Άρθρο στην εφημερίδα “ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΑΥΓΗ”_ Η αποκάλυψη της “Αυγής” και η ταραχή της κυβέρνησης_

 

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ «ΑΥΓΗΣ» ΚΑΙ Η ΤΑΡΑΧΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

Η αποκάλυψη της «Αυγής» ότι ο πληθωρισμός στη χώρα μας τροφοδοτείται κυρίως από τα υπερκέρδη – είναι δηλαδή κυρίως πληθωρισμός κερδών και όχι κόστους ή ζήτησης – προκάλεσε ταραχή στη κυβέρνηση. Ενόχλησε δε κυρίως όχι τόσο η διαπίστωση αυτή καθαυτή που για πολλούς ήταν ήδη γνωστή, όσο η πηγή της, δηλαδή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Και ενόχλησε η αποκάλυψη της «Αυγής» διότι γελοιοποιεί την κυρίαρχη άποψη που με τόσο ζήλο προβάλλει η κυβέρνηση αλλά και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο τελευταίος, μόλις την περασμένη Κυριακή δήλωνε ότι ο ελληνικός πληθωρισμός «δεν μπορεί να συγκλίνει» με τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό, «αν δεν συγκλίνει η αύξηση του κόστους εργασίας» και σχεδόν θριαμβολογώντας κατέληξε: «Είναι απλή αριθμητική». Απλή αριθμητική, δηλαδή, είναι ότι η σύγκλιση του πληθωρισμού μπορεί να επιτευχθεί «είτε με αύξηση της παραγωγικότητας είτε με συγκράτηση του ρυθμού αύξησης των αμοιβών». (Ελευθεροτυπία 26/10/03)

Τα κέρδη προφανώς δεν υπάρχουν στις εξισώσεις του κ. Γκαργκάνα.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα λέει ακριβώς το αντίθετο. Στην ουσία μας λέει ότι η αύξηση της παραγωγικότητας και η μείωση του «εργατικού κόστους» μεταφράζονται σε αύξηση κερδών και όχι σε μείωση τιμών. Ακριβώς γι’αυτό ο πληθωρισμός δεν πρόκειται να μειωθεί, αν το κεφάλαιο, δεν εμποδιστεί να μετατρέπει σε δικά του οφέλη και την αύξηση της παραγωγικότητας και τη συγκράτηση των μισθών.

Και ήταν τέτοια η ταραχή της κυβέρνησης που αντί να αναγνωρίσει το πρόβλημα και να ανοίξει ένα διάλογο για το πώς μπορεί να αντιμετωπισθεί, με διατεταγμένα δημοσιεύματα (Ελευθεροτυπία 30/10/2003) κατηγόρησε τον Συνασπισμό για….ανευθυνότητα. Και αντί άλλου επιχειρήματος αντέταξε μια άλλη έκθεση (της Commission) η οποία στην ουσία κατηγορεί την κυβέρνηση για πλαστογράφηση των δημοσιονομικών μεγεθών, αφού υπολογίζει το έλλειμμα του προϋπολογισμού σε διπλάσιο απ’ότι η κυβέρνηση. Αντιπαραθέτει δε, παρόλα αυτά, την έκθεση αυτή επειδή η Commission εισηγείται την συγκράτηση των μισθών ως μέσο για να μειωθούν, υποτίθεται, τα ελλείμματα.

Όμως εδώ, από τη μια έχουμε δύο πραγματικά προβλήματα, τον πληθωρισμό και τα ελλείμματα. Από την άλλη έχουμε μια υπόδειξη πολιτικής για μείωση των μισθών.

Στοιχειώδης σοβαρότητα θα απαιτούσε ένα έλεγχο του εάν η υποδεικνυόμενη πολιτική απαντά στα προβλήματα που διαπιστώνονται.

                   ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΑ

Και σε ότι αφορά το πρώτο πρόβλημα τη σχέση δηλαδή τιμών – μισθών – κερδών οι διαπιστώσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι καταλυτικές. Αλλά και σ’ότι αφορά τα ελλείμματα το να προτείνει κανείς ως μέσο για τη μείωσή τους τη μείωση των μισθών δεν δείχνει μόνο κοινωνική αναλγησία. Δείχνει πλήρη απογείωση από την πραγματικότητα της διάχυτης διαφθοράς που διαλύει τη Δημόσια διοίκηση και αυξάνει το κόστος της, της αδυναμίας απορρόφησης των πόρων του Γ΄ ΚΠΣ που αν εξαιρέσουμε τα συνεχιζόμενα (από το Β΄ ΚΠΣ) έργα, δεν φτάνει ούτε το 5%, την πραγματικότητα των ολυμπιακών σπαταλών που έχουν εκτροχιάσει τον προϋπολογισμό για να περιορισθούμε στα πλέον προφανή. Ποιο από τα προβλήματα αυτά θα έλυνε ή μείωση των μισθών;

