ΤΟ ΝΕΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Το φορολογικό καθεστώς που διέπει τις σχέσεις κράτους και εκκλησίας δεν είναι πλήρως γνωστό. Το καθεστώς αυτό διαμορφώνεται από διάσπαρτες αποσπασματικές διατάξεις που απ’ όσο γνωρίζουμε δεν έχουν ποτέ κωδικοποιηθεί. Με τον όρο, λοιπόν, «νέο καθεστώς» εννοούμε ορισμένες ρυθμίσεις που πέρασαν σιωπηλά, μέσα από δύο νόμους που ψηφίσθηκαν πρόσφατα από την κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή. Και νομίζουμε πως έχουμε υποχρέωση να τις καταστήσουμε ευρύτερα γνωστές, ώστε να υπάρξει κάποιος προβληματισμός για τις συνέπειές τους.
ΟΙ ΝΕΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
Η πρώτη από τις ρυθμίσεις στις οποίες αναφερόμαστε αφορά στις φορολογικές υποχρεώσεις της εκκλησίας. Όπως είναι γνωστό η εκκλησία της Ελλάδος, καθώς και διάφορες μονές, ναοί ή άλλα ιδρύματά της, έχουν στην ιδιοκτησία τους διάφορα ακίνητα, κτήματα, ή οικοδομές, τα οποία μισθώνουν και αποκτούν εισοδήματα. Η εκκλησία είχε ήδη μια ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση για τα εισοδήματα αυτά. Συγκεκριμένα τα εισοδήματα αυτά εφορολογούντο ως σήμερα με συντελεστή 10%. Με το νέο φορολογικό νόμο που εισηγήθηκε η κυβέρνηση της Ν.Δ. ο συντελεστής αυτός μειώνεται βαθμιαία και καταργείται εντελώς το 2008. Σε σχέση συνεπώς με το προηγούμενο καθεστώς το κράτος έμμεσα επιχορηγεί την εκκλησία, με τους διαφυγόντες, λόγω της φοροαπαλλαγής, φόρους.
Η δεύτερη ρύθμιση αφορά στη φορολογική μεταχείριση των δωρεών που μία επιχείρηση μπορεί να κάνει προς την εκκλησία ή κάποιο ίδρυμά της.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (14/1/05) που εξειδικεύει τον νέο φορολογικό νόμο, ορίζεται ότι «οι δωρεές σε χρήμα από επιχειρήσεις προς τις ιερές μητροπόλεις εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης χωρίς την παρακράτηση φόρου εισοδήματος 10%». Οι δωρεές, δηλαδή, είναι πλέον εντελώς αφορολόγητες. Και αυτή η ρύθμιση συνεπώς συνιστά μια έμμεση επιχορήγηση της εκκλησίας, μια έμμεση μεταφορά πόρων από το κράτος προς την εκκλησία.
Η τρίτη ρύθμιση περιέχεται στον λεγόμενο αναπτυξιακό νόμο, που κι αυτός ψηφίσθηκε πρόσφατα από την κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή. Ο νόμος αυτός θεσμοθετεί κίνητρα για την πραγματοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων. Όπως προβλέπει ο νόμος που όπως είπαμε ήδη ψηφίσθηκε (ν. 3299/04), μεταξύ των φορέων που μπορούν να επιχορηγηθούν για να πραγματοποιήσουν επενδύσεις περιλαμβάνεται και η εκκλησία.
