Ομιλία στη διαδικτυακή εκδήλωση της Ν.Ε Ροδόπης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με θέμα: «Ακρίβεια-Υπάρχει σχέδιο;».
Το βίντεο της εκδήλωσης:
Όλη η ομιλία
Αγαπητές φίλες και φίλοι το θέμα της σημερινής συζήτησης είναι η ακρίβεια. Και το βασικό ερώτημα που έχουν θέσει οι διοργανωτές είναι: υπάρχει σχέδιο; Έχει η κυβέρνηση κάποιο σχέδιο για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος;
Θα έλεγε κάποιος ότι το ερώτημα περιττεύει. Μια κυβέρνηση που δεν είναι σε θέση να κρατήσει ανοιχτούς τους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας εξαιτίας ενός σοβαρού αλλά όχι απρόβλεπτου χιονιά πώς να έχει σχέδιο για ένα τόσο σοβαρό πρόβλημα όπως η ακρίβεια;
Πράγματι λοιπόν η απάντηση στο ερώτημα της εκδήλωσης είναι αυτή που όλοι και όλες υποψιάζεστε. Όχι, η κυβέρνηση αυτή δεν έχει σχέδιο. Σχέδιο που να θωρακίζει τη χώρα και να προστατεύει τους πολίτες από αυτήν τη νέα μάστιγα δεν υπάρχει. Το πιο ανησυχητικό όμως είναι ότι κατά την κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη μάλλον θεωρεί ότι δεν χρειάζεται κάποιο σχέδιο. Πρώτον διότι η κυβέρνηση αυτή δεν πιστεύει στα σχέδια. Ούτε σε δημόσιες παρεμβάσεις ούτε στο ρόλο που μπορεί να παίξει το κράτος. Πιστεύει στις αγορές, πως μόνες τους θα λύσουν υποτίθεται τα προβλήματα όπως υποστήριζε ένας παρωχημένος νεοφιλελευθερισμός. Δεύτερον διότι, όπως είπε πριν λίγο καιρό στη Βουλή, ο κ. Μητσοτάκης, η ακρίβεια είναι ένα πρόσκαιρο φαινόμενο. «Η δική μας εκτίμηση», είπε, «είναι πως θα δούμε αποκλιμάκωση (της ακρίβειας) στο πρώτο τρίμηνο 2022» (Βουλή 2021-11-22).
Οι αιτίες και η διάρκεια
Όμως η άποψη των πολιτών είναι διαφορετική. Σε πρόσφατες έρευνες της κοινής γνώμης η ακρίβεια αναδεικνύεται σε κορυφαίο πρόβλημα, πάνω και από την πανδημία. Και κανείς δεν πιστεύει ότι είναι προσωρινό πρόβλημα. Διότι ακόμη και αν σταματήσουν να ανεβαίνουν οι τιμές το νέο επίπεδο τιμών θα μείνει εκεί. Αλλά και οι ανατιμήσεις έχουν δρόμο ακόμη. Όπως διαπιστώνει μια πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν η ακρίβεια είναι μακράς διάρκειας. Διότι εκτός από τους παράγοντες που συνδέονται με τη συγκυρία, όπως οι αναστατώσεις που προκάλεσε η πανδημία στην παραγωγή και τον εφοδιασμό, η ακρίβεια προκαλείται και από άλλους πιο μακροχρόνιους παράγοντες.
Ένας τέτοιος παράγοντας είναι η κλιματική κρίση η οποία προκαλεί ακραία φαινόμενα, ανομβρίες, ξηρασίες, πλημμύρες, ερημοποίηση περιοχών, όλα αυτά περιορίζουν ή διαταράσσουν την παραγωγή πρώτων υλών και αγροτικών προϊόντων, προκαλούν ανισορροπίες ζήτησης και προσφοράς. Όμως η ακρίβεια δεν είναι φυσικό φαινόμενο. Έχει να κάνει με τις πολιτικές. Ο τρόπος που έχει σχεδιαστεί η πράσινη μετάβαση έχει πλευρές που ενισχύουν την άνοδο των τιμών. Η στροφή στην πράσινη ενέργεια είναι επιβεβλημένη όμως για αρκετά χρόνια θα δημιουργούνται χάσματα μεταξύ προσφοράς και ζήτησης που θα ωθούν τις τιμές προς τα πάνω. Οι τιμές ωθούνται προς τα πάνω και λόγω του ότι αυτές οι ανισορροπίες επιδιώκεται να εξομαλυνθούν με αύξηση των φόρων στα ρυπογόνα καύσιμα δηλαδή με το μηχανισμό των τιμών και του κέρδους γεγονός που οδηγεί σε άνιση κατανομή του κόστους και του οφέλους.
