιο όμως δεν εξαντλείται στους άμεσους στόχους, αυτούς ή και άλλους που μπορεί να προσθέσετε κι εσείς. Αυτοί και άλλοι συναφείς άμεσοι στόχοι είναι προϋποθέσεις για να περάσουμε σε αυτό που αποτελεί τον πραγματικό στόχο, που είναι η μετάβαση σε ένα νέο μοντέλο βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης. Διότι το δικό μας σχέδιο δεν περιορίζεται στην ανάκαμψη μόνο της οικονομίας. Αυτό θα μπορούσε να το κάνει –θα μπορούσε να πει κανείς– και μια άλλη κυβέρνηση. Το δικό μας σχέδιο επιδιώκει την υπέρβαση του παραγωγικού μοντέλου που υπήρχε στη χώρα όλα αυτά τα χρόνια αλλά και της οικονομικοπολιτικής εξουσίας που μας έφερε στην κατάσταση της χρεοκοπίας την οποία βιώνουμε.

Δεν θέλουμε, με άλλα λόγια, να διαχειριστούμε πιο ανθρώπινα αυτήν τη χρεοκοπία και την πτώχευση. Το πολιτικό στοίχημα για μια αριστερή δύναμη όπως είναι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι να μπορέσουμε να βάλουμε τις βάσεις για να μην έχουμε ξανά χρεοκοπίες και πτωχεύσεις, που σημαίνει ότι πρέπει να αντιμετωπίσουμε και τις βαθύτερες αιτίες της κρίσης. Διαφορετικά, αν δεν οργανώσουμε και δεν πετύχουμε αυτήν τη μεγάλη ανατροπή του παλιού μοντέλου, αν δεν υλοποιήσουμε αυτόν το μεγάλο μετασχηματισμό, η κρίση μπορεί να υποχωρήσει για λίγο, αλλά θα επανέλθει δριμύτερη, αν οι αιτίες έχουν μείνουν ανέπαφες.

Ακριβώς γι’ αυτό ο στόχος μας δεν είναι επίσης, όπως ήδη είπα, απλώς να ρυθμίσουμε το χρέος, να μπορέσουμε να βγούμε στις αγορές και να εξισωθούμε, κατά κάποιον τρόπο, με χώρες όπως η Πορτογαλία ή η Ιταλία, που δανείζονται επί του παρόντος άνετα από τις αγορές, αλλά να προχωρήσουμε μετά από αυτό και σε ριζικότερες λύσεις. Κάτι το οποίο μπορούμε να κάνουμε, όπως λέγαμε και προεκλογικά, στο πλαίσιο μιας συμπαράταξης και μιας συντονισμένης δράσης μαζί και με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ούτως ώστε να λύσουμε και το ελληνικό, ως εθνικό πρόβλημα, αλλά και το ευρωπαϊκό, ως ευρύτερο πρόβλημα χρέους.

Η κυβέρνηση συνεπώς έχει πολιτικό σχέδιο. Το σχέδιο αυτό βλέπει μακριά, πέρα από τα μνημόνια και την τρέχουσα κρίση. Είναι ένα σχέδιο ανταγωνιστικό τόσο προς το κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα –και γι’ αυτό δεν μπορεί παρά να έχουμε εντάσεις και συγκρούσεις– όσο και προς τη σοσιαλφιλελεύθερη συναίνεση, που ακόμα κυριαρχεί ως ένα βαθμό –αν και πολύ κλονισμένη– στην Ευρώπη. Είναι ένα σχέδιο που βρίσκεται στον αντίποδα του ακροδεξιού λαϊκισμού και της νέας εθνικοφιλελεύθερης συναίνεσης που πάει να διαμορφωθεί σε ορισμένες χώρες στη βάση του εθνικισμού, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας. Και βέβαια το πολιτικό μας σχέδιο είναι σε ευθεία αντιπαράθεση με τα εγχώρια συμφέροντα και τις κατεστημένες δυνάμεις, που είχαν συνηθίσει αλλιώς και σήμερα ξεβολεύονται. Είναι ιδίως σε ανταγωνιστική σχέση με τις οικονομικές εκείνες δυνάμεις οι οποίες στήριζαν τα κέρδη τους και τη δύναμή τους όχι σε επενδύσεις ή στην καινοτομία και σε αυτό που ο Μαρξ ονόμαζε «σχετική υπεραξία» αλλά στα προνόμια, στις ειδικές σχέσεις με την πολιτική εξουσία, με τα εκάστοτε κυβερνητικά κόμματα και με το κράτος.

