“Ο κρατικός προϋπολογισμός 2005 και οι νεοφιλελεύθερες επιλογές”
Α. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΗΣ Ν.Δ.
Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του προϋπολογισμού αλλά και γενικότερα της πολιτικής της Ν.Δ.;
1. Ο προϋπολογισμός του 2005 όπως και εκείνοι των προηγούμενων ετών δεν έχει κάποιο αναπτυξιακό όραμα ούτε εντάσσεται σε κάποιο ευρύτερο μεσομακροπρόθεσμο πρόγραμμα οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης της χώρας. Ουσιαστικά, αυτά τα προγράμματα αν και προβλέπονται από το Σύνταγμα της χώρας έχουν προ πολλού εγκαταλειφθεί από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Κι αυτό συνεχίζεται από τη νέα Κυβέρνηση.
Εμείς ζητούμε να επανέλθει η ιδέα και η πρακτική του σχεδιασμού και του Δημοκρατικού Προγραμματισμού του μέλλοντός μας. Ένα πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσε να είναι η κατάρτιση ενός μεσομακροπρόθεσμου προγράμματος το οποίο, όπως προβλέπει και το Σύνταγμα, να έλθει για συζήτηση στη Βουλή. Ένα τέτοιο πρόγραμμα θα ήταν η βάση για το σχεδιασμό του Δ΄ ΚΠΣ και το πλαίσιο για την κατάρτιση των ετήσιων προϋπολογισμών και την εξειδίκευση έτσι των μακροχρόνιων επιλογών σε ετήσια βάση.
2. Ο προϋπολογισμός του 2005 κινείται στα πρότυπα των προϋπολογισμών του παρελθόντος. Το καθεστώς αδιαφάνειας, οι εκτός προϋπολογισμού ειδικοί λογαριασμοί, η απουσία συστημάτων ελέγχου της κοινωνικής αποτελεσματικότητας των δαπανών αποτελούν διαχρονικά χαρακτηριστικά της δημοσιονομικής διαχείρισης. Εμείς προτείνουμε να περάσουμε και σε ένα διαφορετικό μοντέλο προϋπολογισμού, σε έναν «προϋπολογισμό προγραμμάτων» όπου η κάθε δαπάνη να συνδέεται με κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο, πρόγραμμα ή δράση, με διαφανείς στόχους και ελέγξιμα αποτελέσματα. Να υπερβούμε δηλαδή, το αναχρονιστικό και ανούσιο τύπο Προϋπολογισμού των ψυχρών κονδυλίων που έχουμε σήμερα και ο οποίος λειτουργεί ως ένας λογιστικός πίνακας και ως ένα πλαίσιο διαχείρισης του δημοσίου χρήματος χωρίς διαφάνεια, έλεγχο και δημόσια λογοδοσία.
3. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του προϋπολογισμού του 2005 είναι ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί δύο μέτρα και δύο σταθμά. Στις επιχειρήσεις «δίνει», στους εργαζόμενους λέει «περιμένετε», πρώτα η ανάπτυξη και μετά η αναδιανομή. Μόνο που αυτό το «μετά» δεν έρχεται ποτέ. Έτσι οι ανισότητες διευρύνονται. Επίσης ο στόχος της πραγματικής σύγκλισης ουσιαστικά εγκαταλείπεται ή αναφέρεται επιλεκτικά.
4. Τέλος ένα ακόμη χαρακτηριστικό του προϋπολογισμού αλλά και γενικότερα της πολιτικής της Ν.Δ. είναι ότι αυτή δεν αμφισβητεί κατ’ ελάχιστον τα κεκτημένα του νεοφιλελευθερισμού. Αναγνωρίζει αντίθετα, και σέβεται όλα όσα οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ συνεισέφεραν σ’ αυτή την κατεύθυνση. Η Ν.Δ. προβάλλει ως μια δύναμη που θέλει να κατοχυρώσει να διευρύνει και να εμβαθύνει αυτά τα κεκτημένα του νεοφιλελευθερισμού, και με ήπια ή μη ήπια πολιτική να προσαρμόσει ακόμα πιο ολοκληρωτικά την κοινωνία στα νεοφιλελεύθερα πρότυπα. Β. Η «ΑΠΟΓΡΑΦΗ» ΚΑΙ Η ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ
Και τώρα τι πρέπει να γίνει;
Σε ό,τι αφορά το θέμα της απογραφής εμείς από την πρώτη στιγμή, αναγνωρίσαμε την ανάγκη μιας αξιόπιστης και διαφανούς απογραφής. Όμως ήδη με την ομιλία μας κατά τη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης υπογραμμίσαμε την ανάγκη, αυτή, να γίνει με όρους διακομματικής συνεννόησης και με σαφή κριτήρια. Και βέβαια, για μας η όποια απογραφή δεν αποτελούσε αυτοσκοπό. Αλλά ένα αναγκαίο μέσο για να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα διαφάνειας και αξιοπιστίας της Δημοσιονομικής Διαχείρισης.
