Οξεία κριτική στον πρωθυπουργό για τις συνεχείς δηλώσεις του ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε καλό δρόμο και ότι θα βγει σύντομα από την κρίση, διατυπώνει με συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γιάννης Δραγασάκης, βουλευτής Β Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ και αντιπρόεδρος της Βουλής, παραθέτοντας στοιχεία που αμφισβητούν την κυβερνητική αισιοδοξία, ενώ παράλληλα διαβεβαιώνει ότι δεν είναι επιλογή του κόμματός του, η έξοδος από το ευρώ.
Ο Γιάννης Δραγασάκης αναλύει πτυχές της κρίσης, της κυβερνητικής πολιτικής και την τακτική του ΣΥΡΙΖΑ υπογραμμίζοντας ότι η ιστορική πρόκληση «δεν είναι η επιστροφή στα εθνικά νομίσματα αλλά η συμβολή μας στην ανατροπή ενός συντηρητικού, νεοφιλελεύθερου και γερμανοκεντρικού σχεδίου για την Ευρώπη, που αν επικρατήσει θα μας «κυνηγά» είτε μέσα είτε έξω από το ευρώ, και εμάς και άλλους λαούς».
Σχετικά με την κατάσταση στον τραπεζικό τομέα, ο κ. Δραγασάκης σημειώνει ότι είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε, πως οι τράπεζες, είναι πολύ σημαντικός θεσμός για να τον αφήσουμε έρμαιο στα χέρια των τραπεζιτών και προσθέτει ότι πρέπει η ίδια η κοινωνία να έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο ως προς το τι τράπεζες θέλει, πώς και για ποιον αυτές πρέπει να λειτουργούν.
Με αφορμή τις τελευταίες δηλώσεις του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο ότι η πολιτική λιτότητας έχει φθάσει στα όριά της, ο κ. Δραγασάκης συμπεραίνει ότι η τοποθέτηση αυτή οφείλεται στο ότι οι πολιτικές λιτότητας προκαλούν μετατοπίσεις, όπως η ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, κάτι που όπως τονίζει ενοχλεί το σύστημα και υπογραμμίζει την ανάγκη «να ενταθεί ο αγώνας των λαών ενάντια σε αυτές τις πολιτικές έτσι ώστε από τις διαπιστώσεις να περάσουμε στα αποτελέσματα».
Πεποίθηση του Γ. Δραγασάκη είναι ότι η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, που είναι κορυφαία προτεραιότητα, δεν μπορεί να γίνει στο πλαίσιο των μνημονίων. Επίσης, σημειώνει ότι αν στην Ελλάδα διεξαγόταν μια σοβαρή συζήτηση για τα προβλήματα και την αντιμετώπισή τους, για τα προγράμματα και τις εναλλακτικές πολιτικές, τότε θα φαινόταν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ είναι η μόνη πολιτική δύναμη η οποία έχει προχωρήσει σε μια ουσιαστική προγραμματική επεξεργασία. Ως προς την εικόνα που δίνει ο ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Δραγασάκης τονίζει ότι ο αναγκαίος πλουραλισμός των ιδεών πολλές φορές δημιουργεί σύγχυση ως προς την επίσημη θέση του ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης καλείται να αντιμετωπίσει στην πορεία προς τη δημιουργία του ενιαίου σχήματος.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης:
– Ο Αδαμάντιος Πεπελάσης σε πρόσφατη συνέντευξή του δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο επιστροφής στη δραχμή. Μήπως είμαστε πλέον στο τελικό στάδιο που θα μας οδηγήσει στην επανεκτίμηση της θέσης της χώρας στο ευρώ, όχι επειδή το θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ ή ένας διακεκριμένος οικονομολόγος, αλλά επειδή το πράγμα έχει φθάσει από μόνο του σε μια τέτοια συζήτηση;
Σε μια κρίση σαν αυτή που ζούμε τα ενδεχόμενα είναι πολλά, και η συζήτηση περί των πιθανών σεναρίων σχετικά με τις προοπτικές της Ευρώπης είναι πλούσια και μερικές φορές με πολύ φαντασία. Ασφαλώς πρέπει να ληφθούν υπόψη διάφορα ενδεχόμενα που μπορεί να συμβούν ακόμα και ανεξάρτητα από τις δικές μας επιλογές και επιθυμίες. Όμως οι κρίσεις δεν είναι φυσικά φαινόμενα.