Στο σημείο αυτό έρχομαι στη δεύτερη ομάδα ερωτημάτων, που, όπως είπα, σχετίζονται με τα εμπόδια που συναντάμε στη πορεία υλοποίησης του σχεδίου μας: Από πού προέρχονται τα εμπόδια αυτά, πώς μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε και τι περιθώρια δράσης τελικά έχουμε με αυτή τη συμφωνία που υπό τις γνωστές συνθήκες υποχρεωθήκαμε να αποδεχτούμε;

 Σεβόμαστε τις υποχρεώσεις μας –  Δεν φοβόμαστε τις συγκρούσεις

Αρχίζοντας από το τελευταίο θέμα, να πω ότι θέλουμε να είμαστε συνεπείς στις υποχρεώσεις μας. Δεν θεωρούμε ότι μπορούμε να κερδίσουμε βαθμούς ελευθερίας αγνοώντας τις υποχρεώσεις που έχουμε αναλάβει –ανεξάρτητα από το αν συμφωνούμε ή όχι με αυτές–, διότι γνωρίζουμε ότι υπάρχουν δυνάμεις που καραδοκούν στην Ευρώπη και γενικά στο εξωτερικό οι οποίες ακριβώς θέλουν να αξιοποιούν τέτοιες υπαρκτές –και καμιά φορά και μη υπαρκτές– αποκλίσεις για να υπηρετούν το δικό τους σχέδιο. Από την άλλη πλευρά όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούμε να εφαρμόζουμε τη συμφωνία παθητικά ή τυφλά, χωρίς να βλέπουμε τις συνέπειες και χωρίς να εξαντλούμε κάθε περιθώριο διαπραγμάτευσης έστω των όρων ή του τρόπου υλοποίησης των συμφωνηθέντων.

Αναλάβαμε, για παράδειγμα, τη δέσμευση να υλοποιήσουμε εννιά ιδιωτικοποιήσεις, μεταξύ αυτών και του ΟΛΠ. Διαπραγματευτήκαμε όμως. Πετύχαμε κάποια πράγματα, και αυτό γενικά προσπαθούμε να κάνουμε παντού όπου δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Σε άλλες περιπτώσεις θέτουμε στόχους οι οποίοι υπερβαίνουν τους μνημονιακούς φραγμούς και τους υλοποιούμε. Όλα τα μέτρα κοινωνικής υποστήριξης, πρέπει να σας πω, ήταν μέτρα πέραν του μνημονίου. Οι 100 δόσεις, η ενίσχυση των δράσεων κατά της ανθρωπιστικής κρίσης και πολλά άλλα ήταν μέτρα τα οποία είτε πείθοντας εκ των υστέρων είτε εντάσσοντάς τα σε ευρύτερα πλαίσια και σχεδιασμούς μπορέσαμε να τα υλοποιήσουμε.

Τέλος, δεν φοβόμαστε τις συγκρούσεις, δεν φοβόμαστε τις αντιπαραθέσεις, εφόσον ξέρουμε ότι αυτό είναι προϋπόθεση για να διαμορφώσουμε νέα κανονιστικά πλαίσια σε διάφορους τομείς, όπως είναι τώρα το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου. Το ίδιο ισχύει και με τους Θεσμούς. Σε πολλά πράγματα οι Θεσμοί εμφανίζονται από τον εγχώριο Τύπο και τα μέσα ενημέρωσης ως πάνσοφοι. Θέλω να σας πω ότι σε πολλά πράγματα λειτουργούν και αυτοί ως μαθητευόμενοι μάγοι, διότι αξιοποιούν τη χώρα ως πειραματόζωο για να δοκιμάσουν πράγματα αδοκίμαστα. Επομένως, ο τρόπος με τον οποίο υλοποιούμε τη συμφωνία συνδυάζει, όπως είπα, και τα δύο: και ανταποκρινόμαστε στις δεσμεύσεις μας αλλά και προσπαθούμε το κάθε βήμα να γίνεται αντικείμενο διαπραγμάτευσης, ούτως ώστε να αποφεύγουμε μεγάλες ζημιές.