Η ρύθμιση αυτή γεννά πολλά ερωτηματικά και πρακτικά προβλήματα. Αν βέβαια πρόκειται για έργα συντήρησης, ανακαίνισης ή έργων που συνδέονται με την λειτουργία των ναών, των μοναστηριών κλπ αυτά, όπως προτείναμε κατά τη συζήτηση στη Βουλή, θα μπορούσαν να ενταχθούν σε ειδικό πρόγραμμα του Υπουργείου πολιτισμού. Αν όμως πρόκειται για επενδύσεις εμπορικού, κερδοσκοπικού χαρακτήρα, δεν θα πρέπει να εφαρμοσθεί η εμπορική νομοθεσία που διέπει τις σχετικές δραστηριότητες, να έχουν κάποια νομική μορφή, να δημοσιεύουν ισολογισμούς, να υφίστανται έλεγχο, να πληρώνουν φόρο κλπ; Όχι μόνο δεν διευκρινίζονται τα ερωτήματα αυτά αλλά στον ως άνω νόμο περιέχεται και η ακόλουθη διάταξη: «οι ιερές μονές για την πραγματοποίηση επενδύσεων δεν υποχρεούνται σε σύσταση εταιρίας» (ν. 3299/04, αρ. 5)
Τι σημαίνει αυτό; Ότι δεν υποχρεούται ούτε σε δημοσίευση ισολογισμού; Ότι και αυτές οι δραστηριότητες θα θεωρούνται συλλήβδην ως μη κερδοσκοπικές άρα τα κέρδη τους μη φορολογητέα;
ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΠΛΗΡΟΥΣ ΑΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
Ο συνδυασμός αυτών των ρυθμίσεων ενδεχομένως και άλλων που δεν γνωρίζουμε, δημιουργεί ένα «νέο καθεστώς». Από κοινού οι ρυθμίσεις αυτές καθιστούν δυνατό τον εξής συνδυασμό: η εκκλησία, ή ένα ίδρυμά της, μπορούν να έχουν εισοδήματα από ακίνητα ή δωρεές τα οποία δεν φορολογούνται. Τα εισοδήματα αυτά μπορούν να επενδύονται σε δραστηριότητες, να επιχορηγούνται από το κράτος, και ακόμη και αν είναι κερδοσκοπικές, δεν υποχρεούνται να δημοσιεύουν ισολογισμό, να υπόκεινται σε έλεγχο ή να πληρώνουν φόρους. Δυνητικά πάντα, ο συνδυασμός αυτών των ρυθμίσεων επιτρέπει τη δημιουργία ενός κλειστού, αδιαφανούς κυκλώματος, ενός κράτους μέσα στο κράτος, επιχορηγούμενο έμμεσα μέσω της φορολογίας και άμεσα μέσω των κινήτρων, από τον Ελληνικό λαό, μη υποκείμενο όμως σε κανέναν έλεγχο ή υποχρέωση διαφάνειας και δημόσιας λογοδοσίας.
Το καθεστώς αυτό δημιουργεί ποικίλα ερωτήματα αλλά και προβλήματα, ορισμένα από τα οποία είναι εμφανή, ενώ άλλα δεν μπορούν να προβλεφθούν από τώρα. Το βέβαιο, είναι ότι ένα τέτοιο καθεστώς αδιαφάνειας, αποτελεί τουλάχιστον έναν «πειρασμό» και ένα θερμοκήπιο, ικανό να εκθρέψει κάθε «άνθος του κακού» η πιο αθώα εκδοχή των οποίων μπορεί να είναι διαπλοκές ιδιωτικών και εκκλησιαστικών συμφερόντων, με στόχο τη φοροδιαφυγή και την εκμετάλλευση αυτού του τόσο προνομιακού καθεστώτος για ιδιοτελείς σκοπούς.
Ένα μέρος των προβλημάτων αυτών αφορά την ίδια την εκκλησία. Είναι δικό της θέμα να αποφασίσει τι είδους οικονομικές ή επιχειρηματικές δραστηριότητες και υπό ποιους όρους θέλει να τις αναπτύσσει. Είναι δικό της θέμα τι είδους σχέσεις θέλει να έχει με τους πιστούς, και τους δωρητές της, τι καθεστώς διαφάνειας και λογοδοσίας θέλει να δημιουργήσει μαζί τους.
Ένα άλλο όμως μέρος των προβλημάτων που ανακύπτουν αφορά το κράτος, την κοινωνία, τους ίδιους τους χριστιανούς ως πιστούς αλλά και ως πολίτες.
Περιορίζομαι σε ορισμένα από τα προβλήματα αυτά.
Το πρώτο αφορά σε σοβαρά προβλήματα διακριτικής μεταχείρισης που δημιουργούνται, με εσωτερική άλλα και με διεθνή διάσταση. Αν η εκκλησία, πρέπει να απαλλάσσεται από τη φορολογία επειδή επιτελεί κοινωφελές έργο, γιατί ένα ταμείο κοινωνικής ασφάλισης πρέπει να καταβάλει φόρο 38% όταν έχει εισοδήματα από ακίνητα; Διότι, τόσο φορολογείται π.χ. το ΙΚΑ, το ΤΕΒΕ, το ΤΣΜΕΔΕ, η όποιο άλλο ταμείο έχει εισοδήματα από ακίνητα. Σε ποια ηθική, πολιτική ή κοινωνική βάση στηρίζεται μια τέτοια διακριτική μεταχείριση; Υπάρχει πιο ιερό κοινωφελές έργο από εκείνο της κοινωνικής ασφάλισης;
Υπάρχει και μια δεύτερη διάσταση. Στη χώρα μας λειτουργούν και άλλες εκκλησίες πέρα της ορθόδοξης χριστιανικής εκκλησίας. Υπάρχουν καθολικοί, μουσουλμάνοι, βουδιστές κλπ. Αν οι πιστοί αυτών ή άλλων θρησκειών ή δογμάτων, συστήσουν ένα ίδρυμα, σε ποια διεθνή νομική βάση μπορεί να στηριχθεί η άρνηση της κυβέρνησης να επεκτείνει το ίδιο καθεστώς και στις άλλες εκκλησίες; Πώς θα απαντήσει σε μια ενδεχόμενη προσφυγή στο Ευρωπαϊκό δικαστήριο;
Αναδεικνύεται επίσης ένα πρόβλημα, πολύ σοβαρό, που έχει να κάνει με τους όρους άσκησης κοινωνικής ή προνοιακής πολιτικής από φορείς που δεν υπόκεινται σε δημόσια λογοδοσία και δημόσιο έλεγχο. Το θέμα αυτό δεν αφορά μόνο την εκκλησία αλλά και ποικίλα ιδιωτικά ιδρύματα. Υπάρχουν ιδρύματα και μη κυβερνητικές οργανώσεις που πρέπει για το έργο τους να επαινεθούν και να ενισχυθούν. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που πρέπει τουλάχιστον να μας προβληματίσουν. Ένα παράδειγμα: η Ελληνική εκκλησία, ως γνωστόν χορηγεί ένα επίδομα για κάθε τρίτο παιδί που γεννούν οικογένειες που ζουν στη Θράκη. Όρος, όμως είναι οι οικογένειες να είναι χριστιανικές. Αν είναι οικογένειες μουσουλμάνων δεν το δικαιούνται.