Σημασία, επομένως, δεν έχει ο απλός σχολιασμός των πιθανών ενδεχομένων αλλά η αποσαφήνιση του δικού μας στόχου, της δικής μας επιδίωξης, του δικού μας σχεδίου σε ό,τι αφορά τόσο την Ελλάδα όσο και την Ευρώπη. Από την άποψη αυτή, από την αρχή της κρίσης μέχρι και σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ είναι μια δύναμη με σαφείς και ξεκάθαρες θέσεις.
Όπως έχουμε πει κατ επανάληψη, δεν είναι επιλογή μας η έξοδος της χώρας από το ευρώ. Πάνω από τα νομίσματα είναι η πολιτική, η εξουσία και οι πολιτικοί και κοινωνικοί συσχετισμοί. Η ιστορική πρόκληση, λοιπόν, δεν είναι η επιστροφή στα εθνικά νομίσματα αλλά η συμβολή μας στην ανατροπή ενός συντηρητικού, νεοφιλελεύθερου και γερμανοκεντρικού σχεδίου για την Ευρώπη, που αν επικρατήσει θα μας «κυνηγά» είτε μέσα είτε έξω από το ευρώ, και εμάς και άλλους λαούς. Βέβαια σε καμία περίπτωση η έκβαση της κρίσης δεν είναι δεδομένη. Η όποια νέα μορφή της Ευρώπης θα προκύψει μέσα από πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες στην κάθε χώρα ξεχωριστά και στην Ευρώπη ως σύνολο. Γι αυτό άλλωστε έχει νόημα να είμαστε μέσα στις αντιπαραθέσεις αυτές ως συμμέτοχοι αλλά και ως επίδικό τους.
– Σε ομιλία σας σε πρόσφατη εκδήλωση είπατε ότι είτε θα έχουμε ψευτο-ιδιωτικές τράπεζες ή ψευτο-δημόσιες τράπεζες και ότι «οι τράπεζες είναι πολύ σοβαρός θεσμός για να τις αφήσουμε στους τραπεζίτες». Λαμβάνοντας υπόψη το διεθνές κλίμα για τις τράπεζες και τα δισεκ. που δίνουν οι λαοί για τη διάσωσή τους θα λέγατε ότι νέα φάση, μετά την λεγόμενη τηλεοπτική δημοκρατία, έχουμε τραπεζο-δημοκρατία;
Το πρώτο που θέλω να τονίσω είναι ότι η διάσωση των ελληνικών τραπεζών, πραγματοποιείται με δάνειο το οποίο επιβαρύνει τον ελληνικό λαό. Τα 50 δισεκ. ευρώ δηλαδή εγγράφονται στο ελληνικό χρέος. Με βάση αυτό το δεδομένο πρέπει να επαναπροσδιοριστεί το πλαίσιο λειτουργίας του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ούτως ώστε ο ελληνικός λαός να έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο σχετικά με την μελλοντική πορεία των τραπεζών. Δεν είναι δυνατόν το κρίσιμο αυτό ζήτημα να αφεθεί σε έναν Οργανισμό που δεν υπόκειται σε κανέναν ουσιαστικό πολιτικό ή κοινωνικό έλεγχο.
Σε ό,τι αφορά στα γενικότερα θέματα που θέτετε με την ερώτησή σας, πράγματι ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός ευθύνεται για την αχαλίνωτη ανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού τομέα, ενώ καταργήθηκαν και όσοι περιορισμοί είχαν θεσπιστεί μετά την οικονομική κρίση του 1929. Κατά συνέπεια ο όρος «τραπεζοκρατία» περιγράφει σε μεγάλο βαθμό την κατάσταση που επικράτησε τα τελευταία 30-40 χρόνια, αν και πρέπει να σημειώσουμε πως τον συγκεκριμένο όρο τον συναντούμε και τον 19ο αιώνα, σε κείμενα του Μαρξ που ανέλυαν τον καπιταλισμό εκείνης της εποχής.
Ειδικά στη χώρα μας, πράγματι γινόμαστε μάρτυρες μιας προσπάθειας όπου ορισμένες τράπεζες επιχειρούν να εμφανιστούν ως ιδιωτικές ενώ στηρίζονται στο δημόσιο χρήμα. Για το λόγο αυτόν τις χαρακτήρισα ως ψευτο-ιδιωτικές. Από την άλλη μεριά έχουμε τράπεζες που θα περάσουν στο ΤΧΣ, οι οποίες αν και θα θεωρούνται κρατικές δεν θα λειτουργούν με δημόσιο έλεγχο. Επίσης παραμένουν οι ίδιες διοικήσεις με τις όποιες εξαρτήσεις και σχέσεις τους. Δηλαδή τράπεζες ψευτο-δημόσιες», τυπικά δημόσιες στην πράξη ιδιωτικές.