Άλλωστε, ποτέ στην ιστορία δεν άνοιξε ο καινούριος δρόμος, ποτέ δεν υπήρξε καινούριο υπόδειγμα που να μπορέσει να υλοποιηθεί χωρίς αντιπαραθέσεις, χωρίς συγκρούσεις αλλά και χωρίς συμμαχίες, χωρίς συνεργασίες με ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, που μπορεί να συγκλίνουν στο όλον του σχεδίου ή και σε επιμέρους στόχους.

Διεκδικούμε λύσεις σε κλίμακα Ευρώπης

Το πρώτο πεδίο λοιπόν, για να έρθω σε αυτό το θέμα τώρα, στο οποίο δοκιμάζεται το σχέδιό μας είναι η υλοποίηση της συμφωνίας και οι σχέσεις με τους δανειστές. Δεν θα πω κάτι πρωτότυπο, αλλά θέλω να τονίσω ότι η σχέση δεν είναι εύκολη. Και δεν μπορεί να είναι εύκολη, διότι εκπροσωπούμε διαφορετικά υποδείγματα. Και προσπαθούμε να βρούμε εκείνους τους κοινούς τόπους και χώρους που θα μας επιτρέψουν να προχωρήσουμε. Όμως δεν είναι εύκολη η σχέση, κυρίως διότι ορισμένοι –ευτυχώς όχι όλοι– έχουν μια αποικιοκρατική, θα έλεγα, λογική, μια νέο-αποικιοκρατική πολλές φορές λογική. Δεν αναγνωρίζουν τα λάθη τους, συμπεριφέρονται, όπως είπα, ως μαθητευόμενοι μάγοι και θα τους άρεσε να αντιμετωπίζουν μια κυβέρνηση που να λέει «ναι» σε όλα. Άρα, αντιμετωπίζουν τη δική μας κυβέρνηση ως αναγκαίο κακό. Θα ήθελαν να έχουν γλιτώσει από μας. Δεν τα κατάφεραν. Υποχρεώνονται να τα βρουν μαζί μας.

Ευτυχώς όμως, όπως είπα, δεν είναι όλοι έτσι. Υπάρχουν δυνάμεις που αναγνωρίζουν το αδιέξοδο αυτής της πολιτικής. Υπάρχουν δυνάμεις που συμφωνούν μαζί μας. Και συμφωνούν μαζί μας και σε αυτό που προτείναμε εμείς πέρυσι στην Ευρώπη και δεν το δέχτηκε, ότι θα πρέπει να μπει τέλος στη λιτότητα, ότι πρέπει να αναζητήσουμε έναν άλλο δρόμο και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη. Και όχι μόνο συμφωνούν, αλλά αρχίζουν και το λένε κιόλας, διότι μέχρι πέρυσι δεν το έλεγαν.

Επίσης, υπάρχουν χώρες που φοβούνται ότι μπορούν να πάθουν τα ίδια. Άρα, εάν και αυτές δεν αντιδράσουν σε αυτό που γίνεται στην Ελλάδα, μπορεί αύριο να γίνουν από θύτες, θύματα. Επίσης και στο εσωτερικό των χωρών υπάρχουν διαφορές. Δεν μπορούμε δηλαδή να πούμε ότι όλοι στη Γερμανία συμμερίζονται τις απόψεις του κ. Σόιμπλε. Και αυτό εντείνεται, διότι μετά το Brexit κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει πλέον ότι η ΕΕ ζει μια υπαρξιακή κρίση. Κανείς δεν μπορεί στα σοβαρά να αρνηθεί πλέον αυτό που λέγαμε εμείς πριν από τις εκλογές, ότι η ΕΕ είτε πρέπει να αλλάξει, να επανιδρυθεί, να ξαναδεί τις αρχές και τα θεμέλιά της είτε θα αμφισβητηθεί ακόμη και η ύπαρξή της.