Επισημαίνω εδώ ότι, από την προηγούμενη Βουλή, είχε αναγνωρισθεί από πολλούς βουλευτές, και από βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, το πρόβλημα και η ανάγκη να υπάρξει ένα κοινά αποδεκτό και σταθερό σύστημα κανόνων και ορισμών για το τι είναι έλλειμμα, τι είναι χρέος, τι καταγράφεται, πώς καταγράφεται κλπ. Διότι, το τι είναι ή δεν είναι έλλειμμα, τι εγγράφεται σ’ αυτό και τι όχι, δεν είναι μόνο τεχνικό λογιστικό ζήτημα. Είναι και ένα πολιτικό ζήτημα γι’ αυτό και διεθνώς γύρω από το θέμα αυτό υπάρχουν διαμάχες και αντιπαραθέσεις.
Μάλιστα οι τότε βουλευτές του ΠΑΣΟΚ κ.κ. Αρσένης και Μαντέλης είχαν προτείνει να υπάρξει, μετά από επεξεργασία, ένα σχετικό εγχειρίδιο με όλους αυτούς τους όρους και τους ορισμούς, και επίμονα υποστήριξαν η σχετική επιτροπή της Βουλής, να στελεχωθεί με το αναγκαίο επιστημονικό προσωπικό ώστε να είναι σε θέση να επιτελέσει αυτό το έργο. Οι προτάσεις εκείνες δεν υιοθετήθηκαν από την τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Και αν θυμάμαι καλά ο κ. Αρσένης είχε για το λόγο αυτό παραιτηθεί από Πρόεδρος της σχετικής Επιτροπής της Βουλής. Η κυβέρνηση της Ν.Δ. αντί να αξιοποιήσει αυτή την προεργασία και την κοινή συνείδηση που είχε διαμορφωθεί για την αναγκαιότητα μιας συνολικής αντιμετώπισης τους προβλήματος ενέταξε την απογραφή στους δικούς της κομματικούς σχεδιασμούς. Και μάλιστα δεν προείδε ή δεν μπόρεσε να ελέγξει τις παρενέργειες. Έτσι, το όλο θέμα έγινε ξανά αντικείμενο δικομματικής διαπάλης. Τα ουσιαστικά όμως προβλήματα διαφάνειας και αξιοπιστίας των προϋπολογισμών και όλης της δημοσιονομικής διαχείρισης παραμένουν. Ακριβώς γι αυτό έστω και τώρα πρέπει να γίνουν όσα μπορούσαν και έπρεπε να έχουν γίνει προ πολλού. Ένα πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση θα ήταν η υιοθέτηση της πρότασης που έχουμε καταθέσει για τη δημιουργία ενός Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής. Ώστε, πέραν των άλλων μέσω του Γραφείου αυτού τουλάχιστον η Βουλή και τα κόμματα να γνωρίζουν την πραγματικότητα. Διότι εκείνο που συνέβαινε επί ΠΑΣΟΚ και συνεχίζεται και σήμερα, είναι ότι όχι μόνο η κοινωνία γενικώς αλλά ούτε η Βουλή ούτε το κόμματα είχαν ή έχουν ακριβή εικόνα για την πραγματική δημοσιονομική κατάσταση. Κι αν όλα ήταν τόσο αθώα όσο θέλει να τα εμφανίζει το ΠΑΣΟΚ δεν μπορούσε τουλάχιστον να είχε ενημερώσει τα κόμματα ότι γι αυτούς και γι’ αυτούς τους λόγους τα τάδε κονδύλια δεν εγγράφονται στο έλλειμμα ή δεν εμφανίζονται στο χρέος; Το ίδιο ισχύει και σήμερα με τη Ν.Δ. Ούτε τώρα γνωρίζουμε τι ακριβώς γίνεται με τις στρατιωτικές δαπάνες, με τους λογαριασμούς των Ν.Π.Δ.Δ. ή με τους εκτός προϋπολογισμού λογαριασμούς.