Γιατί τότε, θα ρωτήσει κάποιος, η επιτροπή προτείνει μείωση των μισθών; Κατά τη γνώμη μου διότι δεν έχει καμιά εμπιστοσύνη ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι σε θέση να αντιμετωπίσει κανένα από τα προβλήματα αυτά, καμιά από τις πραγματικές αιτίες των ελλειμμάτων. Κι επειδή τα ελλείμματα αποτελούν «ταμπού» για τη Commission μπροστά στην κατάσταση αυτή και τις δυσοίωνες προοπτικές «προτιμά» τα δημοσιονομικά ελλείμματα να γίνουν κοινωνικά, δηλαδή τα ελλείμματα να μεταφερθούν στην κοινωνία. Είναι μια προτίμηση ιδεολογική και σαφώς ταξική. Η απάντηση όμως στην επιλογή αυτή δεν μπορεί να είναι μια ανοχή στα ελλείμματα όπως πολλοί υποστηρίζουν, αλλά η εμμονή στην αντιμετώπιση των πραγματικών αιτιών τους.

Θα μπορούσαμε να δεχθούμε ακόμη και να απαιτήσουμε ελλείμματα, ελλείμματα όμως αναπτυξιακά και όχι σπατάλης, ελλείμματα για την ικανοποίηση κοινωνικών αναγκών και όχι για τη χρηματοδότηση διεφθαρμένων πελατειακών μηχανισμών, ελλείμματα για επενδύσεις και όχι για κατανάλωση.

Ως αριστερά ωστόσο, αν θέλουμε με τη πολιτική μας να εκπροσωπούμε όχι μόνο το παρόν αλλά και το μέλλον ακόμη και σε τέτοια υγιή αναπτυξιακά ελλείμματα πρέπει να δείχνουμε ανοχή με μεγάλη περίσκεψη. Τέτοια ελλείμματα θα μπορούσαμε να τα δεχθούμε ή και να τα απαιτήσουμε μόνο σε περιόδους οικονομικής ύφεσης ή σοβαρών εκτάκτων αναγκών όπως μεγάλες φυσικές ή άλλες καταστροφές. Σε περιόδους σχετικά ομαλές και μάλιστα κυκλικής οικονομικής ανόδου σαν αυτή που περνούμε σήμερα, με αύξηση του ΑΕΠ 3%, 4% ή και περισσότερο, τα ελλείμματα είναι βαριές υποθήκες σε βάρος του μέλλοντος. Σε τέτοιες περιόδους αντί για ελλείμματα θα έπρεπε να έχουμε πλεονάσματα. Όχι επειδή το επιβάλλει το σύμφωνο σταθερότητας, αλλά επειδή έχουμε τεράστιο δημόσιο χρέος και επειδή αν έχεις ελλείμματα στην ανοδική φάση του οικονομικού κύκλου τότε στην καθοδική του κινδυνεύεις να πέσεις σε βάραθρο. Εκτός και κανείς θέλει να πιστεύει της ανοησίες της κυβέρνησης περί «διαρκούς» και χωρίς κρίσεις ανάπτυξης, υπό συνθήκες καπιταλισμού.

                   ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ

Το πραγματικό δίλημμα λοιπόν δε είναι ή μισθοί ή ελλείμματα. Δεν είναι δηλαδή σωστό ότι για να μην έχουμε ελλείμματα πρέπει να συμπιέσουμε τους μισθούς. Ούτε είναι σωστό ότι για να μειώσουμε το Δημόσιο χρέος πρέπει να περικόψουμε τη κοινωνική πολιτική. Το πραγματικό θέμα είναι γιατί το κοινωνικό πλεόνασμα γίνεται δημόσιο έλλειμμα και χρέος; Είναι άσχετο αυτό με την ασκούμενη φορολογική πολιτική και τη λειτουργία γενικότερα του κράτους;

Ανάλογα ισχύουν για τη σχέση μισθών και τιμών.