Ο νεοφιλελεύθερος τρόπος οργάνωσης της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας είναι ένας άλλος παράγοντας που αφενός επιτείνει το πρόβλημα της ακρίβειας και αφετέρου κάνει δύσκολη την αντιμετώπιση των προβλημάτων που αναφύονται στην πορεία προς την πράσινη μετάβαση. Για παράδειγμα το μοντέλο αυτό επιδιώκει τη διαμόρφωση των τιμών μέσω των χρηματιστηρίων ενέργειας και όχι μέσω μακροχρόνιων συμβάσεων. Όσο οι τιμές του φυσικού αερίου ήταν χαμηλά τα χρηματιστήρια έδειχναν ότι συνέφεραν. Τώρα όμως που οι τιμές έχουν φτάσει στα ύψη γίνεται φανερό ότι οι μακροχρόνιες συμβάσεις με την ίδια τιμή κλειδωμένη για πολλά χρόνια έχουν πλεονεκτήματα, διασφαλίζουν σταθερότητα και θωρακίζουν από απότομες αυξήσεις στις τιμές.
Παράγοντες που επιτείνουν το πρόβλημα στη χώρα μας
Πέρα από αυτούς τους παράγοντες που είναι γενικής ισχύος υπάρχουν και ειδικότεροι που επιτείνουν το πρόβλημα στη χώρα μας.
Ένας παράγοντας που επιτείνει το πρόβλημα της ακρίβειας και των κοινωνικών συνεπειών από αυτήν είναι η πολιτική μη παρέμβασης και μη ελέγχου που ακολουθεί η κυβέρνηση. Όχι μόνο δεν παρεμβαίνει για τον έλεγχο των τιμών και την προστασία των καταναλωτών και των μικρών επιχειρήσεων από κερδοσκοπικές ανατιμήσεις αλλά με τη στάση της ανέχεται ή και ενθαρρύνει την κερδοσκοπία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί εδώ η απαράδεκτη κατάσταση με τα μοριακά τεστ (PCR) όπου δήμοι και σύλλογοι εργαζομένων εξασφάλισαν πολύ χαμηλότερες τιμές από ό,τι η κυβέρνηση
Δεύτερος παράγοντας είναι η ανεύθυνη απολιγνιτοποίηση. Η απολιγνιτοποίηση είναι αναγκαία. Η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είχε καταρτίσει ένα σχέδιο βαθμιαίας απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων με ορίζοντα το 2028. Η σημερινή κυβέρνηση ανέτρεψε το σχέδιο αυτό με ανεύθυνο τρόπο. Ο κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε ξαφνικά την άμεση απόσυρση των μονάδων ως το 2023, σε ένα χρόνο από σήμερα δηλαδή, αγνοώντας παράγοντες ασφαλούς μετάβασης στο νέο ενεργειακό μοντέλο. Τώρα με το σοκ των ανατιμήσεων πολλές χώρες όπως η Γερμανία αντιστάθμισαν το εισαγόμενο φυσικό αέριο με εγχώριες πήγες οικονομικότερες όπως ο λιγνίτης. Η Ελλάδα βρέθηκε σε δυσμενέστερη θέση διότι είχε παροπλίσει τις μονάδες. «Το ελληνικό σύστημα δεν κατάφερε να αξιοποιήσει το πλεονέκτημα αυτό αφού το λειτουργικό κόστος των μονάδων της ΔΕΗ παρέμεινε υψηλό, λόγω της απαξίωσης των μονάδων εν όψει του προγράμματος απολιγνιτοποίησης» (Καθημερινή: «η ενέργεια θα παραμείνει ακριβή»)