Ακριβώς γι’ αυτό για μας το θέμα παραμένει ανοιχτό. Και το ότι δεν λύνεται μας βάζει σε σκέψεις. Τα δύο μεγάλα κόμματα συναινούν και συμφωνούν σε κορυφαία ζητήματα της πολιτικής: από τις ιδιωτικοποιήσεις μέχρι τα μη κρατικά πανεπιστήμια, ενδεχομένως και για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Δεν μπορούν να συμφωνήσουν στους κανόνες λογιστικής αποτύπωσης του ελλείμματος; Μήπως αυτή η ανακυκλούμενη διαμάχη για τους αριθμούς θέλει να κρύψει την επί της ουσίας συναίνεσή τους στο περιεχόμενο της ασκούμενης πολιτικής;
Γιατί έστω και τώρα, το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. δεν συμφωνούν με την πρότασή μας να καταργηθούν όλοι οι εκτός προϋπολογισμού Ειδικοί Λογαριασμοί μέσω των οποίων πραγματοποιούνται δαπάνες ομοειδείς με εκείνες του προϋπολογισμού, όπως άλλωστε προβλέπει και ο σχετικός νόμος περί Ειδικών Λογαριασμών τον οποίο συνειδητά παραβιάζουν; Γιατί έστω και τώρα, το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. δεν υιοθετούν την πρόταση για ένα πλαίσιο κοινά αποδεκτών και σταθερών διαχρονικά ορισμών και κανόνων λογιστικής αποτύπωσης των μεγεθών; Γιατί εδώ και τώρα δεν υιοθετούν την πρότασή μας για Γραφείο προϋπολογισμού και για έναν ουσιαστικά αναβαθμισμένο ρόλο της Βουλής στον έλεγχο των Δημοσίων Οικονομικών;Γ. ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
• Είναι εφικτοί οι στόχοι του προϋπολογισμού; Τι θα συμβεί αν δεν πιαστούν; θα υπάρξουν νέα σκληρά μέτρα;
• Με τον προϋπολογισμό του 2005 η κυβέρνηση θέτει τους εξής στόχους:
1) Διατήρηση της οικονομικής ανάπτυξης στα επίπεδα του 2004 που ήταν 3,7% και μικρή αύξησή της στο 3,9%.
2) Μείωση της ανεργίας στο 10,5%.
3) Περιορισμός του δημοσιονομικού ελλείμματος από 5,3% που ήταν το 2004 στο 2,8%.
4) Αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους από 112,1% που ήταν το 2004 στο 109,5% και
5) Ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και των οικονομικά ασθενέστερων ομάδων.
Οι στόχοι αυτοί από πρώτη ματιά είναι υπεραισιόδοξοι και αντιφατικοί μεταξύ τους. Πιο συγκεκριμένα ο στόχος της μείωσης του ελλείμματος δύσκολα μπορεί να συνδυασθεί με επιτάχυνση της ανάπτυξης. Π.χ. η κυβέρνηση για να μειώσει το έλλειμμα περιορίζει το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων. Αυτό όμως δρα ανασταλτικά και ως προς την ανάπτυξη και ως προς την απασχόληση. Ενδεικτικό είναι ότι ούτε η ΕΕ ούτε και κανείς άλλος διεθνής οργανισμός δεν συμμερίζεται τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης.
Οι συνολικές δαπάνες –εκτός τόκων- του προϋπολογισμού αυξάνουν με ρυθμό 4,8%, 2,5 μονάδες χαμηλότερα από την αύξηση του ΑΕΠ. Επίσης, όπως θα δούμε και στη συνέχεια η κυβέρνηση σιωπηλά προχωρεί ουσιαστικά σε πάγωμα και των μισθών και των προσλήψεων στο δημόσιο. Και οι δύο αυτοί παράγοντες επίσης δρουν ανασταλτικά και ως προς την ανάπτυξη και ως προς την απασχόληση.
Ο προϋπολογισμός στηρίζεται σε ορισμένες παραδοχές που δεν μπορούν να ελεγχθούν π.χ. υποθέτει ότι η διεθνής τιμή του πετρελαίου δεν θα ξεπεράσει τα 40$ ανά βαρέλι. Ότι δεν θα υπάρξουν ακραία καιρικά φαινόμενα ή άλλες έκτακτες ανάγκες. Ότι η ευρωζώνη θα αναπτυχθεί με ικανοποιητικούς ρυθμούς με αποτέλεσμα να υπάρξει ουσιώδης ανάκαμψη του τουρισμού και ότι η διεθνής κατάσταση δεν θα επιδεινωθεί από κάποια κρίση ή πολεμική επιχείρηση. Δεν ευχόμαστε για το αντίθετο αλλά όλες αυτές οι υποθέσεις είναι τουλάχιστον επισφαλείς.