Και κάτι ακόμη: Δεν είναι αληθές ότι η κρίση πλήττει μόνο τις περιφερειακές χώρες του καπιταλισμού. Χαρακτηριστικό της κρίσης που ζούμε είναι ότι γεννήθηκε στη Μέκκα του καπιταλισμού, στις ΗΠΑ. Και αυτό εξακολουθεί να παράγει γεγονότα. Σήμερα, για πρώτη φορά, αμφισβητείται η πιστοληπτική ικανότητα ισχυρών χωρών. Το παράδειγμα της Deutsche Bank, παρ’ όλο που είναι εντυπωσιακό, δεν είναι το μοναδικό. Και είναι πολύ σοβαρό, όχι διότι δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ενδεχομένως, αλλά διότι ο τρόπος με τον οποίο θα υποχρεωθεί η Γερμανία να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με τη Deutsche Bank θα επηρεάσει το τι θα γίνει στην Ιταλία ή στην Πορτογαλία. Θα αποδειχθεί λοιπόν αυτό για το οποίο εμείς επιμένουμε, ότι τα προβλήματα απαιτούν τελικά πανευρωπαϊκές λύσεις, ακόμη και όταν αφορούν ισχυρές χώρες.

Υπάρχουν δυσκολίες που μας εξαναγκάζουν σε πρόσθετες υποχωρήσεις και αναδιπλώσεις, που μας υποχρεώνουν να αναζητούμε, αν δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς, παρακαμπτήριες οδούς. Ταυτόχρονα όμως η δυναμική των εξελίξεων δημιουργεί νέα δεδομένα, δημιουργεί δυνατότητες συμμαχιών και συνεργασιών. Και αυτό ακριβώς επιχειρούμε να αξιοποιήσουμε, τόσο στην αντιμετώπιση του προσφυγικού προβλήματος όσο και στην αντιμετώπιση του προβλήματος του χρέους αλλά και σε ό,τι αφορά συνολικά την προοπτική της Ευρώπης. Δεν είμαστε λοιπόν μόνοι – ή τουλάχιστον δεν είμαστε πια μόνοι. Η ευρεία συμμετοχή στην Ευρωμεσογειακή Διάσκεψη που έγινε πρόσφατα στην Αθήνα δείχνει ότι αυτή την ανάγκη που νιώθουμε εμείς την αισθάνονται και άλλοι λαοί, ακόμη και άλλες κυβερνήσεις.

 Διαπλοκή και παθογένειες του παρελθόντος θα ξεριζωθούν

Το δεύτερο μπλοκ δυνάμεων με το οποίο συγκρούεται το σχέδιό μας είναι βέβαια τα εγχώρια κατεστημένα συμφέροντα που αντιστέκονται σε κάθε αλλαγή. Ορισμένοι προσπαθούν να εμφανίσουν την κυβέρνηση ότι είναι κατά των επιχειρήσεων και της επιχειρηματικότητας γενικά. Όταν τον ΣΥΡΙΖΑ όπως ξέρουμε τον ψήφισε ένα ευρύ φάσμα μικρο-επαγγελματιών, ακόμη και μικρών και μεσαίων επιχειρηματιών. Η κυβέρνηση λοιπόν δεν είναι αντίθετη με την επιχειρηματικότητα γενικώς. Αντίθετα, στηρίζει έμπρακτα την κοινωνικά υπεύθυνη επιχειρηματικότητα, την επιχειρηματικότητα δηλαδή που αναφέρεται όχι μόνο στους μετόχους και στα κέρδη τους αλλά στην κοινωνία, στο περιβάλλον, στους εργαζομένους και τα εργασιακά δικαιώματα. Δεν μπορούμε όμως –ούτε πρόκειται– να συμβιβαστούμε με συμφέροντα που θέλουν να κρατούν την κοινωνία στο παρελθόν, επειδή πιστεύουν ότι έτσι μπορούν να υπηρετήσουν τις δικές τους ιδιοτελείς επιδιώξεις.