Τρίτος παράγοντας είναι η χωρίς λογική περαιτέρω ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ και ΔΕΔΔΗΕ. Και αυτό επιδεινώνει την κατάσταση. Διότι μια ΔΕΗ υπό δημόσιο έλεγχο μπορεί να βοηθήσει στη συγκράτηση της ακρίβειας. Αυτό που έκαναν άλλες χώρες για να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια ήταν ότι υποχρέωσαν τις δικές τους ΔΕΗ, δηλαδή τους μεγάλους δημόσιους παραγωγούς ενέργειας να απορροφήσουν ένα μέρος του αυξημένου κόστους και να μην το μετακυλήσουν στους πολίτες. Αυτό έκανε και η κυβέρνηση της Γαλλίας . Βεβαίως η τιμή της μετοχής της Γαλλικής ΔΕΗ στο χρηματιστήριο έπεσε διότι βραχυχρόνια θα έχει λιγότερα κέρδη, αλλά η κοινωνία γλύτωσε ένα μέρος της επιβάρυνσης. Είναι θέμα προτεραιοτήτων. Σε μας η κυβέρνηση έχει ως πρώτη προτεραιότητα την τιμή της μετοχής τα κέρδη των μετόχων και όχι τη στήριξη της κοινωνίας.
Τέταρτος παράγων είναι η ανεμελιά, η απουσία πρόνοιας και σχεδίου που χαρακτηρίζει τη παρούσα κυβέρνηση. Όλες οι γειτονικές μας χώρες αγοράζουν φυσικό αέριο από τη Ρωσία σε τιμές χαμηλότερες κατά 20% έως και 30%. Γιατί; Διότι διαπραγματεύτηκαν έγκαιρα και σωστά με τη Γκαζπρόμ. Σε μας ο κ. Μητσοτάκης πήγε στη Ρωσία κατόπιν εορτής και γύρισε με άδεια χέρια. Και όπως αποκαλύφθηκε η Ρωσική πλευρά έκανε από το καλοκαίρι συμφέρουσες προτάσεις τις οποίες τότε η κυβέρνηση είχε απορρίψει.
Πέμπτο, η κυβέρνηση χαράζει την πολιτική και επιλέγει τις προτεραιότητες της όχι με βάση τις ανάγκες της κοινωνίας αλλά με βάση ταξικά και πελατειακά κριτήρια. Και αυτό, ειδικά στις σημερινές συνθήκες, είναι κοινωνική πρόκληση. Για παράδειγμα η κυβέρνηση εξάντλησε το δημοσιονομικό χώρο που είχε με ταξική μονομέρεια. Προέταξε μέτρα υπερ. των εύπορων κοινωνικών ομάδων και τώρα που κοινωνικές ομάδες αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης λέει ότι δεν αντέχει ο προϋπολογισμός. Πριν λίγους μήνες μείωσε τους φορολογικούς συντελεστές στα κέρδη με δημοσιονομικό κόστος 280 εκ ευρώ αλλά τώρα λέει ότι δεν μπορεί να μειώσει το ΦΠΑ στα τρόφιμα ή έστω στο ψωμί διότι θα χρειαστεί 140 εκ ευρώ.
Πρώτο συμπέρασμα. Το ζήτημα της ακρίβειας πέρα από τους άμεσους συγκυριακούς παράγοντες που το προκαλούν διαπλέκεται και με μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας, την κλιματική αλλαγή, την πράσινη μετάβαση και τον τρόπο με τον οποίο αυτή επιχειρείται.
Δεύτερο συμπέρασμα. Ειδικά στη χώρα μας οι παραπάνω παράγοντες και κυρίως η μεγάλη άνοδος των διεθνών τιμών ενέργειας σε συνδυασμό με τη μεγαλύτερη εξάρτηση της Ελλάδας από το εισαγόμενο φυσικό αέριο λόγω πρόωρης απολιγνιτοποίησης κάνουν το πρόβλημα της ακρίβειας στη χώρα μας πιο εκρηκτικό και πιο δυσεπίλυτο.