Το συμπέρασμά μας λοιπόν είναι ότι οι στόχοι του προϋπολογισμού είναι μετέωροι. Η εκτέλεση του προϋπολογισμού θα δοκιμασθεί στην πράξη. Για τον ίδιο λόγο όμως που δεν υιοθετούμε τα εξωραϊστικά σενάρια δεν μπορούμε να συμμερισθούμε και τα καταστροφολογικά σενάρια που εκπορεύονται από μερίδα του τύπου και κύκλους του ΠΑΣΟΚ. Πρώτον, γιατί η ακραία κινδυνολογία και καταστροφολογία υπηρετεί ιδιοτελείς σκοπιμότητες. Η ελληνική οικονομία έχει σοβαρά χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα. Όμως δεν βρίσκεται σε φάση ύφεσης. Και υπό τις δυσμενέστερες εκτιμήσεις, θα συνεχίσει να αναπτύσσεται με ρυθμούς γύρω στο 3%. Δεύτερο, γιατί ήταν σε όλους γνωστό ότι όπως όλες οι χώρες που φιλοξένησαν ολυμπιακούς αγώνες, έτσι και στη δική μας περίπτωση, θα υπήρχε κάποιας έκτασης μεταολυμπιακή ύφεση ή ορθότερα επιβράδυνση. Οι ίδιες οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ προέβλεπαν κάμψη των ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης μετά το 2004. Και ο ΟΟΣΑ σε έκθεσή του στα τέλη του 2003 προέβλεπε για το 2005 αλλά κι για τα επόμενα έτη ως το 2009 μέσο ρυθμό ανάπτυξης 3,1%. Ορισμένοι από εμάς μάλιστα, αρθρογραφούσαμε και θέταμε ήδη από το 2000 το πρόβλημα της μετα – Ολυμπιακής ανάπτυξης. Το πολιτικό πρόβλημα λοιπόν, και τις κύριες πολιτικές ευθύνες, προσωπικά θα τις εντόπιζα στο γεγονός ότι ενώ το πρόβλημα της επιβράδυνσης ήταν γνωστό, ούτε οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ ούτε η σημερινή κυβέρνηση προετοίμασαν τη χώρα για να το αντιμετωπίσει. Και ειδικά η παρούσα κυβέρνηση εν όψει αυτού του προβλήματος και με επίγνωσή του μιλούσε για επιδιωκόμενους ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 5% ενώ όπως αποδεικνύεται δεν είχε ιδέα πώς θα το πετύχει. Επίσης ενώ γνώριζε ότι το Δημόσιο έλλειμμα θα υπερέβαινε το όριο του 3% δεν προέβλεψε ή δεν μπόρεσε να ελέγξει τις παρενέργειες της λεγόμενης απογραφής που ενώ όπως ήδη είπαμε ήταν αναγκαία, με τον τρόπο που την έκανε, περιέπλεξε τα προβλήματα.
Με δύο λόγια οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ ευθύνονται για τα προβλήματα αλλά η κυβέρνηση της Ν.Δ. φέρει την ευθύνη για την μη επίλυσή τους, αλλά και για την περιπλοκή τους.
Οι στόχοι συνεπώς του προϋπολογισμού δύσκολα μπορούν να επιτευχθούν. Άλλωστε αυτό εμμέσως και η κυβέρνηση το αναγνωρίζει. Κατά την άποψή μου η Κυβέρνηση ευελπιστεί όχι για την επιτυχία των στόχων αλλά για μια αξιοπρεπή προσέγγισή τους. Αν όμως η απόσταση από τους στόχους είναι μεγάλη θα υπάρξει πολιτικό πρόβλημα. Στην περίπτωση αυτή υπάρχουν δύο ενδεχόμενα. Το πρώτο είναι η παράταση του χρόνου προσαρμογής και γι’ αυτό ο κ. Αλογοσκούφης διεκδικεί ήδη από την Ε.Ε. διετή περίοδο προσαρμογής. Το δεύτερο είναι η λήψη σκληρών μέτρων πέραν των όσων προβλέπονται στον προϋπολογισμό. Προς αυτή την κατεύθυνση πιέζουν ήδη ισχυρά κέντρα. Από τη σκοπιά αυτή πρέπει να ερμηνεύσουμε την επί της ουσίας επιθετική στάση του Πρόεδρου του ΣΕΒ ο οποίος στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής δήλωσε ότι η «φθίνουσα πορεία» θα συνεχιστεί παρά τις πλουσιοπάροχες παραχωρήσεις της Κυβέρνησης με τη γενική μείωση της φορολογίας των κερδών. Αξιοσημείωτη είναι επίσης η στάση ορισμένων πρώην αξιωματούχων του ΠΑΣΟΚ οι οποίοι όχι μόνο δεν αναγνωρίζουν τα προβλήματα και τις ευθύνες τους αλλά συχνά σιγοντάρουν τις πιο φιλόδοξες απαιτήσεις των κέντρων αυτών για πιο σκληρά μέτρα. Τέλος κρίσιμος παράγοντας, ο πιο κρίσιμος κατά τη γνώμη μου είναι η στάση της ίδιας της κοινωνίας γενικά και των εργαζομένων ειδικότερα.
