Το Χρηματιστήριο επέστρεψε στο παρασκήνιο με τη δυσοσμία των σκανδάλων, των απατών, και της πολυσχιδούς διαπλοκής που συνόδεψε τη λειτουργία του κυρίως στη φάση της ανόδου, αλλά όχι μόνο. Ταυτόχρονα, επιστρέφει και η δικομματική διαπάλη γύρω απ’ αυτό.
Πάνω στα ερείπια της χρηματιστηριακής φούσκας, στήνεται τώρα μια πολιτική φούσκα, αφού το μόνο που διαγράφεται ως προοπτική είναι μια δικομματική συμπαιγνία συγκάλυψης όσων έχουν συμβεί, μέχρις ότου κάποτε κάποιος νέος ανοδικός κερδοσκοπικός κύκλος, θα γεμίσει την ατμόσφαιρα με νέες ιαχές κερδισμένων που, θα επισκιάσουν τα προηγούμενα δράματα, μέχρις ότου και πάλι πολλοί απ’ αυτούς θα γίνουν τα νέα θύματα. Αυτή ήταν, ως τώρα, η ιστορία των χρηματιστηρίων και, προσωπικά, δεν βλέπω κανένα απολύτως λόγο που θα την κάνει στο μέλλον διαφορετική.
Η ΣΥΜΠΑΙΓΝΙΑ
Βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ άστραψαν και βρόντηξαν, λοιπόν, στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής ενάντια στην «επιτροπή κεφαλαιαγοράς» και τον Πρόεδρό της, τον «υπεύθυνο» όπως είπε ο βουλευτής της ΝΔ κ. Κωστόπουλος, για «το εθνικό έγκλημα που έγινε στο χρηματιστήριο». Ούτε η πολιτική εξουσία, ούτε ο ίδιος ο χρηματιστηριακός θεσμός έχουν λοιπόν κάποια ευθύνη.
Αυτή η τόσο βολική για την κυβέρνηση στάση της ΝΔ, δεν είναι παρά μια ομολογία συνενοχής.
Αλλωστε, σ’ όλη τη διάρκεια της χρηματιστηριακής ανόδου, η διαμάχη ΠΑΣΟΚ-ΝΔ ήταν για το «δείκτη» ποιος μπορεί να τον ανεβάσει περισσότερο, και ως το τέλος η ηγεσία της ΝΔ ισχυριζόταν πως αν η ίδια ήταν στην κυβέρνηση, ο δείκτης θα ήταν υψηλότερα. Υπήρξαν εξαιρέσεις, και στους δύο χώρους αλλά το κλίμα που πρώτη η κυβέρνηση και εν συνεχεία η ΝΔ διαμόρφωσαν ήταν πως ο χρηματιστηριακός δείκτης είχε μπει σε μία τροχιά «σταθερής ανόδου». Αλλά και όταν τελικά, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Λουκάς Παπαδήμος, με καθυστέρηση, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου, πολλοί και από την κυβέρνηση, και από την αντιπολίτευση και από τον επιχειρηματικό κόσμο τον πολέμησαν και ελάχιστοί τον στήριξαν. Τέλος, όταν έγιναν εμφανής η πτώση του χρηματιστηρίου, η κυβέρνηση και η ΝΔ έδωσαν το νέο σύνθημα: «μακριά η πολιτική από το χρηματιστήριο»
Δεν πρόκειται εδώ για ένα συμψηφισμό ευθυνών, αφού οι ευθύνες όσων ασκούν την εξουσία, δεν μπορούν να συγκαλυφθούν με τις ευθύνες κανενός άλλου, αλλά έχει σημασία να καταδειχθεί τόσο εκείνη, όσο και η τωρινή συμπαιγνία και συνενοχή.
Βεβαίως, ανάμεσα στο τότε και στο τώρα υπάρχει μια διαφορά, αφού τότε, και το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, διεκδικούσαν το ίδιο κοινό, το κόμμα του χρηματιστηρίου, όπως το αποκαλούσαν, τα νέα μεσοστρώματα του χρηματοπιστωτικού συμπλέγματος, τους κερδισμένους της χρηματιστηριακής ανόδου. Γι’ αυτό και τα δύο αυτά κόμματα, τους φούσκωναν τις προσδοκίες, δημαγωγούσαν για διάχυση του πλούτου στην κοινωνία και για ένα καπιταλισμό λαϊκό.
Τώρα το επίδικο κοινό είναι το κόμμα των χαμένων, που ξανά και τα δύο κόμματα, αγωνίζονται να κερδίσουν ρίχνοντας ο ένας στον άλλον, ή κάπου έξω από το σύστημα την ευθύνη για τις ζημιές τους.
Μέσα σ’ αυτό το σκηνικό, δεν είναι καθόλου εύκολο για την Αριστερά, να διαμορφώσει μια αυτοτελή άποψη και στάση, αλλά πρέπει να το επιδιώκει, αφού η συμμετοχή στο γενικό κλίμα είτε της γενικής ευφορίας είτε της γενικής κατακραυγής δεν το εξασφαλίζουν αυτό.