Το πραγματικό θέμα είναι γιατί η αύξηση της παραγωγικότητας δεν μεταφράζεται σε μείωση των τιμών αλλά σε αύξηση κερδών; Ποιος παράγοντας ή μηχανισμός το επιτρέπει αυτό;

Πολλοί οικονομολόγοι αναγνωρίζουν πως αυτό οφείλεται στις μονοπωλιακές καταστάσεις. Αλλά ως μέσο για την αντιμετώπισή τους προτείνεται όχι ο περιορισμός της μονοπωλιακής δύναμης, αλλά η απελευθέρωση των αγορών για να υπάρξει υποτίθεται ανταγωνισμός. Όμως η απελευθέρωση των αγορών τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας, έχει αποδειχθεί, δεν καταργεί αλλά ενισχύει τη συγκέντρωση του κεφαλαίου και οδηγεί στο μονοπώλιο ή στο ολιγοπώλιο ακόμη και κει που αυτό δεν υπάρχει. Υπάρχει κι ένα δεύτερο «αλλά». Όπως έγραψε ο πρώην βουλευτή μας Βαγγέλης Αποστόλου στην «Ελευθεροτυπία» (14/08/2003) από το Μάιο του 2002 ως τον Μάιο του 2003 ο δείκτης χονδρικής πώλησης αγροτικών προϊόντων αυξήθηκε κατά 3,7%. Την ίδια περίοδο ο δείκτης λιανικής πώλησης των ίδιων προϊόντων αυξήθηκε 26,4%. Όλη αυτή η τεράστια διαφορά των 22,7 ποσοστιαίων μονάδων μπήκε στη τσέπη των ενδιάμεσων. Εδώ όμως δεν έχουμε μονοπωλιακά οργανωμένες αγορές. Έχουμε παραοικονομία και ασυδοσία. Μονοπώλια λοιπόν και ασυδοσία, δυο όψεις του ίδιου προβλήματος, δυο εκδοχές της ελευθερίας των αγορών, η μια αποτέλεσμα της ανάπτυξης του καπιταλισμού η άλλη αποτέλεσμα της υπανάπτυξής του, αλληλοτροφοδοτούνται και αλληλοσυμπληρώνονται. Και στο εσωτερικό και των δυο αυτών πόλων, η εργατική δύναμη, για διαφορετικούς λόγους, σχεδόν αφοπλισμένη οργανωτικά, αλλά και ιδεολογικά, αδυνατεί να διεκδικήσει το δικό της «δίκαιο» μερίδιο από την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας πολύ περισσότερο να διεκδικήσει φορολογικές και άλλες πολιτικές δικαιότερης κατανομής του συνολικού κοινωνικού προϊόντος υπέρ τη κοινωνίας.

Οι διαπιστώσεις λοιπόν της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως έναυσμα για να συζητήσουμε ως κοινωνία του μηχανισμούς διανομής και αναδιανομής του κοινωνικού προϊόντος, αλλά και να συνειδητοποιήσουμε ότι στο επίπεδο της οικονομίας και της αγοράς το πραγματικό δίλημμα δεν αφορά την απελευθέρωσή τους ή όχι αλλά τον τρόπο οργάνωσης και ρύθμισης τους. Αλλά μοιάζει εξαιρετικά υπερβολικό το να περιμένουμε από την παρούσα κυβέρνηση να ανταποκριθεί σε μια τέτοια συζήτηση και ακόμη πιο υπερβολικό να απαιτήσουμε από τον αρμόδιο επί της ακρίβειας υπουργό κ. Κουλούρη να εφαρμόσει μια πολιτική συμπίεσης των κερδών προκειμένου να μειωθεί ο πληθωρισμός.

Για την ανασύνθεση της Αριστεράς | Άρθρο στις «Παρεμβάσεις» της εφημερίδας «Η εποχή» ... ΠερισσότεραΛιγότερα
Προβολή στο Facebook
Με μεγάλη θλίψη αποχαιρετούμε την Φανή Πετραλιά. Η Φανή προσωποποίησε με έναν σπάνιο τρόπο τη σύζευξη της χειραφετημένης γυναίκας, της ενεργής διαννοούμενης, της μαχητικής δημοσιογράφου & της ακάματης συνδικαλίστριας. Παιδί μιας εποχής που παρά τις δυσκολίες της ευνοούσε το ταίριασμα του λογισμού με τ' όνειρο για έναν καλύτερο κόσμο, η Φανή Πετραλιά ήταν πρότυπο & σημείο αναφοράς. Θα τη θυμόμαστε ως μια ξεχωριστή προσωπικότητα. Η σκέψη μας στους αγαπημένους της ανθρώπους. ... ΠερισσότεραΛιγότερα
Προβολή στο Facebook

Latest Twetter Feeds

YDragasakis @YDragasakis

Could not authenticate you.

Επικοινωνία

Μητροπόλεως 1
10557, Αθήνα

e-mail
ydragasakis@parliament.gr