Το σύστημα διαπλοκής και οι άλλες παθογένειες του παρελθόντος θα ξεριζωθούν. Διότι αυτή είναι η εντολή έχουμε πάρει από τον ελληνικό λαό. Και μάλιστα αυτή την εντολή μάς τη δίνουν με διάφορους τρόπους και άτομα που δεν ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ ή τουλάχιστον δεν τον ψήφισαν ως τώρα. Και αν κάποιοι πίστεψαν ή πιστεύουν ότι μπορούν να γίνουν «χαλίφηδες στη θέση του χαλίφη», πήραν ήδη μια πρώτη απάντηση. Αλλά θα υπάρξουν και πολλές άλλες ευκαιρίες στο μέλλον για να πειστεί και ο πλέον δύσπιστος ότι αυτή η κυβέρνηση δεν έχει σχέσεις ούτε εξάρτησης ούτε προστασίας με κανένα συμφέρον, με κανένα κύκλωμα, με κανένα σύστημα συμφερόντων.

Ο δικός μας στόχος δεν είναι να αποκτήσουμε τους «δικούς μας» καναλάρχες, τους «δικούς μας» τραπεζίτες. Ο δικός μας στόχος είναι να φτιάξουμε ένα νέο πολιτικό σύστημα, έναν νέο τρόπο λειτουργίας της πολιτικής και της κοινωνίας χωρίς «δικούς μας» καναλάρχες, «δικούς μας» επιχειρηματίες, «δικούς μας» τραπεζίτες αλλά με επίκεντρο το δημόσιο συμφέρον και την υποστήριξή του, με επίκεντρο τα δημόσια αγαθά και μια πολιτική που θα διασφαλίζει την καθολική πρόσβαση σε αυτά, πριν από όλα σε όσους το έχουν ανάγκη.

Αυτό είναι το σχέδιό μας, αυτή είναι η δέσμευσή μας. Έχουν αυταπάτες όσοι πίστεψαν ή μπορεί να πιστεύουν ότι μπορούμε σε αυτό να κάνουμε οποιαδήποτε έκπτωση.

Τι θέση παίρνουν τα πολιτικά κόμματα σε αυτές τις συγκρούσεις; Τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς τα δεξιά συντηρητικά κόμματα δεν είναι σπάνιο –αντίθετα είναι κανόνας– να ταυτίζονται με συμφέροντα πλούσιων στρωμάτων, με συμφέροντα γενικά καπιταλιστικά. Δεν θα μας έκανε λοιπόν εντύπωση αν και στην χώρα μας συνέβαινε κάτι τέτοιο. Εδώ όμως συμβαίνει κάτι διαφορετικό: Η ΝΔ και o κ. Μητσοτάκης π.χ. αλλά και η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού, με διαφορετική ένταση, είναι σε μια σχέση ταύτισης –για να μην πω εξάρτησης– με συγκριμένες ομάδες συμφερόντων. Και μάλιστα με τις ομάδες εκείνες που βρίσκονται στον πυρήνα των συστημάτων διαπλοκής και υπονομεύουν κάθε προσπάθεια αλλαγής παίζοντας ένα ρόλο υπηρετικό στα σχέδιά τους.

Η ΝΔ κατηγορεί την κυβέρνησή μας ότι δεν σέβεται τους θεσμούς, κι έτσι τη διαδικασία αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών την οργάνωσε όχι το αρμόδιο Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο αλλά το αρμόδιο υπουργείο, έπειτα βέβαια από απόφαση της Βουλής. Όμως ήταν η ίδια η ΝΔ που εμπόδισε να αποκτήσει το ΕΣΡ διοίκηση. Ήταν η ΝΔ που εμπόδισε να γίνει η αναγκαία ανασυγκρότηση του Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου, ούτως ώστε να παίξει το ρόλο που και εμείς θέλαμε και θέλουμε να παίξει. Και επειδή απαιτείται πλειοψηφία ⅘ για να γίνει η εκλογή της διοίκησης του συμβουλίου αυτού, καταλαβαίνετε ότι δεν μπορεί να υπάρξει λύση αν η ΝΔ δεν συμπράξει για να βρεθεί αυτή η λύση. Η σημερινή λοιπόν ηγεσία της ΝΔ με τη στάση της υπηρέτησε συνειδητά ένα συγκεκριμένο σχέδιο, συγκεκριμένων δυνάμεων που ήθελαν ει δυνατόν να μπλοκάρουν το διαγωνισμό ή, αν γινόταν, να μπορέσουν να αμφισβητήσουν τη νομιμότητά του.