Η ενεργοποίηση της κοινωνίας, και η ενωτική δράση των εργαζομένων, η συσπείρωση τους, ανεξάρτητα από την κομματική τους ένταξη, γύρω από ώριμα αιτήματα και συγκεκριμένες διεκδικήσεις είναι εντελώς αναγκαία για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κυβερνητικής πολιτικής αλλά και για την αντιμετώπιση των πιέσεων για πιο σκληρά μέτρα. Από την άποψη αυτή έχει σημασία να δούμε το συγκεκριμένο περιεχόμενο του προϋπολογισμού, τις συνέπειες που θα έχει και τις δικές μας διεκδικήσεις και εναλλακτικές πολιτικές. Δ. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
Ποιες θα είναι οι συνέπειες από την υλοποίηση του συγκεκριμένου προϋπολογισμού;
Η υλοποίηση του προϋπολογισμού, σε συνδυασμό με το νέο φορολογικό νόμο και τη γενικότερη πολιτική της Κυβέρνησης θα πλήξει τους μισθωτούς, τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα, τις περιφέρειες. Κατά την εκτίμησή μας οδηγεί στη διεύρυνση των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων, σε όξυνση του προβλήματος της ανεργίας, στη διεύρυνση της ζώνης της φτώχειας και της ανασφάλειας. Ωφελημένες είναι οι επιχειρήσεις, τα κέρδη, τα μερίσματα, τα εισοδήματα από δραστηριότητες του κεφαλαίου. Δεν είναι όμως καθόλου βέβαιο ότι αυτό θα οδηγήσει σε οικονομική άνοδο και αύξηση της απασχόλησης. Αλλά ακόμη κι αν αυτό συμβεί πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη μας το παράδειγμα της Ιρλανδίας. Παρά τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που πέτυχε η χώρα αυτή δεν κατάφερε να περιορίσει την επέκταση της φτώχειας και μάλιστα η Ιρλανδία είναι μπροστά από εμάς, έχει υψηλότερο, κατά μία μονάδα, δείκτη φτώχειας απ’ ότι εμείς. Αυτό δείχνει ότι η ανάπτυξη ακόμη και όταν επιτυγχάνεται, εφόσον είναι ενδογενώς άνιση δεν οδηγεί στην άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων. Χρειάζεται συνεπώς και ένα διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης.
Δεν θα ήθελα να προχωρήσω στην ανάλυση της πολιτικής της κυβέρνησης σε ένα προς έναν τους τομείς. Επισημαίνω μόνο ότι η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων θα επεκταθεί και σε νέους πιο ευαίσθητους κοινωνικά τομείς καθώς κατά τη νεοφιλελεύθερη συνταγή την οποία ακολουθεί η Ν.Δ. ο ιδιωτικός τομέας πρέπει να καλύπτει το χώρο που αφήνει το υποχωρούν κράτος. Άρα και η περικοπή των δημοσίων επενδύσεων θα επιδιωχθεί να καλυφθεί με εκχωρήσεις υπό άγνωστους ακόμη όρους δημόσιων οικονομικών ή κοινωνικών λειτουργιών στον ιδιωτικό τομέα.
Επίσης, όπως ήδη είπαμε, το σιωπηλό πάγωμα των προσλήψεων αλλά και η περικοπή των επενδύσεων δεν επιτρέπουν αισιοδοξία ως προς την εξέλιξη της απασχόλησης. Η ανεργία παραμένει το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα. Με δεδομένη την αποτυχία όλων των πολιτικών που δοκιμάστηκαν ως τώρα, είναι ανάγκη να αναζητήσουμε πιο ριζοσπαστικές διεξόδους. Δεν είναι επίσης σωστό ότι το ασφαλιστικό ζήτημα είναι «κλειστό». Στην ουσία το πρόβλημα είναι ανοιχτό και υπαρκτό και με την εκτεταμένη προσφυγή στις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις και τις λεγόμενες εθελούσιες εξόδους το πρόβλημα οξύνεται. Θα πρέπει και στη σημερινή μας συζήτηση να προσδιορίσουμε τους άξονες της δράσης μας στους τομείς αυτούς για το επόμενο διάστημα.
Θα ήθελα να ολοκληρώσω αυτήν την εισήγηση αναφερόμενος σε ορισμένα συγκεκριμένα προβλήματα και σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες καθώς και στις προτάσεις που έχουμε ήδη καταθέσει στη Βουλή και οι οποίες μπορούν να εμπλουτισθούν με τη σημερινή μας συζήτηση.
1. Το εισόδημα: Ο προϋπολογισμός προβλέπει ότι το κονδύλι για μισθούς και συντάξεις θα αυξηθεί κατά 5,9%. Όμως σ’ αυτό περιλαμβάνεται α) η δαπάνη για προσλήψεις και μετατάξεις που έγιναν μέσα στο 2004 β) η πρόβλεψη για νέες προσλήψεις γ) η δαπάνη από τη μισθολογική εξέλιξη του προσωπικού. Επίσης πουθενά δεν προβλέπεται ξεχωριστή δαπάνη για τη μονιμοποίηση συμβασιούχων. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι αυξήσεις θα είναι μικρές στα όρια του πληθωρισμού. Επίσης, στα πλαίσια της παραπάνω πρόβλεψης δεν υπάρχουν σημαντικά περιθώρια για νέες προσλήψεις.
Εφόσον οι προβλέψεις αυτές τηρηθούν θα υπάρξει συνεπώς οξύ πρόβλημα εισοδήματος για τους εργαζόμενους στο δημόσιο αλλά και κίνδυνος περαιτέρω υποβάθμισης στους τομείς της παιδείας, της υγείας και της δημόσιας διοίκησης.