Για ένα σχέδιο αντιμετώπισης των συνεπειών και των αιτιών της ακρίβειας
Άρα χρειάζονται μέτρα άμεσης εισοδηματικής ανακούφισης αλλά και πολιτικές αντιμετώπισης όχι μόνο των συμπτωμάτων αλλά και των αιτιών. Μέτρα και πολιτικές, δηλαδή, άμεσης όσο και μεσομακροπρόθεσμης απόδοσης. Τα μέτρα αυτά πρέπει να συντονίζονται μεταξύ τους και να υπηρετούν κάποιους κοινούς στόχους, άρα πρέπει να υπάγονται σε ένα κοινό σχέδιο. Μπορούμε να ξεχωρίσουμε τρία επίπεδα μέτρων.
Στο πρώτο επίπεδο εκείνο που προέχει είναι η προστασία του εισοδήματος της κοινωνίας, σε πρώτη προτεραιότητα των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, η μείωση των ανισοτήτων και η αποτροπή νέων δευτερογενών κρίσεων. Ακόμη και αν σταματήσουν κάποια στιγμή οι ανατιμήσεις, κάτι που δεν είναι ορατό, διαμορφώνεται ένα νέο επίπεδο τιμών, ένα πολύ υψηλότερο κόστος ζωής. Άρα το πολιτικό πρόβλημα που προκύπτει είναι πώς θα αντιστοιχηθούν οι μισθοί και τα εισοδήματα σε αυτό το νέο επίπεδο τιμών και το αυξημένο κόστος ζωής; Αν αυτό δεν συμβεί τότε λόγω της εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας από την κατανάλωση και λόγω της εξάρτησης της κατανάλωσης από τους μισθούς και τις συντάξεις αν δεν αποκατασταθεί η αγοραστική δύναμη των εισοδημάτων, αυτό θα δράσει υφεσιακά και μπορεί να γίνει αιτία μιας δευτερογενούς κρίσης λόγω μειούμενης ζήτησης.
Τα μέσα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν και χρησιμοποιούνται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι:
- Στοχευμένες φορολογικές ελαφρύνσεις. Η κυβέρνηση πρέπει να πει πόσους πόρους διαθέτει και στη συνέχεια πρέπει να επιλέγει ποια στρώματα ή δραστηριότητες θα ελαφρυνθούν.
- Πλαφόν, ανώτατα όρια στις τιμές του ρεύματος και του φυσικού αερίου για τους καταναλωτές
- Επιδοτήσεις ή εκπτώσεις για ευάλωτα νοικοκυριά
- Αύξηση κατώτατου μισθού, τώρα είναι ακόμη πιο αναγκαία και επείγουσα ώστε να καλύψει τουλάχιστον την τρέχουσα άνοδο των τιμών. Ήδη τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα εκτιμάται ότι χάνουν πάνω από 100€ αν μήνα. Για τους εργαζόμενους με το βασικό μισθό είναι κοντά στο 15%.
- Αναπροσανατολισμός των πόρων ΕΣΠΑ και ταμείου ανάκαμψης για τη στήριξη επιχειρήσεων, εργαζομένων και κλάδων που θα πιεστούν.
- Ειδικές παρεμβάσεις και πολιτικές σε συγκεκριμένους κλάδους- τομείς όπως φάρμακα, υγειονομικό υλικό, ενοίκια και προσφορά κατοικίας, εφόδια για αγρότες και κόστος αγροτικής παραγωγής.
Το δεύτερο επίπεδο πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα και πολιτικές τομεακού και ρυθμιστικού χαρακτήρα όπως είναι έλεγχοι στην αγορά για την αντιμετώπιση της κερδοσκοπίας, παρεμβάσεις στη λειτουργία της αγοράς ενέργειας για την εξασφάλιση μακροχρόνιων συμβάσεων προμήθειας φυσικού αερίου που να διασφαλίζουν σταθερότητα και προστασία από την ανεξέλεγκτη άνοδο των τιμών. Απεξάρτηση των καταναλωτών από τις καθημερινές χρηματιστηριακές διακυμάνσεις με επέκταση του θεσμού των μακροχρόνιων συμβάσεων και στην εσωτερική αγορά, και τη δημιουργία ενδιάμεσων ρυθμιστικών θεσμών
Επανασχεδιασμός της απολιγνιτοποίησης μέσα από επιστημονικό και κοινωνικό διάλογο και σε σχέση με το χρονοδιάγραμμα και σε σχέση με την αντιμετώπιση των κοινωνικών συνεπειών.