Και τονίζω τη στάση της σημερινής ηγεσίας της ΝΔ διότι παλαιότερα, όταν ήμασταν στην αντιπολίτευση και ήμουν εγώ Αντιπρόεδρος της Βουλής και Πρόεδρος ήταν ο κ. Μεϊμαράκης, τότε είχαμε συμφωνήσει και με τον κ. Μεϊμαράκη και με τη ΝΔ να προχωρήσουμε σε αλλαγή και συμπλήρωση της διοίκησης του Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου και τότε την προσπάθεια την μπλόκαρε μια ομάδα του ΠΑΣΟΚ. Άρα, η σημερινή ηγεσία είναι αυτή που έχει σήμερα την κύρια ευθύνη, χωρίς να απαλλάσσω βέβαια και άλλους, διότι η ευθύνη στα κόμματα είναι συλλογική.

Το πολιτικό μας σχέδιο λοιπόν ανοίγει δρόμους, παρά τις αντιθέσεις αυτές, παρά τις αντιδράσεις και παρά τη στάση των κομμάτων της αντιπολίτευσης και κυρίως της ΝΔ. Πρέπει να σας πω ότι οι αντιπαραθέσεις είναι στοιχείο της δημοκρατίας. Το πρόβλημα που εμφανίζεται εδώ είναι ότι οι αντιπαραθέσεις σε θέματα πολιτικής, σε θέματα ιδεολογίας, δεν πρέπει να αποκλείουν τη συνεννόηση τουλάχιστον των κομμάτων εκείνων που αναφέρονται στη δημοκρατία σε ορισμένα μείζονα θέματα που αποτελούν κοινούς στόχους. Και τέτοιο θέμα είναι να βάλουμε τάξη σε μια σειρά τομείς, όπως είναι το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο. Άλλοι τέτοιοι στόχοι είναι να αμβλύνουμε μέτρα του μνημονίου και όχι να τα κάνουμε πιο ταξικά και πιο επιθετικά. Ή να χαλαρώσουμε το σύστημα επιτροπείας και εποπτείας. Σε όλους αυτούς τους τομείς, στους οποίους θα μπορούσε να υπάρξει μια ευρεία συναίνεση μαζί με την αντιπαράθεση των οργάνων, η ΝΔ αντίθετα πιέζει ακόμη και τους Θεσμούς ώστε να είναι πιο άκαμπτοι και πιο σκληροί απέναντί μας.

Δύναμή μας οι δεσμοί με την κοινωνία

Τα εμπόδια υπάρχουν, αλλά μπορούμε να τα αντιπαλέψουμε. Όχι όμως με ιδεολογικές ή αξιακές υποχωρήσεις. Μπορούμε να τα αντιπαλέψουμε με επιμονή και με όπλο τις αξίες και τις αρχές μας, τον αριστερό μας προσανατολισμό. Το κλειδί εδώ είναι επίσης η ενίσχυση των δεσμών μας με την κοινωνία. Είναι η ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος που αποτελεί την κύρια πολιτική στήριξη αυτής της κυβέρνησης αλλά και όλου του σχεδίου που υπηρετεί αυτή η κυβέρνηση. Είναι η διεύρυνση των κοινωνικών μας συμμαχιών, το άνοιγμά μας σε δυνάμεις, ακόμη και σε χώρους που οι ηγεσίες τους, όπως περιέγραφα, τηρούν αυτήν τη στάση. Δεν σημαίνει ότι κάθε πολίτης είναι συνυπεύθυνος για ό,τι κάνει η ηγεσία του. Και ακριβώς επειδή η χώρα ζει μια τόσο κρίσιμη φάση, η ίδια η ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ, όλη αυτή η πορεία μας τα προηγούμενα χρόνια, το γεγονός δηλαδή ότι δημιουργήσαμε από μια πολύ μικρή μαγιά ένα ευρύ πολιτικό και κοινωνικό μπλοκ, δείχνουν ότι αυτή αυτή η δυνατότητα δεν έχει τελειώσει, αλλά βεβαίως απαιτεί τώρα έναν επανασχεδιασμό.