ΕΛΕΓΧΟΙ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
Η Αριστερά βεβαίως θα μπορούσε να προκρίνει μια στάση αδιαφορίας για το χρηματιστήριο και καταγγελίας για όσα συμβαίνουν σ’αυτό. Η στάση αυτή όμως αγνοεί μια «κοινωνικοποίηση» που έχει επέλθει σ’ αυτό το θεσμό όχι μόνο υπό την έννοια του πλήθους όσων εμπλέκονται σ’ αυτόν, αλλά και υπό την έννοια των εξαρτήσεων που έχουν διαμορφωθεί ανάμεσα σ’ αυτόν και την κοινωνία.
Παρόλο που ήδη από τον περασμένο αιώνα ο Μαρξ αναγνώριζε στο μετοχικό φαινόμενο μια «νόθα κοινωνικοποίηση» σήμερα, η διάσταση αυτή έχει μεγεθυνθεί αφού ο μεγαλύτερος επενδυτής διεθνώς είναι τα ασφαλιστικά ταμεία. Αλλά πέρα απ’ αυτό, σε συνθήκες ελεύθερης κίνησης κεφαλαίων, αν μια χώρα δεν διαθέτει ένα ανταγωνιστικό όχι τόσο σε απόδοση όσο σε σχετική αξιοπιστία και διαφάνεια χρηματιστήριο, τότε η εγχώρια αποταμίευση κινδυνεύει να μεταναστεύει στο εξωτερικό. Ο κίνδυνος αυτός που δεν είναι θεωρητικός αλλά υπαρκτός και άμεσος λόγω της συμμετοχής μας στην ΟΝΕ είναι ακριβώς που προσδίδει στα όσα συμβαίνουν στο ελληνικό χρηματιστήριο μια διάσταση που υπερβαίνει το «σκάνδαλο» ή το παιχνίδι.
Υπάρχει, λοιπόν, ένα πεδίο ελέγχων και ρυθμίσεων της χρηματιστηριακής αγοράς, στο οποίο η Αριστερά και ειδικά ο Συνασπισμός έχει μία θετική παρουσία όλα αυτά τα χρόνια, με προτάσεις, κριτική, και κοινοβουλευτικό έλεγχο. Όπως υπάρχει και μια διεθνής συζήτηση για το αν και πώς ο έλεγχος των κεφαλαιαγορών μπορεί να γίνει πιο αποτελεσματικός.
Η στάση αυτή είναι αναγκαία αφού χωρίς εποπτεία, ρύθμιση και έλεγχο όλα θα είναι χειρότερα. Το πρόβλημα είναι ότι και με τη καλλίτερη εποπτεία και με τους αυστηρότερους ελέγχους, η κερδοσκοπική φύση του θεσμού, η διαπλοκή και οι ανισότητα στην πληροφόρηση δεν εξαλείφονται.
Αυτό οφείλεται στις ιδιαιτερότητες της χρηματιστηριακής αγοράς που κακώς πολλοί την εξομοιώνουν με τις άλλες αγορές. Έτσι ενώ έχουν υπάρξει αποτελεσματικά συστήματα εποπτείας άλλων αγορών όπως αγορές εμπορευμάτων, ποτέ και πουθενά δεν υπήρξε μια ανάλογη ρύθμιση των χρηματιστηριακών αγορών.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι επιζητείται από επιχειρήσεις και παράγοντες μια αυτοπειθαρχία και μια ευθύνη απέναντι στις χρηματιστηριακές αρχές όταν το γενικότερο πλαίσιο τους επιτρέπει να λειτουργούν ασύδοτα απέναντι στις φορολογικές αρχές, τους νόμους, τους εργαζόμενους. Επιζητείται έτσι, μια ρυθμισμένη και υπεύθυνη συμπεριφορά σ’ ένα περιβάλλον που ευνοεί την ασυδοσία.
Ενώ, λοιπόν, μια παρουσία της Αριστεράς στο μέτωπο αυτό είναι αναγκαία δεν θα πρέπει να καλλιεργείται η αυταπάτη ή η προσδοκία ότι θα μπορούσαν να αποτραπούν οι κρίσεις, ή τα κερδοσκοπικά παιχνίδια. Αντίθετα, πρέπει να αναδεικνύεται η ιδιαιτερότητα και ο ενδογενώς κερδοσκοπικός χαρακτήρας αυτής της αγοράς.
Αναδείχνεται έτσι, ένα δεύτερο πεδίο παρέμβασης της Αριστεράς, που θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε παιδευτικό, με την έννοια της ενημέρωσης, της αποκάλυψης ή της προειδοποίησης, για την εξαιρετικά ιδιάζουσα φύση του χρηματιστηριακού θεσμού, για τις αναπόφευκτες ανισότητες πληροφόρησης που τον διέπουν, για τις αναπόφευκτες κρίσεις του, για τη φύση και τα όρια των δυνατοτήτων του.