Είναι λοιπόν ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε, πως οι τράπεζες, όπως έχω ήδη πει, είναι πολύ σημαντικός θεσμός για να τον αφήσουμε έρμαιο στα χέρια των τραπεζιτών. Πρέπει η ίδια η κοινωνία να έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο ως προς το τι τράπεζες θέλει, πώς και για ποιον αυτές πρέπει να λειτουργούν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ έχει καταθέσει τις δικές του συγκεκριμένες απόψεις. Θέλουμε τράπεζες υπό δημόσιο έλεγχο που να λειτουργούν με διαφάνεια και με κριτήρια αναπτυξιακά και κοινωνικά προς όφελος της οικονομίας και της κοινωνίας.
– Εμφανίστηκε και πάλι στο προσκήνιο η συζήτηση γύρω από το λάθος στην συνταγή προς την Ελλάδα. Ταυτόχρονα πληθαίνουν και οι φωνές κατά της πολιτικής που εφαρμόζεται στην Ελλάδα και την Κύπρο. Τι θα λέγατε στους υπουργούς της Ευρωζώνης αν μετείχατε στην επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup;
Η συζήτηση για τα λάθη του ελληνικού προγράμματος αποδεικνύεται ότι εντάσσεται σε μια γενικότερη τάση η οποία αντανακλά αντιθέσεις στο εσωτερικό του καπιταλισμού, αλλά και τη πίεση των εργαζομένων και των λαών ενάντια στις πολιτικές της λιτότητας. Έτσι μετά την «αποκάλυψη» του λάθους του ελληνικού προγράμματος σε ό,τι αφορά τους πολλαπλασιαστές, τώρα έχουμε παγκοσμίως τη συζήτηση για τα λάθη της μελέτης των γνωστών οικονομολόγων Carmen Reinhart και Kenneth Rogoff, με την οποία παρείχαν το απαραίτητο άλλοθι για την εφαρμογή της περιοριστικής οικονομικής πολιτικής και της λιτότητας. Η ουσία βρίσκεται σε αυτό που ομολόγησε ο επικεφαλής της Κομισιόν Μανουέλ Μπαρόζο πριν από λίγες ημέρες, ότι δηλαδή τα πολιτικά όρια της λιτότητας έχουν εξαντληθεί, που σε απλά ελληνικά σημαίνει πως η συνέχιση αυτής της πολιτικής δημιουργεί πολιτικές μετατοπίσεις, ενίσχυση αριστερών πολιτικών δυνάμεων όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, πράγμα που ανησυχεί το σύστημα. Το πρόβλημα είναι ότι παρά τις διαπιστώσεις αυτές η πολιτική της λιτότητας συνεχίζεται.
Επομένως, το πρώτο που πρέπει να γίνει είναι να ενταθεί ο αγώνας των λαών ενάντια σε αυτές τις πολιτικές έτσι ώστε από τις διαπιστώσεις να περάσουμε στα αποτελέσματα. Το δεύτερο είναι ότι ειδικά οι χώρες που απειλούνται με περιθωριοποίηση, όπως οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου και της ευρωπαϊκής ανατολής, αλλά και οι εργαζόμενοι των χωρών του βορρά που και αυτοί αισθάνονται τη λιτότητα, πρέπει να συντονιστούν σε ένα μεγάλο μέτωπο για την αλλαγή της πολιτικής τόσο σε επίπεδο χωρών όσο και στην Ευρώπη συνολικά.
– Πολλοί πιστεύουν ότι η χώρα μας χρειάζεται ένα νέο εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης. Ποιες είναι οι προτεραιότητες που θα ιεραρχούσατε ως κορυφαίες, σε μια χώρα με χιλιάδες προβλήματα;
Στη χώρα μας υπάρχει μια μεγάλη ιστορική εκκρεμότητα που έχει να κάνει με την ανάγκη να διαμορφωθεί ένα νέο παραγωγικό πρότυπο το οποίο να ανταποκρίνεται στις εσωτερικές ανάγκες της κοινωνίας αλλά και στις απαιτήσεις της βιωσιμότητας που θέτει η παγκόσμια ανάπτυξη. Η συζήτηση αυτή άνοιξε μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο με πρωταγωνιστές τότε τις ιδέες της Αριστεράς για τη δημιουργία βαριάς βιομηχανίας στην Ελλάδα, που για την εποχή εκείνη ήταν μια προωθημένη και ορθή, κατά την άποψή μου, ιδέα η οποία όμως δεν υλοποιήθηκε. Η συζήτηση άνοιξε εκ νέου τη δεκαετία του ΄80, στα χρόνια που κυβέρνησε το ΠΑΣΟΚ, η οποία όμως ποτέ δεν μορφοποιήθηκε σε συγκεκριμένη πολιτική. Με την έννοια αυτή το παλιό αυτό πρόβλημα εμφανίζεται τώρα με νέες μορφές και απαιτήσεις.