2. Ακρίβεια: Παρά την προβλεπόμενη πτώση του πληθωρισμού στο 2,9%, το πρόβλημα της ακρίβειας θα παραμείνει οξύ και το 2005. Και τούτο γιατί το πρόβλημα της ακρίβειας δεν είναι μόνο ένα πρόβλημα τιμών όπως ορισμένοι θεωρούν. Έχει νέες διαστάσεις. Συγκεκριμένα στο πρόβλημα αυτό αντανακλάται η στενότητα των οικογενειακών προϋπολογισμών και η υπερχρέωση πολλών νοικοκυριών που η εξυπηρέτηση των δανείων τους περιορίζει το διαθέσιμο εισόδημά τους. Επίσης το πρόβλημα της ακρίβειας υπό τη νέα του διάσταση αντανακλά τη διεύρυνση των αναγκών αλλά και την υποβάθμιση των συλλογικών αγαθών, γεγονός που με δραματικό τρόπο εμφανίζεται στη διόγκωση της ιδιωτικής δαπάνης για υγεία, παιδεία και ασφάλιση.
Πρέπει συνεπώς ως αριστερά, ως εργαζόμενοι, ως καταναλωτές να προβληματισθούμε για το πώς αντιμετωπίζουμε και πώς πολεμούμε το πρόβλημα αυτό. Ο αγώνας κατά της κερδοσκοπίας και της ασυδοσίας των αγορών είναι αναγκαίος αλλά κατά τη γνώμη μου δεν αρκεί. Πρέπει να συνδυάζεται με τον αγώνα για τη διεκδίκηση πραγματικών αυξήσεων αλλά και για την προστασία των δημόσιων και συλλογικών αγαθών από τις ιδιωτικοποιήσεις και από την υποβάθμισή τους από την αποδιοργάνωση και την κακοδιαχείριση. Έχω την εντύπωση ότι ειδικά σ’ αυτήν την τελευταία πτυχή του προβλήματος υπάρχουν σοβαρά ελλείμματα και στο επίπεδο της συνείδησης της σοβαρότητας της και στη συγκρότηση κοινωνικών συμμαχιών, κινημάτων και αγώνων.
3. Φορολογία: Το φορολογικό Νομοσχέδιο που τις μέρες αυτές συζητείται στο Βουλή δεν πρέπει να το δούμε ως ένα μεμονωμένο νομοσχέδιο. Αποτελεί συνέχεια των νόμων που ψήφισε το ΠΑΣΟΚ το 1999 , το 2000 και το 2004. Στο σύνολό τους οι νόμοι αυτοί δημιουργούν ένα νέο φορολογικό καθεστώς πολύ πιο άνισο πολύ πιο άδικο και πολύ πιο βάρβαρο ιδιαίτερα για όσους ζουν από την εργασία τους. Φοβάμαι ότι δεν έχουν συνειδητοποιηθεί οι αλλαγές που επέρχονται. Περιορίζομαι σε ένα παράδειγμα. Το 1999 ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής για εισοδήματα από εργασία ήταν 40%. Το ίδιο, 40% ήταν και ο συντελεστής φορολόγησης εισοδημάτων από μερίσματα. Με τους νόμους του ΠΑΣΟΚ η φορολογία για εισοδήματα από μερίσματα μειώθηκε στο 35% και με τον νόμο της Ν.Δ. μειώνεται στο 25% ως το 2007. Ο συντελεστής των φυσικών προσώπων μένει ο ίδιος. Το 40% – 40% λοιπόν γίνεται 40% – 25%.
Να σημειωθεί εδώ ότι αυτός ο ανώτατος συντελεστής φυσικών προσώπων δεν αφορά πια μόνο τα μεγάλα εισοδήματα. Έχει υπολογισθεί ότι αν από το 1961 ως σήμερα γινόταν τιμαριθμική και μόνο αναπροσαρμογή των κλιμακίων σήμερα αυτός ο ανώτατος συντελεστής θα έπρεπε να «πιάνει» μόνο εισοδήματα μεγάλα πάνω από 180.000 €. Και όμως αυτός ο συντελεστής εφαρμόζεται για εισοδήματα που υπερβαίνουν τις 23.000€.
Στο παράδειγμα αυτό φαίνεται το μέγεθος, η έκταση αλλά και η ταξική ουσία των αλλαγών που έγιναν. Στη Βουλή καταθέσαμε αναλυτικά ολοκληρωμένες και συγκεκριμένες προτάσεις για ένα λιγότερο άδικο φορολογικό σύστημα. Το θέμα όμως κι εδώ είναι η ανάγκη ενός κινήματος που θα βάλλει τέλος σ’ αυτή την αντιμεταρρύθμιση και θα διεκδικήσει μια δημοκρατική φορολογική μεταρρύθμιση.