Το επικείμενο λοιπόν συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ γίνεται στην πιο κατάλληλη στιγμή, και είναι μια ευκαιρία να τα συζητήσουμε όλα αυτά με τόλμη και με αυτοκριτική διάθεση, θα πρόσθετα. Να εντοπίσουμε τα θετικά για να μπορέσουμε να τα υπερασπιστούμε, να εντοπίσουμε όμως και λάθη και αδυναμίες, αποδεικνύοντας ότι εμείς εκπροσωπούμε μια Αριστερά που μαθαίνει, μια Αριστερά που ακούει, μια Αριστερά που δεν έχει καμιά δυσκολία να αναγνωρίσει λάθη και να τα διορθώσει.

Αυτά που λένε για πρόωρες εκλογές κάθε μήνα, πιστεύω ότι ο κόσμος αρχίζει και τα βαριέται πια. Η κυβέρνηση έχει χρόνο μπροστά της και ήδη το διάστημα αυτό το εξαιρετικά δύσκολο, που το μεγαλύτερο μέρος του ήταν μια κατάσταση πολέμου, η κυβέρνηση έχει καταφέρει να σταθεροποιήσει την οικονομία και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια πορεία προς τη βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη. Έχει ανακεφαλαιοποιήσει τις τράπεζες έγκαιρα, αποτρέποντας κινδύνους σε ό,τι αφορά τις καταθέσεις. Προωθεί μέσα σε δύσκολες συνθήκες παρεμβάσεις υπέρ των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων, υπέρ της δημόσιας Υγείας, υπέρ της Παιδείας. Αντιμετωπίζει με αποφασιστικότητα τη διαφθορά και τις μεγάλες υποθέσεις της φοροδιαφυγής και άλλες παθογένειες του παρελθόντος. Προχωρά στην εφαρμογή διαφόρων μέτρων και εκσυγχρονισμών στο κράτος και τη διοίκηση. Δρομολογεί τις διαδικασίες για την έναρξη των συζητήσεων για το χρέος και για τη ρύθμισή του.

 Με την ολοκλήρωση της τετραετίας, οι συμπολίτες μας θα έχουν όλοι τη δυνατότητα να αξιολογήσουν το συνολικό έργο της κυβέρνησης και να της δώσουν τη δυνατότητα για μια ακόμη πιο δημιουργική τετραετία, χωρίς τα βάρη του παρελθόντος και με τη μεγαλύτερη πείρα που θα έχουμε αποκτήσει ως τότε για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στο πιο δημιουργικό έργο, που είναι η δημιουργία της νέας Ελλάδας, της νέας μεταμνημονιακής εποχής. Σας ευχαριστώ.

*Ομιλία σε ανοιχτή πολιτική εκδήλωση με θέμα «Πολιτική συγκυρία και οι θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ», στον κινηματογράφο «ΤΡΙΑΝΟΝ».

Για την ανασύνθεση της Αριστεράς | Άρθρο στις «Παρεμβάσεις» της εφημερίδας «Η εποχή» ... ΠερισσότεραΛιγότερα
Προβολή στο Facebook
Με μεγάλη θλίψη αποχαιρετούμε την Φανή Πετραλιά. Η Φανή προσωποποίησε με έναν σπάνιο τρόπο τη σύζευξη της χειραφετημένης γυναίκας, της ενεργής διαννοούμενης, της μαχητικής δημοσιογράφου & της ακάματης συνδικαλίστριας. Παιδί μιας εποχής που παρά τις δυσκολίες της ευνοούσε το ταίριασμα του λογισμού με τ' όνειρο για έναν καλύτερο κόσμο, η Φανή Πετραλιά ήταν πρότυπο & σημείο αναφοράς. Θα τη θυμόμαστε ως μια ξεχωριστή προσωπικότητα. Η σκέψη μας στους αγαπημένους της ανθρώπους. ... ΠερισσότεραΛιγότερα
Προβολή στο Facebook

Latest Twetter Feeds

YDragasakis @YDragasakis

Could not authenticate you.

Επικοινωνία

Μητροπόλεως 1
10557, Αθήνα

e-mail
ydragasakis@parliament.gr