Δεν θα ήθελα να υπεισέλθω σε ζητήματα ερμηνείας του Συντάγματος. Είναι όμως προφανές ότι εδώ έχουμε μια σαφή παραβίασή του, αφού έχουμε μια πολιτική διακρίσεων των Ελλήνων πολιτών, με βάση το θρήσκευμα. Είναι δουλειά των συνταγματολόγων να αποφανθούν, τι θα συνέβαινε στην περίπτωση που η εκκλησία ήταν ανεξάρτητη από το κράτος, ή αν αυτή την πολιτική την ασκούσε αποκλειστικά με δικούς της πόρους. Από τη στιγμή όμως που η εκκλησία δεν είναι ανεξάρτητη από το κράτος και από τη στιγμή που όπως αποδείξαμε το κράτος, έμμεσα και άμεσα μεταβιβάζει πόρους στην εκκλησία, τότε, η πολιτική ευθύνη γι αυτήν την πολιτική διακρίσεων, ανήκει στην κυβέρνηση, στα πολιτικά κόμματα, σε όλους μας.
Πέραν αυτού, τι θα συμβεί, αν κάποιο, νόμιμα υφιστάμενο ίδρυμα, με πόρους και με ενίσχυση ενδεχομένως τρίτης χώρας εφαρμόσει μια αντίστροφη πολιτική διακρίσεων, δηλαδή, επιχορηγεί, την γεννητικότητα μουσουλμανικών οικογενειών; Ποιο εθνικό συμφέρον, και ποια πολιτική κοινωνικής συνοχής, υπηρετούν, λοιπόν, τέτοιες ανεύθυνες πρακτικές, που σιωπηλά ανεχόμαστε;
Κάνει, γι’ αυτό, εντύπωση, η στάση των πολιτικών κομμάτων, αλλά και του τύπου, και των ΜΜΕ, πλην εξαιρέσεων, κατά τη συζήτηση και την ψήφιση των σχετικών ρυθμίσεων στις οποίες αναφέρθηκα. Ο τύπος και τα ΜΜΕ ενδεχομένως δεν αντιλήφθησαν τι ακριβώς ψηφίσθηκε στη Βουλή. Για την κυβέρνηση και τα κόμματα όμως αυτό δεν ευσταθεί. Τα ερωτήματα και τις διαπιστώσεις που προηγήθηκαν τα θέσαμε στη Βουλή. Προκαλέσαμε τοποθετήσεις που δεν υπήρξαν. Προκαλέσαμε απαντήσεις που δεν πήραμε. Οι αρμόδιοι υπουργοί, αξιοποιώντας και την ανοχή των άλλων κομμάτων δεν μπήκαν στον κόπο να εξηγήσουν ή να υπερασπισθούν έστω την πολιτική τους. Το ΠΑΣΟΚ απέφυγε να τοποθετηθεί. Από όλους τους βουλευτές του μόνο ένας, ο κ. Γεωργακόπουλος, αν θυμάμαι καλά, επεσήμανε το πρόβλημα της διακριτικής μεταχείρισης έναντι των άλλων εκκλησιών. Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει στη στάση του ΚΚΕ. Δεν βρήκε λέξη να πει για το ζήτημα.
Γιάννης Δραγασάκης - Yannis Dragasakis
1 ημέρα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 εβδομάδα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 εβδομάδα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
4 εβδομάδες πριν
«Το καθήκον των αριστερών & προοδευτικών δυνάμεων σε ένα περιβάλλον προκλήσεων & απειλών»
dragasakis.gr
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 μήνας πριν
Main - Alexis Tsipras Institute Events
rb.gy
Clifford Chance, Δικηγόρος – εξειδίκευση δίκαιο της ενέργειας & ανταγωνισμόςShare on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
Latest Twetter Feeds
Could not authenticate you.
Newsletter