Στον ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ έχουμε επεξεργαστεί ένα σχέδιο όπου έχουμε εντοπίσει μια σειρά από συμπλέγματα παραγωγικών δραστηριοτήτων που μπορούν να αναπτυχθούν σε συνδυασμό βέβαια με νέους τομείς στους οποίους μπορεί η Ελλάδα να αποκτήσει μια παραγωγική εξειδίκευση. Το πρόβλημα που έχουμε ως χώρα δεν είναι η έλλειψη δυνατοτήτων παραγωγής και ανάπτυξης. Η Ελλάδα διαθέτει σημαντικές δυνατότητες ανάπτυξης σε παραδοσιακούς τομείς της οικονομίας, ενώ μπορεί να διεισδύσει και σε νέους τομείς, διότι εκτός των άλλων διαθέτουμε μια νέα εργατική τάξη με υψηλή κατάρτιση και μόρφωση και ένα επιστημονικό δυναμικό, μέσα και έξω από τη χώρα, που με τις κατάλληλες προϋποθέσεις θα μπορούσε να κάνει θαύματα. Το θέμα είναι ότι η παραγωγική ανασυγκρότηση δεν μπορεί να γίνει στο πλαίσιο των μνημονίων ούτε μπορεί να προκύψει μέσα από την αυθόρμητη δράση των αγορών. Προϋποθέτει την ύπαρξη πολιτικής βούλησης, σχεδίου αναβάθμισης της θέσης και του ρόλου της εργασίας και της γνώσης, και σύγκρουση με τα συμφέροντα που κρατούν την ελληνική οικονομία δέσμια του παρασιτισμού και της διαπλοκής.
– Υπάρχει η αίσθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ συζητά ατέρμονα για το εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης, αλλά τον κατηγορούν ότι σχέδιο δεν έχει. Οι εσωτερικές διαφοροποίησης για το ευρώ, την ΕΕ, το χαρακτήρα μιας κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, λειτουργούν ανασταλτικά. Είναι αυτός ο λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δημιουργεί ρεύμα υπέρ του;
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ έχει κάνει άλματα. Μέσα σε ένα χρόνο έχει δικαιωθεί σε πάρα πολλές εκτιμήσεις του και έχει προωθήσει σημαντικά την εξειδίκευση και εμβάθυνση του προγράμματός του. Αν στην Ελλάδα διεξαγόταν μια σοβαρή συζήτηση για τα προβλήματα και την αντιμετώπισή τους, για τα προγράμματα και τις εναλλακτικές πολιτικές, τότε θα φαινόταν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ είναι η μόνη πολιτική δύναμη η οποία έχει προχωρήσει σε μια ουσιαστική προγραμματική επεξεργασία, η οποία βεβαίως συνεχίζεται. Από κει και πέρα ο αναγκαίος πλουραλισμός των ιδεών πολλές φορές δημιουργεί σύγχυση ως προς την επίσημη θέση του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό είναι κάτι που ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ και τα στελέχη του καλούνται να αντιμετωπίσουν στην πορεία προς τη δημιουργία του ενιαίου σχήματος.
– Μετά από τρία χρόνια μεγάλης κρίσης πιστεύετε ότι τελικά το πρόβλημα της Ελλάδας και της ΕΕ είναι πολιτικό ή οικονομικό και κατά συνέπεια η διέξοδος είναι μια νέα κυβέρνηση ή μια διόρθωση της οικονομικής πολιτικής;
Η κρίση άρχισε από τις τράπεζες και γενικότερα από την οικονομία. Αλλά τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ελλάδα έχει πάρει τα χαρακτηριστικά μιας συστημικής κρίσης με την έννοια ότι πλήττει όλους τους τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας. Το πρόβλημα λοιπόν είναι κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό, μάλιστα θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι επιπλέον και οικολογικό και αξιακό. Αν όμως η κρίση άρχισε από την οικονομία η έξοδος από αυτήν δεν μπορεί παρά να ξεκινήσει από τη σφαίρα της πολιτικής, με την ανατροπή της πολιτικής του νεοφιλελευθερισμού που σε εμάς έχει πάρει τη μορφή των καταστροφικών μνημονίων.