Το θέμα εδώ δεν είναι να υποδείξουμε εμείς συμπεριφορές, αλλά να αναιρέσουμε ιδεολογίες παγιδευτικές και να βοηθήσουμε σε μια κατανόηση της πολιτικής οικονομίας, των σχέσεων δηλαδή που αναπτύσσονται στο πλαίσιο ενός τέτοιου θεσμού.
ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Μία τέτοια παγίδα θεωρώ και την ιδέα ότι το χρηματιστήριο είναι ή θα μπορούσε να γίνει αναπτυξιακός θεσμός, ο κύριος μάλιστα, ιδέα διαδεδομένη και στο χώρο της «Κεντροαριστεράς». Ενα τρίτο πεδίο, λοιπόν, και το πιο ουσιαστικό, είναι ο προσδιορισμός του συγκεκριμένου ρόλου του χρηματιστηρίου που δεν μπορεί να είναι «μοχλός ανάπτυξης», όπως λέγεται, ούτε να υποκαθιστά άλλους θεσμούς και μοχλούς, αφού, σε αντίθετη περίπτωση η ανάπτυξη, οι επενδύσεις, η απασχόληση θα εγκλοβίζοντο στις αναπόφευκτες χρηματιστηριακές διακυμάνσεις. Βεβαίως, όπως και ο Μαρξ διαπίστωσε, η «τιτλοποίηση», η μετατροπή δηλαδή αδρανούς πλούτου σε τίτλους, και η αγοραπωλησία των τελευταίων, ενεργοποιεί το αδρανή αυτό πλούτο, διευκολύνει τη διεθνή του κινητικότητα.
Ο αναπτυξιακός, ωστόσο, ρόλος μιας τέτοιας λειτουργίας είναι κοινωνικά προσδιορισμένος. Δεν αφορά στη δημιουργία νέου πλούτου, αλλά στην αναδιανομή του και στην διευκόλυνση εξαγορών, συγχωνεύσεων, ιδιωτικοποιήσεων. Το χρηματιστήριο, δηλαδή, είναι κυρίως μηχανισμός ανακατανομής και του πλούτου και της ανάπτυξης. Αυτό επιβεβαίωσε και ο Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όταν ενημερώνοντας τη Βουλή αναγνώρισε πως ο κύριος όγκος των κεφαλαίων που αντλήθηκαν από το Ελληνικό χρηματιστήριο (περίπου 50%) πήγε για εξαγορές και συγχωνεύσεις.
Ετσι, παρά την ανάπτυξη των χρηματιστηρίων διεθνώς, η συμμετοχή τους στην άντληση κεφαλαίων για επενδύσεις παραμένει ένα μικρό μονοψήφιο ποσοστό σε σχέση με τον όγκο των επενδύσεων και της συνολικής συσσώρευσης του κεφαλαίου.
Η ανακήρυξη λοιπόν των χρηματιστηρίων σε «κύριο μοχλό ανάπτυξης» και η αναζήτηση τρόπων για να γίνει αυτό δεν εγκλωβίζει μόνο επενδυτές αλλά εγκλωβίζει και τιμωρεί την κοινωνία ολόκληρη.
Πιο προοδευτική και από κοινωνική άποψη πιο ορθολογική, από τέτοιες απόψεις, παραμένει η στάση του Κέϋνς, που θεωρώντας το χρηματιστήριο, ένα ενδογενώς κερδοσκοπικό και ανορθολογικό επενδυτικό μηχανισμό αναζήτησε άλλους τρόπους και δρόμους ενίσχυσης των επενδύσεων και της απασχόλησης, υποδεικνύοντας μεταξύ αυτών, τον επενδυτικό ρόλο του κράτους και την τόνωση της ενεργούς ζήτησης.
Θεωρώ πως και σήμερα η στάση αυτή είναι επίκαιρη υπό την έννοια ότι μας υποδεικνύει να στραφούμε στα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας και στην αντιμετώπιση τους, λαμβάνοντας ως δεδομένη και αναπόφευκτη τη κερδοσκοπική λειτουργία των χρηματιστηρίων, την μη προβλεψιμότητά τους και την αδυναμία να προκύψει απ’ αυτά πραγματική λύση στο πρόβλημα των επενδύσεων και της απασχόλησης.
Γιάννης Δραγασάκης - Yannis Dragasakis
1 ημέρα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
7 ημέρες πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 εβδομάδα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
4 εβδομάδες πριν
«Το καθήκον των αριστερών & προοδευτικών δυνάμεων σε ένα περιβάλλον προκλήσεων & απειλών»
dragasakis.gr
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 μήνας πριν
Main - Alexis Tsipras Institute Events
rb.gy
Clifford Chance, Δικηγόρος – εξειδίκευση δίκαιο της ενέργειας & ανταγωνισμόςShare on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
Latest Twetter Feeds
Could not authenticate you.
Newsletter