Το τρίτο επίπεδο περιλαμβάνει μέτρα και πολιτικές δομικού χαρακτήρα τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Χρειάζεται μια νέα στρατηγική για την πράσινη μετάβαση που θα εξασφαλίζει ενεργειακή ασφάλεια και κοινωνική δικαιοσύνη. Και χρειάζεται μια αναδιοργάνωση της αγοράς ενέργειας με ενίσχυση του ρόλου και της παρουσίας του δημοσίου, εξοπλισμό του κράτος και της κοινωνίας με εργαλεία παρέμβασης για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού και την καταπολέμηση των ανισοτήτων.
Τόσο η ασφάλεια όσο και η δικαιοσύνη απαιτούν την κοινωνική συμμετοχή στις διαδικασίες σχεδιασμού καθώς και στα οφέλη και όχι μόνο στα κόστη της πράσινης μετάβασης.
Ένας τρόπος για να γίνει αυτό είναι η συμμετοχή της κοινωνίας, των καταναλωτών, των νοικοκυριών, των αγροτών, των μικρών επιχειρήσεων, των συνεταιρισμών, της αυτοδιοίκησης είτε εξατομικευμένα, είτε μέσω ενεργειακών κοινοτήτων στην παραγωγή ενέργειας και επομένως στα έσοδα που προκύπτουν από αυτήν.
Απαραίτητη επίσης είναι μια αναπτυξιακή στρατηγική που να προωθεί με συνέπεια την μείωση της εξάρτησης της οικονομίας από την ενέργεια και από τις εισαγωγές.
Όπως διαπιστώνει μια πρόσφατη μελέτη του ΚΕΠΕ «…είναι απαραίτητος ένας συνεκτικός προγραμματισμός που θα αφορά σε πολιτικές με τομεακή και περιφερειακή διάσταση» Η απόδοση βεβαίως τέτοιων πολιτικών θα είναι μεσομακροπρόθεσμη αλλά η εφαρμογή τους επείγει.
Επίλογος – Ποια στρατηγική; Ποια κυβέρνηση; Ποια κοινωνική συμμαχία;
Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν ότι ζούμε μια εποχή πολλαπλών κρίσεων. Πριν τελειώσει η μια κρίση έχει προκύψει μια άλλη.
Η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη είναι όπως είδαμε μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης. Αντί να θωρακίζει την κοινωνία καλλιεργεί τον εφησυχασμό. Κατανέμει άνισα τα βάρη. Σπαταλά πόρους χωρίς ιεράρχηση προτεραιοτήτων και σχέδιο. Οι αναγκαίες πολιτικές είναι έξω από τους ιδεολογικούς ορίζοντες και τις ταξικές προτεραιότητες του κ. Μητσοτάκη και του κόμματός του.
Ένα σχέδιο στις παραπάνω γραμμές προϋποθέτει μια κυβέρνηση των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων. Προϋποθέτει όμως και την ενεργητική συμμετοχή των φορέων που εκπροσωπούν την κοινωνική πλειοψηφία και της ίδιας της κοινωνίας. Το πρόβλημα της ακρίβειας είναι όπως είδαμε πολιτικό πρόβλημα, άρα απαιτεί πολιτικές λύσεις.
Γιάννης Δραγασάκης - Yannis Dragasakis
2 ημέρες πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 εβδομάδα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 εβδομάδα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
4 εβδομάδες πριν
«Το καθήκον των αριστερών & προοδευτικών δυνάμεων σε ένα περιβάλλον προκλήσεων & απειλών»
dragasakis.gr
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 μήνας πριν
Main - Alexis Tsipras Institute Events
rb.gy
Clifford Chance, Δικηγόρος – εξειδίκευση δίκαιο της ενέργειας & ανταγωνισμόςShare on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
Latest Twetter Feeds
Could not authenticate you.
Newsletter