4. Φτώχεια:Η έρευνα που πραγματοποίησε πρόσφατα το ΕΚΚΕ και η ΕΣΥΕ μας δίνουν για πρώτη φορά μια αξιόπιστη βάση στοιχείων που βέβαια σε γενικές γραμμές επιβεβαιώνουν την ύπαρξη και τις ανησυχητικές διαστάσεις του προβλήματος της φτώχειας στη χώρα μας. Παρά το χαμηλό επίπεδο στο οποίο ορίζεται το όριο της φτώχειας (4.500 € ετησίως) το 19-21% του πληθυσμού ζει υπό συνθήκες φτώχειας και ένας σημαντικός αριθμός περίπου 750.000 άτομα ζουν υπό συνθήκες ακραίας φτώχειας με λιγότερα από 10,5 € την ημέρα. Στο πρόβλημα ακριβώς αυτών των ακραία φτωχών και στον κίνδυνο να παγιδευτούν μόνιμα σε καταστάσεις κοινωνικού αποκλεισμού απευθύνεται η πρόταση νόμου που έχουμε καταθέσει στη Βουλή για τη θεσμοθέτηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και στη χώρα μας. Παρόλο που η πρόταση μας κατά κοινή ομολογία θεωρείται και καλά συγκροτημένη και ρεαλιστική ούτε η Ν.Δ. ούτε το ΠΑΣΟΚ έχουν υπεύθυνα τοποθετηθεί έστω και επί της αρχής της.
5. Άνεργοι μακράς διάρκειας: Αξιοποιώ την ευκαιρία για να διευκρινίσω ότι η πρόταση για το Ε.Ε.Ε. όχι μόνο δεν αποκλείει αλλά απαιτεί μία ολοκληρωμένη πολιτική κατά της φτώχειας και των αποκλεισμών καθώς και πρόσθετες εξειδικευμένες πολιτικές για ειδικές ομάδες με ιδιαίτερα προβλήματα όπως είναι άτομα με αναπηρία, μονογονεϊκές οικογένειες, απεξαρτημένα άτομα, πρώην κρατούμενοι, νέοι και νέες χωρίς οικογένεια κλπ. Εδώ περιορίζομαι σε μια τέτοια κοινωνική ομάδα, τους μακροχρόνια άνεργους για να επισημάνω το υποκριτικό καθεστώς που με συναίνεση ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. επικρατεί. Μετά από διαρκείς πιέσεις μας, καταθέσαμε μάλιστα και σχετική πρόταση νόμου το 1999, η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ καθιέρωσε ένα ειδικό επίδομα 200€ για τους μακροχρόνια άνεργους για 12 μήνες. Έθεσε όμως ως προϋπόθεση το οικογενειακό εισόδημα να είναι χαμηλότερο των 5.000 ετησίως. Αν δηλαδή μια γυναίκα είναι μακροχρόνια άνεργη αλλά ο άνδρας της εργάζεται, έστω με τον κατώτατο μισθό, δεν δικαιούται αυτό το επίδομα. Το αποτέλεσμα είναι ότι ενώ οι άνεργοι μακράς διάρκειας είναι πάνω από 250.000 το επίδομα αυτό το πήραν λιγότερα από 5.000 άτομα. Και παρά τις επανειλημμένες ερωτήσεις μας η κυβέρνηση της Ν.Δ. διατηρεί αυτό το απαράδεκτο καθεστώς. Η πρόταση νόμου που είχαμε καταθέσει κάλυπτε βέβαια ένα ευρύτερο φάσμα θεμάτων και υπό την έννοια αυτή παραμένει επίκαιρη.
6. Συμβασιούχοι: Θέλω να πω δυο λόγια και για το θέμα των συμβασιούχων. Πρώτον γιατί το ανθρώπινο δράμα και η ομηρία χιλιάδων ανθρώπων συνεχίζεται. Δεύτερον γιατί η πρακτική αυτών των συμβάσεων αποτελεί βασικό μηχανισμό αποδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων. Όπως γνωρίζετε, έχουμε καταθέσει πρόταση νόμου στη Βουλή για το θέμα. Δυστυχώς δεν είχε τη δημοσιότητα που της άξιζε. Διότι η πρόταση αυτή δεν απαντά μόνο στο πρόβλημα των συμβασιούχων, αλλά μπορεί να αξιοποιηθεί ως εφαλτήριο για έναν αγώνα γενικότερα για την επαναρύθμιση των εργασιακών σχέσεων τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον Δημόσιο τομέα.
Δε θα αναφερθώ σε άλλα κοινωνικά θέματα, μερικά εξαιρετικά κρίσιμα, όπως η ανεργία και η κοινωνική ασφάλιση διότι τα θέματα αυτά θα φωτισθούν με παρεμβάσεις που θα ακολουθήσουν. Τελειώνω με δυο θέματα διαφορετικής τάξης αλλά υψηλής προτεραιότητας.
7. Πετρέλαιο – ενέργεια – Ταμείο Καυσίμων: Η άνοδος της τιμής του πετρελαίου θέτει με δραματικό τρόπο δύο ανάγκες.
Η πρώτη ανάγκη αφορά στην άμεση ανακούφιση των χαμηλόμισθων, των χαμηλοσυνταξιούχων και των ανέργων είτε με ένα επίδομα θέρμανσης είτε με ένα διορθωτικό ποσό, είτε με έναν συνδυασμό και των δύο.