Η διέξοδος, επομένως, δεν μπορεί να κατανοηθεί ως μια απλή διόρθωση των υπερβολών του παρελθόντος ούτε ως μια συνέχεια του δικομματισμού με άλλες μορφές αλλά ως μία ειρηνική επανάσταση, ως μια καθεστωτική αλλαγή η οποία θα πρέπει να ανατρέψει όχι μόνο το μνημόνιο και το δικομματισμό αλλά και τα συμφέροντα, τις νοοτροπίες κα τις πρακτικές που μας έφεραν ως εδώ.
– Όλο και πιο συχνά ο πρωθυπουργός δηλώνει ότι η χώρα βγαίνει από την κρίση, ότι τα δύσκολα πέρασαν και θα έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα. Ταυτόχρονα γίνεται λόγος για πτώση των εσόδων, για «τρύπα» στον προϋπολογισμό και προβλέπουν νέα μέτρα. Ο απλός πολίτης που δεν γνωρίζει την οικονομική ορολογία, τι πρέπει να πιστέψει;
Θα ήθελα αντί άλλης απάντησης να σας αναφέρω ορισμένα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα από τη Eurostat. Ειδικότερα χώρες όπως η Βουλγαρία με δημόσιο έλλειμμα μόλις 0,8% του ΑΕΠ και δημόσιο χρέος 18,5% του ΑΕΠ, η Εσθονία με έλλειμμα 0,3% και δημόσιο χρέος 10,1% και η Ρουμανία με δημόσιο έλλειμμα 2,9% και χρέος 37,8%, έχουν ήδη επιτύχει αυτό που στην Ελλάδα έχει αναδειχθεί ως εθνικός στόχος και ως απαραίτητη προϋπόθεση για την επανεκκίνηση της αναπτυξιακής προσπάθειας. Όμως οι εν λόγω χώρες αντί να βιώνουν ένα κύμα επενδύσεων και δυναμικής ανάπτυξης συνεχίζουν να βρίσκονται μέσα στην κρίση και τη μιζέρια.
Όλα όσα λέει ο Έλληνας πρωθυπουργός, ότι με τη λιτότητα θα πετύχουμε την δημοσιονομική σταθερότητα, την ανάπτυξη και την αύξηση της απασχόλησης, αποκαλύπτουν τη στρεβλή αντίληψη για την κρίση αλλά και για το φάρμακο που προσφέρεται για την αντιμετώπισή της. Η κρίση ούτε ήταν ούτε είναι δημοσιονομική, αντίθετα η δημοσιονομική κρίση είναι έκφραση βαθύτερων αιτιών.
Ο απλός πολίτης λοιπόν πρέπει να πιστεύει στη δική του εμπειρία, σε αυτά που έχει δει και έχει βιώσει. Πρέπει να μετατρέψει σε κριτήρια ερμηνείας της πραγματικότητας τα δικά του βιώματα και εμπειρίες. Για να καταλάβετε τα ψέματα των κυβερνώντων θα σας πω το εξής: σε τρία χρόνια καταστράφηκαν πάνω από 800.000 θέσεις εργασίας, όσες δηλαδή δημιουργήθηκαν τα τελευταία 20 χρόνια πριν από την εκδήλωση της κρίσης. Αυτό απλά σημαίνει ότι από τη στιγμή που θα φτάσουμε στο σημείο εκείνο που θα δημιουργούνται εκ νέου 40.000 θέσεις εργασίας το χρόνο, θα χρειαστούν 19 χρόνια για να επιστρέψει η ανεργία στα επίπεδα που βρισκόταν πριν την κρίση.
Για ποια έξοδο λοιπόν και από ποια κρίση μας μιλά ο κος Σαμαράς;
Έχει μεγάλη σημασία να συνειδητοποιηθεί ότι τα μνημόνια δεν καταστρέφουν μόνο το παρόν αλλά και τις δυνατότητες της μελλοντικής ανάπτυξης. Πιστεύουμε ότι οι πολίτες έχουν βγάλει τα συμπεράσματά τους και αυτό που μένει είναι η ακόμη μεγαλύτερη ενότητα και κινητοποίηση για την ανατροπή αυτής της πολιτικής.
http://www.mpa.gr/articleview.php?id=32790
Γιάννης Δραγασάκης - Yannis Dragasakis
1 ημέρα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 εβδομάδα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 εβδομάδα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
4 εβδομάδες πριν
«Το καθήκον των αριστερών & προοδευτικών δυνάμεων σε ένα περιβάλλον προκλήσεων & απειλών»
dragasakis.gr
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 μήνας πριν
Main - Alexis Tsipras Institute Events
rb.gy
Clifford Chance, Δικηγόρος – εξειδίκευση δίκαιο της ενέργειας & ανταγωνισμόςShare on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
Latest Twetter Feeds
Could not authenticate you.
Newsletter