Η δεύτερη ανάγκη είναι μακράς πνοής αλλά πρέπει να αρχίσει να αντιμετωπίζεται άμεσα. Αφορά στην εφαρμογή σχεδίων εξοικονόμησης ενέργειας, απεξάρτησης της οικονομίας και της κοινωνίας από το πετρέλαιο και άλλες ρυπογόνες πηγές ενέργειας και ριζικής στροφής σε ανανεώσιμες και καθαρές πηγές ενέργειας.
Στη Γαλλία η Κυβέρνηση προχώρησε σε επιστροφή φόρου λόγω του αυξημένου ΦΠΑ που εισέπραξε το Κράτος από την άνοδο των τιμών του πετρελαίου. Εμείς κάνουμε μια διαφορετική πρόταση. Προτείνουμε να δημιουργηθεί ένα Ταμείο, το οποίο θα ενισχύει αδύναμες κοινωνικά ομάδες που πλήττονται ιδιαίτερα από την άνοδο της τιμής των καυσίμων και επίσης θα χρηματοδοτεί πρόγραμμα εξοικονόμησης ενέργειας και απεξάρτησης από ρυπογόνες πηγές ενέργειας.
Το ζήτημα αυτό συνδέεται και με το κόστος παραγωγής και με το κόστος ζωής κυρίως όμως συνδέεται με την ίδια τη ζωή και την προστασία του περιβάλλοντος. Το θέμα αυτό ως κοινοβουλευτική ομάδα το έχουμε διαρκώς στο κέντρο της προσοχής μας χρειάζεται όμως κι εδώ μια ευρύτερη καμπάνια μέσα στην κοινωνία ώστε να συνειδητοποιηθούν οικονομικές, οι κοινωνικές και οι περιβαλλοντικές διαστάσεις τους ζητήματος.
8. Ταμείο φυσικών καταστροφών: Όπως γνωρίζετε ακόμη δεν έχουν αποκατασταθεί οι ζημιές που έγιναν από το σεισμό του 1999. Πολλές πληγές από διάφορες φυσικές καταστροφές του παρελθόντος μένουν ακόμη ανοιχτές.
Από την άλλη πλευρά, κάθε φυσική καταστροφή, κάθε έκτακτη ανάγκη οδηγεί σε ανατροπή της δημοσιονομικής διαχείρισης, διότι δεν υπάρχει πρόβλεψη για την κάλυψη εκτάκτων αναγκών. Για το λόγο αυτό προτείνουμε να δημιουργηθεί επιτέλους ένα ταμείο για την αποκατάσταση φυσικών καταστροφών, κατά τα πρότυπα ανάλογων πρωτοβουλιών που έχουν αναληφθεί και σε άλλες χώρες.
9. Για έναν διαφορετικό προϋπολογισμό ανοιχτό στην κοινωνία και τις ανάγκες της: Ανακεφαλαιώνοντας θα ήθελα να πω ότι εμείς αγωνιζόμαστε για έναν συνολικό και ριζικά διαφορετικό προϋπολογισμό και σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο του και σε ό,τι αφορά τις διαδικασίες του, τον τρόπο κατάρτισης, ελέγχου, και υλοποίησής του. Αγωνιζόμαστε για έναν προϋπολογισμό ανοιχτό στην κοινωνία, στις ανάγκες της και στον έλεγχό της.
Με μια διαφορετική κατανομή των φορολογικών βαρών μέσα από την αλλαγή της σχέσης έμμεσων άμεσων φόρων και την αποκατάσταση της προοδευτικότητας των άμεσων φόρων.
Με μια διαφορετική κατανομή των δαπανών με μείωση των στρατιωτικών δαπανών και αύξηση των δαπανών για τους τομείς της υγείας, της παιδείας, της ασφάλισης και τους περιβάλλοντος.
Για έναν προϋπολογισμό προγραμμάτων, και όχι αδιαφανών κονδυλίων, ένα προϋπολογισμό διαφανή, αξιόπιστο και για ένα σύστημα αξιολόγησης και ελέγχου των δαπανών με βάση την κοινωνική τους αποτελεσματικότητα.
Για έναν προϋπολογισμό, που το Κοινοβούλιο και η κοινωνία θα μπορούν να ασκούν ουσιαστικό έλεγχο και να επηρεάζουν τις επιλογές του, μέχρι να αποκτήσουν την δύναμη να τις καθορίζουν.
Γιάννης Δραγασάκης - Yannis Dragasakis
1 ημέρα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 εβδομάδα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 εβδομάδα πριν
Εικόνα
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
4 εβδομάδες πριν
«Το καθήκον των αριστερών & προοδευτικών δυνάμεων σε ένα περιβάλλον προκλήσεων & απειλών»
dragasakis.gr
Share on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
1 μήνας πριν
Main - Alexis Tsipras Institute Events
rb.gy
Clifford Chance, Δικηγόρος – εξειδίκευση δίκαιο της ενέργειας & ανταγωνισμόςShare on Facebook Share on Twitter Share on Linked In Share by Email
Latest Twetter Feeds
Could not authenticate you.
Newsletter